Το 27ο Πανόραμα Ευρωπαικού Κινηματογράφου συνεχίζει ακάθεκτο το πολυποίκιλο πρόγραμμα του μέχρι και την Κυριακή 26 Οκτωβρίου.

Μια πολύ ενδιαφέρουσα ανοιχτή συζήτηση πραγματοποιήθηκε χθές το πρωί στον ΙΑΝΟ σε συνδιοργάνωση με την Πανελλήνια Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου και την FIPRESCI: «Ο κινηματογράφος της κρίσης- Ο κινηματογράφος σε κρίση». Τι αποτελέσματα μπορεί να φέρει η συγκρουσιακή σχέση του κινηματογράφου με την οικονομική κρίση; Μπορεί ο κινηματογράφος να βρεί τον παράδεισο του μέσα απο την κρίση ή όχι; Πόσο δύσκολο είναι να γίνει μια ταινία σήμερα, στην Ελλάδα της κρίσης;

Από την Ελένη Τσόκα

Αυτα και άλλα πολλά ερωτήματα τέθηκαν προς απάντηση χθές το πρωί στον φιλόξενο χώρο εκδηλώσεων του βιβλιοπωλείου. Ομιλητές ήταν οι σκηνοθέτες Βασίλης Μαζωμένος, Δημήτρης Αθανίτης, Γιώργος Γεωργόπουλος  και ο κριτικός κινηματατογράφου Κώστας Μπλάθρας. Την συζήτηση συντόνιζε ο Διευθυντης του Φεστιβάλ Νίνος Μικελίδης. Tο culturenow.gr ήταν εκεί και κατέγραψε όσα ειπώθηκαν.

Ο Βασίλης Μαζωμένος λέει οτι «ο Ευρωπαικός Κινηματογράφος έχει εδώ και πολλά χρόνια μπεί σςε διαφορετικό μονοπάτι. Οι μεγάλοι δημιουργοί που τον καθιέρωσαν (πχ Ρενέ, Μπέργκμαν) έχουν πια χαθεί και αποτελούν παρελθόν. Η επόμενη μέρε δημιούργησε ένα διαφορετικό σκηνικό που έφερε αρκετούς νεαρούς και ταλαντούχους σκηνοθέτες αλλα όχι ταινίες-ορόσημα. Έχω την αίσθηση οτι, αν εξαιρέσει κανείς λίγες περιπτώσεις, ο ευρωπαικός κινηματογράφος είναι εγκλωβισμένος στην αισθητική της μυθοπλασίας, έτσι όπως έχει οριστεί απο την βιομηχανία του θεάματος. Αυτός ο εγκλωβσιμός ενισχύεται και απο την μεγάλη πίεση που δέχονται οι δημιουργοί και οι ταινίες τους απο την διεθνή και εγχώρια διανομή. Με άλλα λόγια: αν δεν ακολουθήσεις την πεπατημένη είσαι εκτός αίθουσας. Άρα, δημιουργείται ένα είδος φαύλου κύκλου και αυτολογοκρισίας για τους ευρωπαικους κινηματογραφιστές, οι οποίοι καλούνται να στήσουν τις ταινίες τους με έναν τρόπο πουθα’ ναι αρεστός (…) Για μένα, η τεχνη γενικότερα, και στην προκειμένη ο κινηματογράφος είναι κρίση. Δεν θεωρώ οτι κάποιος, οποίος στα 30 ή 35 του, έχοντας μια μικρή πορεία απο σπουδές και δουλειές, ξυπνάει ένα πρωί και αποφασίζει να γίνει σκηνοθέτης σε μια χώρα οπου όλα είναι δυσοίωνα και σε μια χώρα που υπονομεύει κάθε προσπάθεια δημιουργίας. Άρα, ο ίδιος ο δημιουργός γίνεται φορέας της κρίσης και υπάρχει πάντα δυναμική αλληλόδραση ανάμεσα στην οικονομική-κοινωνική κατάσταση και την δημιουργική κατάσταση. Δηλαδή δεν φαντάζομαι αν ζούσαμε σε μια ουτοπική κοινωνία τί ακριβώς έμπνευση θα είχαμε

Για τον κριτικό Κώστα Μπλάθρα «ο τρόπος παραγωγής των τελευταίων δεκαετιων, αν θέλει μια ευρωπαική ταινία να πάρει ευρωπαική συγχηματοδότηση, θα πρέπει να περάσει απο ένα μακρύ τούνελ γραφειοκρατικών διαδικασιών. Και σε πολλές περιπτώσεις αν ο άνθρωπος που κάνει την ταινία δεν μπορεί να διατηρήσει το όραμα του ζωντανό μέσα σ’αυτην την επίπονη διαδικασία, τότε καταλήγουμε τις περισσότερες φορές να βλέπουμε μια ταινία σωστή ως προς το πολιτικώς ορθόν αλλά ανούσια ως προν την κινηματογραφική της ουσία (…) Πιστέυω οτι η κρίση μπορεί να είναι επώδυνη αλλα ταυτόχρονα χρησιμότατη για την κινηματογραφική τέχνη. Να σας πώ μόνο οτι χωρίς κρίση δεν μπορεί να υπάρξει δραματουργία. Μια ιστορία που δεν παρουσιάζει κρίση (κρίση οικογενιακή/εθνική/πολιτική κ.οκ) δεν έχει κανένα απολύτως ενδιαφέρον (…) Επίσης, κάτι άλλο που θέλω να επισημάνω είναι οτι ο κινηματογράφος δεν είναι φειγ βολάν κάποιας οργάνωσης, δεν είναι προκήρυξη κάποιου κόμματος. Το λέω αυτό γιατί πολλές φορές βλέπουμε ταινίες που πάνε να καταπιαστούν με την κρίση όπως θα καταπιανόταν μ’αυτή κάποιο κόμμα, προδίδοντας έτσι οι δημιουργοί την ουσία της τέχνης που κάνουν. Όπως τό είπε και ο Ρομπέρ Μπρεσόν «Άν θέλεις να κάνεις μια διατριβή κάνε μια διατριβή, μήν κάνεις μια ταινία», και αυτό γιατί η ουσία της τέχνης είναι να προσσεγίζει τον ανθωπο και τα προβλήματα του με την ευαισθησία και τον ανθρωποκεντρισμό που ένας πολιτικός ποτέ δεν θα προσέγγιζε».

Τον λόγο πήρε ο σκηνοθέτης Γιώργος Γεωργόπουλος: « Είναι φυσικό και αναμενόμενο πολλές ταινίες σήμερα να καταπιάνονται με την κρίση. Και ο ιταλικός νεορρεαλισμός μέσα απο τις στάχτες του Β’ Παγκοσμίου πολέμου προέκυψε. Υπάρχει μια πολιτικοποίηση της καλλιτεχνικής σκέψης που πολλές φορές γίνεται ακούσια. Δημιουργικά πάντως σίγουρα υπάρχει κάτι που σε τσιγκλάει να ασχοληθείς με τέτοια θέματα. (…) Η κρίση έχει εναν τεράστιο αντίκτυπο στον τρόπο παραγωγής των ταινιών σήμερα. Ο μεγαλύτερος αριθμός των ταινιών έχει κόστος χαμηλού προυπολογισμού και οι ανθρωποι που δουλεύουν γι’αυτές πολλές φορές το κάνουν τζάμπα, είτε αυτοί είναι ηθοποιοί, τεχνικοί, ή οτι,δηποτε αλλο.  Αυτό, για όποιον λόγο κι αν γίνεται, δεν πρέπει να συνεχίσει. Όταν κάνεις μια ταινία πρέπει να την κάνεις σωστά. Και οταν εν μέσω των δυσκολιών που παρουσιάζονται τίθεται το βασικό ερώτημα «Να κάνεις την ταινία ή να μην την κάνεις;» πολλοί είναι αυτοί που λένε οτι προκειμένου να μην γίνει η ταινία καλύτερα να γίνει και να μην γίνει σωστά, τότε καταλαβαίνει οτι υπάρχει πρόβλημα. Ο κινηματογράφος είναι ακριβό σπορ και αν δεν βρούμε ένα τρόπο να φτηνύνει τοτε να μην περιμένουμε υψηλά επίπεδα δημιουργίας και έκφρασης. Προσωπικά, πάντως, δεν μπορώ να βρώ τον καλλιτεχνικό μου παράδεισο μεσα σε κατάσταση οικονομικής κρίσης. Είναι αδύνατον.

Τέλος, ο σκηνοθέτης Δημήτρης Αθανίτης μας λέει οτι « H κρίση δεν αφορά μόνο τον ελληνικό σινεμά. Αφορά τον Ευρωπαικό γενικότερα. Και πιο συγκεκριμένα αφορά τον σινεμά-τηλεόραση. Το σινεμά εδώ και κάποιες δεκαετίες ουσιαστικά εγκαταλείπει τον εαυτό του σαν γραφή, άποψη και θεματολογία. Πέφτει σε αυτό που πιστεύω οτι είναι μια ευρύτερη τηλεοπτική αισθητική. Το γεγονός οτι σήμερα επίσημα οι τηλεοπτικές σειρές προβάλλονται απο τα μέσα σαν το κυρίαρχο στοιχείο της κινηματογραφικής επικαιρότητας είναι απολύτως ενδεικτικό. Και αυτό δεν έχει γίνει τυχαία. Έχει γίνει βήμα-βήμα πρωτα απ’ολα με την εγκατάλειψη ενός κινηματογράφου που κάποτε είε προσωπικότητα και δευτερον με την πρόωθηση απο τους κριτικούς. Θα έχετε παρατηρήσει οτι οι τηλεοπτικές πρεμιέρες εκτοπίζουν τις κινηματογραφικές σαν γεγονότα. Υπάρχει πάρα πολύς κόσμος  που παρακολουθεί μανιωδώς τηλεόραση μέρα και νύχτα και περιμένει μανιωδώς να δεί τον νέο κύκλο της αγαπημένης του σειράς(…) Όταν τα μεγάλα φεστιβάλ προβάλλουν απο μικρές χώρες έναν σινεμά ανώδυνο που δεν υπάρχει περίπτωση να ανταγωνιστεί τον δικό τους και να έχει μια αυθύπαρκτη παρουσία πέρα απο τα φεστιβάλ, τότε είναι επόμενο να υπάρχει μια τέτοια αποτυχία. Αυτη΄την στιγμή στην Ελλάδα τα εισιτήρια πέφτουν τραγικά. Δεν πέφτουν όμως μόνο στην Ελλάδα,και δεν πέφτουν μόνο για τις ελληνικές ταινίες. Πέφτουν για όλες ανεξαιρέτως».