Στο αρχιτεκτονικό μοντέλο του άγγλου φιλοσόφου Jeremy Bentham (18ος αι.) βρίσκεται η πρώιμη ιδέα μιας κοινωνίας υπό παρακολούθηση. Στόχος του σχεδιασμού που επινόησε ήταν να βρίσκονται υπό επίβλεψη (-opticon) όλοι (pan-) οι τύποι ανθρώπων. Οι κρατούμενοι φυλακών, οι ψυχικά ασθενείς, οι άποροι και οι εργάτες αποτελούν ενδεικτικές ομάδες που θεωρείτο ότι έχρηζαν επιτήρησης, εκφοβισμού και απομόνωσης. Η γέννηση της φυλακής, κατά τον γάλλο φιλόσοφο Μ. Foucault, αντικαθιστά τα βασανιστήρια με τον εγκλεισμό ως μορφή τιμωρίας και ασκώντας εξουσία διαμορφώνει μια πειθαρχημένη κοινωνία που φτάνει ως τον απεριόριστα γενικεύσιμο μηχανισμό του «πανοπτισμού».

Κοιτώντας στο σήμερα, παρατηρείται η αβίαστη εφαρμογή μιας σύγχρονης εκδοχής της φουκωικής κοινωνίας, μέσω της χρήσης των νέων τεχνολογιών και του διαδικτύου. Το άτομο γίνεται αντικείμενο παρακολούθησης στη δημόσια και στην ιδιωτική σφαίρα, τα όρια μεταξύ των οποίων είναι πλέον εντελώς ρευστά. Η «νέα παρακολούθηση» –η παρακολούθηση που στηρίζεται στη χρήση της υψηλής τεχνολογίας– τελείται σε καθημερινή βάση με αποτέλεσμα το πανοπτικό μοντέλο του Bentham να έχει τεθεί σε πλήρη εφαρμογή, συμπεριλαμβάνοντας και εποπτεύοντας τον πληθυσμό ολόκληρου του πλανήτη.

Από τη μια πλευρά, οι διευκολύνσεις και οι ανέσεις που παρέχει το διαδίκτυο έχουν ως αποτέλεσμα τα προσωπικά στοιχεία του ατόμου να βρίσκονται ανά πάσα στιγμή εκτεθειμένα μέσω της συνεχούς και ποικιλότροπης σύνδεσής του στον κυβερνοχώρο. Το επιχείρημα της ευκολίας και της άνεσης που μπορεί να προσφέρει η εφαρμογή των νέων τεχνολογιών αποτελούν συχνά το πρόσχημα με το οποίο μεταμφιέζονται πολλές πρακτικές, οι οποίες ως αντάλλαγμα στερούν την ιδιωτικότητα του ατόμου. Ως αποτέλεσμα το ίδιο το άτομο γίνεται ευάλωτο και περισσότερο ελέγξιμο και χειραγωγήσιμο, καθώς αδυνατεί να σχηματίσει μιαν ολότητα του κοινωνικού χώρου και να προσδιορίσει τη θέση του μέσα σε αυτόν. Ταυτόχρονα, η επιδίωξη της ασφάλειας –τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και καταστολής– αποτελεί βασικό έρεισμα για τη θεμελίωση και την ενίσχυση μιας επιτηρούμενης κοινωνίας.

Από την άλλη πλευρά, και το ίδιο το υποκείμενο, κοινοποιεί «οικειοθελώς» προσωπικά του δεδομένα, κάτι που συμβαίνει για παράδειγμα μέσω της κοινωνικής δικτύωσης, συναινώντας έτσι στην παραμονή του στον παγκόσμιο (πανοπτικό) ιστό, και πειθαρχώντας στις επιταγές του, υπό την ψευδαίσθηση ότι είναι ελεύθερο. Οι νέες τεχνολογίες επιβάλλουν τελικά έναν τρόπο ζωής και δεν αποτελούν απλώς ένα εργαλείο του ανθρώπου να δαμάσει τον κόσμο γύρω του· αντιθέτως, έχουν αυτονομηθεί και ασκούν εξουσία στα υποκείμενα με έναν ιδιότυπο τρόπο. Ως αποτέλεσμα, το εικονικό περιβάλλον του διαδικτύου συχνά μοιάζει να γίνεται πιο επικίνδυνο και από μια φυλακή.

Ωστόσο, όσο εξωραϊσμένος και ιδανικός παρουσιάζεται ο ψηφιακός κόσμος, τόσο γίνεται φανερή η ανάγκη ανάληψης της ευθύνης από μέρους του χρήστη, ο οποίος με τη σειρά του δεν αποτελεί απλώς έρμαιο του παγκόσμιου δικτύου, ούτε ειναι άμοιρος των επιλογών του. Αντιθέτως, είναι αυτός που συμμετέχει, συμφωνεί και συναινεί σε κάθε περίπτωση (“I agree with the terms and conditions”).

Θεωρούμε πως πρόκειται για ένα θέμα που όσο εξελίσσονται οι νέες τεχνολογίες θα καθίσταται ολοένα πιο επίκαιρο και φλέγον καθώς επηρεάζει και καθορίζει σημαντικά την ανθρώπινη  συμπεριφορά και ύπαρξη.

Οι συμμετέχοντες καλλιτέχνες αποτυπώνουν και αναδεικνύουν αυτή την προβληματική γύρω από τον εγκλωβισμό, την παγίδευση και την καθυπόταξη του επιτηρούμενου ανθρώπου σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον, μέσα από διαφορετικές θεωρητικές προσεγγίσεις  και διαφορετικά καλλιτεχνικά μέσα, όπως πίνακες, γλυπτά,  εγκαταστάσεις στον χώρο ή μέσα από τη χρήση νέων τεχνολογιών.

Συμμετέχοντες καλλιτέχνες:

Ηλίας Βασιλός, Κυριακή Γονή, Αντώνης Καπνίσης, Βαγγέλης Λιουδάκης, Ευαγγελία Ραφτοπούλου, Μάριος Φούρναρης, Δημήτρης Φραγκάκης, Νίκος Χατζηκωνσταντής.

Επιμέλεια Έκθεσης:

Άλκηστις Κοντοπούλου, Ιστορικός Τέχνης, Επιμελήτρια Εκθέσεων

Σοφία Χρυσαφοπούλου, Κοινωνική Ανθρωπολόγος, Ιστορικός Τέχνης, Επιμελήτρια Εκθέσεων

Έργο εξωφύλλου: Eternal U – Video installation