Παρότι αναφέρεται μεταξύ των σημαντικότερων Άγγλων ποιητών, ο Ουίλιαμ Μπλέικ δεν είναι το ίδιο γνωστός με τους ομότεχνούς του, ενώ μέχρι και σήμερα το έργο του αντιμετωπίζεται ως κεντρική επιρροή για άλλους ποιητές, όπως είναι ο Ουόλτ Γουίτμαν, ο Γουίλιαμ Μπάτλερ Γέητς και οι ρομαντικοί. Η συνεισφορά του σε μία σειρά από τέχνες, με κύριες τη ζωγραφική και τη χαρακτική, δεν επισκιάζεται από το συγγραφικό του έργο, αλλά συμπληρώνεται, ως μία μορφή προχωρημένης σύλληψης εικαστικής τέχνης. Εκτός από το καλλιτεχνικό του αποτύπωμα, ο Ουίλιαμ Μπλέικ είναι επίσης γνωστός και στους θαυμαστές του μυστικισμού και του πνευματισμού, καθώς εισήγαγε τη θεολογία και τη μεταφυσική με εμφατικό τρόπο στη δουλειά του. Για να προσεγγίσουμε το πολυσχιδές έργο του Βρετανού καλλιτέχνη θα εξετάσουμε κάθε μία από τις τρεις παραμέτρους που τον αναβιβάζουν στο αγγλικό πρότυπο του homo universalis, του πολυπράγμονα και ιδιοφυούς δημιουργού που πάλεψε να συμβιβάσει τους ύμνους για τη ζωή και την εγκόσμια ισορροπία με την αντιιεραρχική κριτική και τα εκστατικά εσχατολογικά οράματα.

Χαρακτική και εικαστικές τέχνες

Ο Ουίλιαμ Μπλέικ γεννήθηκε στις 28 Νοεμβρίου 1757 και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο Λονδίνο, την πόλη που αποτέλεσε τους δικούς του «Άγιους Τόπους», τον χώρο πάνω στον οποίο κινήθηκε και τοποθέτησε τις εμπειρίες και τις αποτυπώσεις του. Γιος μίας μεσοαστικής οικογένειας, ωθήθηκε από νεαρή ηλικία στις τέχνες, καθώς οι γονείς του είχαν ενθαρρύνει την κλίση του. Ξεκινώντας τις σπουδές του στη ζωγραφική, ο Μπλέικ μαθήτευσε στην ηλικία των 14 ετών στο πλάι ενός χαράκτη, όπου έμαθε την τέχνη που του εξασφάλισε τον βιοπορισμό καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του. Μάλιστα, σε ηλικία 21 ετών σπούδασε στη Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, ωστόσο ανέπτυξε έντονη αντιπάθεια για το δόγμα της αριστείας και του ανταγωνισμού που επικρατούσε σε ακαδημαϊκό επίπεδο. Αν και το μεγαλύτερο μέρος της βιβλιογραφίας συνηγορεί πως ο Μπλέικ είχε μία εχθρική στάση απέναντι στις σπουδές, ο David Bindman υπογραμμίζει πως ο Μπλέικ παρέμεινε στη σχολή τρία χρόνια, ενώ παρουσίασε αρκετά έργα με ιστορικό περιεχόμενο σε φοιτητικές εκθέσεις. Σύμφωνα με τον Bindman, εκείνη την περίοδο ο Μπλέικ ανέπτυξε και την ιδέα του «κύκλου», μίας σύλληψης που μοιάζει πολύ με την έννοια της αντίθεσης. Όπως υποστήριζε ο Μπλέικ, κάθε αντικείμενο ή αφηρημένη ιδέα έχει μια ίση και έγκυρη αντίθετη μορφή και η φύση αυτών των αντικειμένων και των αφαιρέσεων περνούν η μία μέσα από την άλλη συνεχώς. Η αποστροφή του προς την Ακαδημία μπορεί να ήταν δεδηλωμένη, όμως η παραμονή του εκεί τον έφερε σε επαφή με τα πλαίσια που τον ενέπνευσαν σε ύστερο χρόνο: εκεί ασχολήθηκε με τις κλασικές μορφές και άρχισε να συγκροτεί τα πρώτα θέματα που αργότερα θα ενσωματώνονταν στο καλλιτεχνικό του σύμπαν.

Μετά την Ακαδημία επέστρεψε στα εργαστήρια χαρακτικής, όπου γνώρισε την Κάθριν Μπουσέ, σύζυγο και συνεργάτη του για το υπόλοιπο της ζωής του. Ο Μπλέικ δεν ερωτεύτηκε απλώς την Κάθριν, αλλά αποτέλεσε προσωπικός της δάσκαλος και μαικήνας, διδάσκοντάς της γραφή, ανάγνωση, και την τέχνη του σχεδίου. Η Μπουσέ συνεισέφερε και στην εκτύπωση των γνωστών χαρακτικών του Μπλέικ, ενώ υπάρχουν αντικρουόμενες πληροφορίες σχετικά με το κατά πόσο ασπαζόταν τις αμφιλεγόμενες, για την εποχή, θέσεις του συζύγου της.

Το 1788 ο Μπλέικ ανέπτυξε μια διαδικασία χάραξης σε ανάγλυφο που του επέτρεψε να συνδυάσει εικονογραφήσεις και κείμενο στην ίδια σελίδα, ενώ προσάρμοσε τα μέσα ώστε να τα εκτυπώνει ο ίδιος, διασφαλίζοντας έτσι την πλήρη ανεξαρτησία της σκέψης και της έκφρασης. Αυτή η τεχνική ονομάζεται «φωτισμένη εκτύπωση» και τα τέσσερα πρώτα «φωτισμένα βιβλία» εμφανίστηκαν μεταξύ 1789 και 1794, ενώ αρκετές ανεξάρτητες έγχρωμες μονοτυπίες του δημιουργήθηκαν μετά το 1795. Η φωτισμένη εκτύπωση περιείχε τη γραφή του κειμένου των ποιημάτων σε χάλκινες πλάκες με στυλό και πινέλα, χρησιμοποιώντας ένα μέσο ανθεκτικό στα οξέα, επιτρέποντας στις εικονογραφήσεις να εμφανίζονται δίπλα σε λέξεις. Η μέθοδος δεν λειτουργούσε απλά αισθητικά, αλλά θύμιζε έντονα τα πατερικά κείμενα και τα εικονογραφημένα χειρόγραφα του μεσαίωνα, κάτι που ο ίδιος ο δημιουργός της επιδίωξε.

Ως χαράκτης, ο Μπλέικ είχε αναπτύξει τεχνικές που είχαν τόσο φιλοσοφικό όσο και καλλιτεχνικό νόημα. Η προτίμηση για γραμμές αντί θολώσεων υπογράμμιζαν την αντίθεση μεταξύ της νύχτας και της μέρας. Η γραμμή υποδείκνυε τη διαύγεια της ημέρας σε αντίθεση με το μυστήριο της νύχτας, και είναι μία καλλιτεχνική αποτύπωση των κύκλων που είχε εισηγηθεί. Εκτός από τα δικά του έργα, επιμελήθηκε την εικονογράφηση μίας σειράς λογοτεχνικών έργων και ποιημάτων, με τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, τον «Χαμένο Παράδεισο» του Τζον Μίλτον και το «Αυθεντικές ιστορίες αληθινής ζωής» της Μαίρη Γουόλστονκραφτ να ξεχωρίζουν.

Ποίηση και λογοτεχνία

Από νεαρή ηλικία, ο Ουίλιαμ Μπλέικ έγραφε ποιήματα, τα οποία συχνά μελοποιούσε με δικές του μελωδίες, ενώ κεντρικό ρόλο είχαν και πάλι τα αντιθετικά ζεύγη εννοιών. Αυτή η μέθοδος δεν είχε μόνο ποιητική λειτουργία, αλλά μπορούσε να λάβει και μία παιδαγωγική, πλατωνική διάσταση. Μέσα από την αντιπαραβολή αντιθετικών εννοιών, εξετάζονταν ιδέες και αντικείμενα με όρους αντιθέτων και, επιτρέποντας την πρόσβαση και στις δύο πλευρές της ζυγαριάς, ο άνθρωπος θα μπορούσε να φτάσει σε μια πραγματική κατάσταση φώτισης, πέρα από τη δεδομένη κατάσταση καταστολής. Η πρώτη ποιητική συλλογή του Μπλέικ ήταν τα «Ποιητικά Σχεδιάσματα» του 1783, που σήμερα περιγράφεται ως άσκηση ανακάλυψης και εξερεύνησης του προσωπικού στυλ γραφής, ενώ ήταν η μόνη συλλογή που κυκλοφόρησε χωρίς εικονογράφηση.

Το πιο γνωστό έργο του Ουίλιαμ Μπλέικ είναι τα «Τραγούδια της αθωότητας και της εμπειρίας» (“Songs of Innocence and Experience”) που κυκλοφόρησαν το 1789 και παρουσιάζουν έντονες επιρροές από το διαχρονικό θέμα της χαμένης αθωότητας. Το πρώτο μισό της συλλογής περιγράφει τον άσπιλο κόσμο της παιδικής ηλικίας, όπου η καθημερινότητα είναι γεμάτη μικρά θαύματα, ενώ στο δεύτερο μισό περιγράφεται η ζωή μετά την καταστροφή της αθωότητας από τις σκληρές πραγματικότητες της ζωής και την εμπειρία. Το θέμα του αποχωρισμού, της μετάβασης και της διαφοράς μεταξύ αθωότητας και εμπειρίας υπογραμμίζει τη θεωρία της αντίθεσης, της κυκλικότητας, της καταστολής και της σεξουαλικότητας. Μάλιστα, τα «Τραγούδια» συχνά γίνονται αντιληπτά ως ψόγος ενάντια στην Εκκλησία και το Κράτος, υποδεικνύοντας ότι η πραγματικότητα εισάγεται στη ζωή και αποκόπτει τον άνθρωπο από την ευημερία και την ψυχική γαλήνη. Μία άλλη ποιητική συλλογή που διέπεται από το ρομαντικό και επαναστατικό ιδεώδες του Μπλέικ είναι «Ο γάμος του παράδεισου και της κόλασης», η εξέταση της δυαδικότητας όπου, όπως ο ίδιος ο ποιητής περιέγραψε, παρουσιάζεται πως «η έλξη και η απώθηση, η λογική και η ενέργεια, η αγάπη και το μίσος, είναι απαραίτητα για την ανθρώπινη ύπαρξη». Ο Μπλέικ παρουσιάζει τόσο το κακό όσο και το καλό, ενώ περιλαμβάνει και την προσωπική του περιήγηση στον Κάτω Κόσμο, τέχνασμα που δανείζεται από τους (αγαπημένους του) Δάντη και Μίλτον. Κατά τον ποιητή, στον Άδη συναντά φιλοσόφους και προφήτες και εξετάζει την αναγκαιότητα του κακού για την ύπαρξη του καλού, αντιπαραβάλλοντας την ενέργεια της Κόλασης με την σταθερότητα του Παραδείσου.

Το 1803 ο Μπλέικ κατηγορήθηκε για ασέβεια προς τον Βασιλιά, ένα αδίκημα που μπορούσε να επιφέρει καταδίκη σε θάνατο δι’ απαγχονισμού εκείνη την εποχή. Αν και τελικά αθωώθηκε, το περιστατικό αποδείχτηκε τραυματικό για τον ίδιο και τον έκανε να στραφεί εκ νέου στη συγγραφή, αυτή τη φορά των προφητικών βιβλίων. Τα πιο γνωστά είναι το «Βιβλίο της Αχάνια» (“The Book of Ahania”), «Ιερουσαλήμ» (“Jerusalem”) και «Βάλα ή οι Τέσσερις Ζόας» (“Vala or The Four Zoas”), πάνω στα οποία βάσισε τον μυθολογικό του κόσμο. Τα προφητικά βιβλία ήταν σχετικά με την πολιτική και θρησκευτική καταπίεση, ενώ τοποθετούσε την ατομική καταπίεση ως πηγή της θεσμικής τυραννίας. Η προφητική μυθολογία του, που έγινε περισσότερο έκδηλη στα ύστερα ποιήματά του, είχε κάνει την εμφάνισή της στην τελευταία.

Πνευματισμός

Ο Ουίλιαμ Μπλέικ είχε δηλώσει ότι είδε τα πρώτα οράματα σε ηλικία μόλις 4 ετών, ενώ υποστήριζε τακτικά ότι επικοινωνούσε με πνεύματα και ανώτερες δυνάμεις. Αναφερόμενος στην φωτισμένη εκτύπωση, τόνιζε πως ανέπτυξε τη μέθοδο μετά από υπόδειξη του νεκρού αδελφού του, ο οποίος εμφανίστηκε στον ύπνο του και του παρουσίασε την καινοτόμα πρακτική. Τόσο τα χαρακτικά όσο και τα ποιήματά του είχαν έντονο το μεταφυσικό στοιχείο, με θέματα από τη Βίβλο και τη χριστιανική παράδοση, χωρίς να περιορίζεται στην αποτύπωση μόνο του Θείου, αλλά και του Κακού. Οι επιρροές του μυστικισμού και του γνωστικισμού είναι κάτι παραπάνω από έκδηλες, καθώς δεν τις χρησιμοποίησε μόνο ως όχημα για να χτίσει τη μυθολογία του, αλλά αποτέλεσαν τον πυρήνα της διαπραγμάτευσης μεταξύ πραγματικότητας και υπερβατικότητας.

Ο Μπλέικ, καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, είχε καταφέρει να πουλήσει μόλις σαράντα αντίτυπα των «Τραγουδιών της αθωότητας και της εμπειρίας» και, παρότι ήταν γνωστός στις λογοτεχνικές συντροφιές, είχε τη φήμη του παράφρονα. Πράγματι η σημασία του έργου του άρχισε να αναγνωρίζεται από τις επόμενες γενιές, οι οποίες αξιοποίησαν τους σπόρους της δημιουργίας του Μπλέικ για να δομήσουν τον ρομαντισμό, όχι ως στείρα αναπόληση της κλασικότητας, αλλά με την εξεύρεση μίας μέσης οδού μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας.

Τα πνευματικά οράματα, όπως παραδέχτηκε ο ίδιος ο ποιητής, ήταν έντονα και μεγάλης διάρκειας, γεγονός που τον ενθάρρυνε να τα καταγράψει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ενάργεια. Πράγματι υπάρχει ένα απόκοσμο στοιχείο στο έργο του, το οποίο αξίζει να το δούμε ως μία πνευματική αποτύπωση του κόσμου κι όχι στενά ως ψευδαισθήσεις ενός «τρελού», καθώς ο Μπλέικ δεν ήταν αποκομμένος από την κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Η διένεξη του 1803, που παραλίγο να τον οδηγήσει στο θάνατο, ουσιαστικά είχε πολιτικά κίνητρα, καθώς ο ποιητής ήταν ένθερμος υποστηρικτής της δημοκρατίας, όπως και της αμερικανικής και της γαλλικής επανάστασης, ορκισμένος αναθεωρητής και υποστηρικτής της ισότητας των φύλων. Ευρισκόμενος σε μία μεταιχμιακή εποχή, κλήθηκε να καταγράψει τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελέστηκαν στον δυτικό κόσμο, μέσα από ένα προσωπικό, συνειδησιακό πρίσμα. Δεν θα ήταν υπερβολικό να πούμε ότι ο Μπλέικ ήταν ένας αναγεννησιακός άνθρωπος στο κατώφλι της μοντέρνας εποχής ο οποίος πάλεψε να συγκεράσει το κλασικό πνεύμα των μεγάλων δασκάλων με το ισοπεδωτικό μέλλον της τεχνικής και της βιομηχανικής επανάστασης, που κλυδώνιζε την βρετανική κοινωνία.

Πηγές: Ουίλιαμ Μπλέικ (2018). Οι Γάμοι του Ουρανού και της Κόλασης, μτφρ Χάρης Βλαβιανός, Εκδόσεις Νεφέλη. Ουίλιαμ Μπλέικ (2015). 16 Ποιήματα, μτρφ Γιάννης Λειβαδάς, Εκδόσεις Κουκούτσι. David Bindman (1982). William Blake, His art and times. Art Gallery of Ontario. williamblake.org, nga.gov, tate.org.uk, blakearchive.org, britannica.com, skoletorget.no poetryfoundation.org, popaganda.gr

Φωτογραφία: World History Archive