Έκθεση της Όπυ Ζούνη, με τίτλο “Η τελευταία πινελιά-Το εργαστήρι της Όπυ Ζούνη»”, παρουσιάζει το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο …

Δελφών στις 6 Ιουλίου 2012 στους Δελφούς. Στην έκθεση θα παρουσιαστούν 26 έργα της αξέχαστης ζωγράφου Όπυ Ζούνη εκ των οποίων τα 21 έργα είναι της τελευταίας της δουλειάς που δεν έχουν ξανά παρουσιαστεί. Την επιμέλεια της παρουσίασης, έχουν ο σύζυγός της Αλέκος και τα παιδιά της. Σύμβουλος στην έκθεση θα είναι η παλαιά συνεργάτης του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών ιστορικός τέχνης και μουσειολόγος Κατερίνα Κοσκινά.

«Τα τελευταία χρόνια έχω τολμήσει στην απεικόνιση του χώρου τομές που ούτε εγώ προγενέστερα είχα φανταστεί», έγραφε η ίδια η Όπυ Ζούνη, αναφορικά με την πιο πρόσφατη δουλειά της. «Εκεί βρίσκεται και η γοητεία της έρευνας στην τέχνη. Εάν σ’ αυτές διακρίνεται η δική σου ταυτότητα, τότε όσο πληθαίνει το λεξιλόγιό σου, είτε αυτό είναι νέα μέσα έκφρασης είτε άλλες τεχνικές, γεννιέται πάντα το έναυσμα για κάτι άλλο. Χρησιμοποιώ την προοπτική ελεύθερα, όπως και τη συμμετρία. Δεν είναι αυτοσκοπός, ίσα-ίσα είναι το κλειδί, η ιδέα για κάτι άλλο… Όταν ο επισκέπτης σου λέει «η τέχνη με βοηθά να ζήσω», είτε είναι νέος είτε είναι τρίτης ηλικίας, σου δίνει την κινητήρια δύναμη για να δουλεύεις, να προχωρήσεις τον εαυτό σου… Απώτερος σκοπός κάθε καλλιτέχνη είναι η επικοινωνία με το κοινό και κάθε μουσείο καλείται με τη σειρά του να συνδράμει στην ολοκλήρωση αυτής της επικοινωνίας.»

«Είναι ειλικρινά μεγάλη τιμή να συμμετέχω στην παρουσίαση μιας ειδικής έκθεσης που προετοιμάστηκε με άπειρη φροντίδα και σεβασμό από τους δικούς της ανθρώπους και που παρουσιάζεται στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών», αναφέρει στο σημείωμα της η Κατερίνα Κοσκινά και συνεχίζει: «Στην έκθεση αυτή, που πρωτοπαρουσιάζονται και κάποια από τα τελευταία και άγνωστα ακόμη έργα της δημιουργού, προβάλλεται και πραγματώνεται εικαστικά η ισορροπία που διέπει φαινομενικά αντιθετικές φόρμες και τάσεις, μετατρέποντάς τις σε νοητικές ασκήσεις και αισθητικές απολαύσεις. 
 

Τα τελευταία χρόνια ο αυστηρός χαρακτήρας των έργων της Όπυς Ζούνη «διαταράχθηκε» από την παρεμβολή ακαθόριστων μορφολογικά χρωματικών στοιχείων, που αντιπαραβάλλονται στη σαφήνεια των γεωμετρικών σχημάτων των έργων της. Είναι σαφές ότι από τη δεκαετία του ’90 τα έργα της  Όπυ Ζούνη ακροβατούν  ηθελημένα μεταξύ δύο κόσμων. Ο ορθολογισμός που αποπνέουν δεν αποκλείει την πρόκληση συναισθηματικών φορτίσεων. Η Όπυ Ζούνη είναι μια γυναίκα καλλιτέχνις. Τα έργα της αντανακλούν όχι μόνο τη σκέψη της, αλλά και το συναίσθημά της. Η ίδια αγαπούσε τον κόσμο, τη φύση. Η αυστηρή λογική της φόρμας προέκυπτε γι’ αυτήν φυσικά από τον πραγματικό, τον εξωτερικό κόσμο. Τη «συμπλήρωσε» με τη ζεστασιά και τη φωτεινότητα του χρώματος, που πηγάζουν από τον εσωτερικό, ψυχικό κόσμο της δημιουργού και που παραπέμπουν, ακαθόριστα, σε κάτι  που θυμίζει την ελεύθερη ιμπρεσιονιστική χρωματική πανδαισία ή την εξπρεσιονιστική χειρονομιακή αποτύπωση ενός  έντονου συναισθήματος.. Αυτή η διπλή ταυτότητα προσέδωσε στο έργο της δυνατότητες για δύσκολους συνδυασμούς συνθετικούς, αισθητικούς αλλά και συναισθηματικούς, που αντί να προδίδουν, εμπλουτίζουν την πολύχρονη έρευνά της.»

«Αν συλλογιστώ το έργο της Όπυς Ζούνη αντιλαμβάνομαι, πράγματι, ότι αυτό το αίσθημα της άνετης επικοινωνίας, της διαισθητικής όσμωσης ανάμεσα σε ένα εξαιρετικά αυστηρό δομικό δεδομένο και ένα κλίμα καθολικής ευαισθησίας, ελεύθερο και σε πλήρη άνθηση, καθιστά το έργο της πολύ οικείο για το κοινό. Αυτή η ανάγκη τάξης μέσα στη γαλήνη είναι αυτό που αποτελεί, σε τελευταία ανάλυση, το κύριο πλεονέκτημα για εκείνους που θεωρούν το οπτικό γεγονός ως μια καθεαυτό πληρότητα και όχι ως μια ανοιχτή πόρτα σε όλες τις τυχαίες αποκλίσεις. Αυτός ο πλούτος των συγκινήσεων που υποδηλώνεται ή μεταδίδεται μέσα από το κενό των δομών μου φαίνεται η πιο συγκινητική, η πιο σαγηνευτική υπαρξιακή διάσταση και, χωρίς άλλο, η πιο αληθινή της καλλιτέχνιδας…» έγραφε σε παλιότερο σημείωμα του ο μεγάλος θεωρητικός της τέχνης Pierre Restany.

Η Οπυ Ζούνη έγραψε την ιστορία της στην ελληνική τέχνη. Γεννημένη στο Κάϊρο το 1941, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα από το 1963, όπου συνέχισε στη Σχολή Καλών Τεχνών τις σπουδές που είχε ολοκληρώσει σε πρώτη φάση στην Αίγυπτο. Από την δεκαετία του ’70 αναγνωρίζεται ως μια καλλιτέχνις της γεωμετρικής αφαίρεσης, ενώ από την δεκαετία του ’90 μπολιάζει τη δουλειά της και με μια εξπρεσιονιστική συνύπαρξη, όπως έλεγε η ίδια.

Στα τέλη του 2008 διακόπτεται το νήμα της ζωής της αφήνοντας πίσω της ένα πλούσιο έργο μοιρασμένο σε μουσεία, δημόσιους χώρους και ιδιωτικές συλλογές. Ένα απάνθισμα από τα πιο πρόσφατα έργα της δουλεμένα μέσα στο 2008 -«τελευταία πινελιά»- συμπληρωμένα με ελάχιστα προγενέστερα, παρουσιάζονται σ’ αυτή την έκθεση, σαν μια πρόταση ορισμού της καλλιτεχνικής της δημιουργίας.