Ακολουθώντας μια διαδρομή από την Καλαμάτα ως την Κομοτηνή και από το Ηράκλειο ως τη Φλώρινα, ο Νίκος Βατόπουλος επιχειρεί, μέσα από τα κείμενα και τις φωτογραφίες του, μια αποτύπωση του αστικού χώρου στην Ελλάδα καθώς το ασκημένο, υποκειμενικό του βλέμμα εστιάζει στην ατμόσφαιρα είκοσι τεσσάρων πόλεων, σε κτίρια και σε διαδρομές.

Ο Νίκος Βατόπουλος στον πρόλογό του γράφει για τη δημιουργία του βιβλίου:

«Μεγάλωσα με την αγάπη της Ελλάδας. Σχημάτισα αυτό το αίσθημα στο μυαλό μου, σαν ιδέα, μεγάλος πια, ίσως και να με ξάφνιασε. Ενδεχομένως να μην το είχα σκεφτεί με αυτούς τους όρους. Ηταν κάτι που με πήγαινε μπροστά από μικρός, με ωθούσε η αγάπη του τόπου εν γένει, όχι μόνο όσων ήξερα ή όσων θα συναντούσα αργότερα ταξιδεύοντας αλλά και όσων μου άρεσε να φαντάζομαι σε όλη τη γη: επαρχίες της Βραζιλίας, πόλεις της Σοβιετικής Ένωσης, εκείνα τα χρόνια, κωμοπόλεις της Αυστρο-Ουγγαρίας, από τις πτήσεις του νου στον χρόνο. Αλλά συγκίνηση αυθεντική άρχισα να νιώθω με το βίωμα του τόπου από μικρές και μεγάλες οικογενειακές εξορμήσεις, σε μικρούς και μεγάλους τόπους της Ελλάδας. […]

Από το 2016 άρχισα συστηματικά να περιηγούμαι στο σώμα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Ήταν η ηπειρωτική χώρα αυτή που μου τραβούσε ιδιαίτερα το ενδιαφέρον, ιδίως οι πόλεις που δεν ήταν απολύτως ή καθόλου τουριστικές. Βεβαίως, το βλέμμα μου αγκάλιαζε το σύνολο της χώρας από την Κρήτη ως τη Μακεδονία και από τη Θράκη ως τα Επτάνησα, αλλά η ανάγκη μου ήταν να περιεργαστώ το αστικό απόθεμα, που ένιωθα ότι ήταν παραμελημένο, αγνοημένο, υποτιμημένο και σε απόσυρση».

Όλη του η αγάπη για την Ελλάδα ήταν αποτέλεσμα προσωπικής εκπαίδευσης, καθώς μεγάλωσε παρακολουθώντας την από πολλές αφετηρίες. Οι οπτικές γωνίες διέφεραν, συχνά ήταν αφελείς ή ρομαντικές, αλλά όσο περνούσαν τα χρόνια συναιρούσαν όλα εκείνα τα αντιφατικά χαρακτηριστικά που κάνουν την έλξη ενός τόπου αναπόδραστη συνθήκη. Η μεγάλη αγάπη για τις ελληνικές πόλεις είναι κεντρικές στη θεώρησή του για τον κόσμο, το αύριο, την Ιστορία και τους ανθρώπους που έζησαν, ζουν και θα ζήσουν. Το ταξίδι συνεχίζεται…
Αυτά και πολλά ακόμα ενδιαφέροντα θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει το κοινό στις παρουσιάσεις του βιβλίου σε κάθε πόλη.

Γράφει για τη Δράμα

Στη Δράμα ένιωσα εκείνον τον ιδιότυπο αέρα της Ανατολικής Μακεδονίας, «καπνισμένο» από στρώσεις διηγήσεων, που αργότερα βρήκα σε βιβλία και άκουσα από χείλη. Αλλά σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, η πόλη αποκαλυπτόταν από μέσα προς τα έξω.

Ζητάει χρόνο η Δράμα, και πιο πολύ ζητούσε βλέμμα ανήσυχο μα στοχαστικό. Ο τόπος ο ίδιος έχει σελίδες αγριεμένης βίας στον εικοστό αιώνα, είναι πόλη ταλαιπωρημένη από τους Βαλκανικούς και τους δύο Μεγάλους Πολέμους, γι’ αυτό ήθελα να τη δω χωρίς πένθιμα τούλια αλλά με το φως μιας παρθένας ματιάς. Όσο και να προσπαθούσα, το πετύχαινα για λίγο, γιατί η Δράμα έχει βάρος από μόνη της, έχει σκοτεινές πλευρές σαν ένα νουάρ μυθιστόρημα για τα Βαλκάνια.

Στα σπλάχνα ενός παλιού ξενοδοχείου, σε μια από τις ωραίες προσόψεις του κέντρου της πόλης, ανάκατα ανάμεσα σε παλιά έπιπλα, σερβίτσια και ιστούς αράχνης, απέσπασα σαν τυμβωρύχος παλιές διαφημίσεις νεωτερισμών, σταυρωμένα ψηφοδέλτια του 1977 με τη φωτογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή και κιτρινισμένες εφημερίδες της δεκαετίας του ’60. Αυτή η χάρτινη πόλη που επιζεί, θρυμματισμένη και φθίνουσα, κρυμμένη σε ημίφως και σκιασμένα υγρά εσωτερικά, με ακολουθεί.

Γράφει για την Κομοτηνή

Περπατώντας στο κέντρο της Κομοτηνής, ένιωσα πολλές φορές αυτή την απόκοσμη γοητεία μιας πόλης που, όπως πολλές ακόμα στη διεθνή ιστορία, δεν ήταν προορισμένες να είναι παραμεθόριες.

Η Κομοτηνή προσφέρει αστικά βιώματα και σε κάνει να σκέφτεσαι πάνω στο μέλλον των πόλεων. Είναι αδύνατον να είσαι σε αυτή την πόλη και να μη σκεφτείς τρόπους και δυνατότητες για το καλύτερο μέλλον της. Όλα μοιάζουν ειρηνικά, και ταυτόχρονα τόσο δελεαστικά, καθώς η ίδια η φύση της περικλείει και εμπεριέχει όλη τη σύγχρονη και σύνθετη διεθνή ατζέντα για το αύριο των πόλεων. Πώς δηλαδή μπορεί μια πόλη μακριά από το «κέντρο», με μια ενδοχώρα ολοένα και πιο εξαρτημένη από τον τριτογενή παράγοντα, με μία πληθυσμιακή σύνθεση που αγκαλιάζει δύο θρησκείες και με μία ανάγκη διαρκούς επαναπροσδιορισμού, μπορεί όχι μόνο να ευημερήσει αλλά να προτείνει και ένα μοντέλο ευημερίας.

Κατά μία έννοια, είναι στο επίκεντρο ενός ευρωπαϊκού προβληματισμού. Είναι διεθνής μέσα από τα εργαλεία που προσφέρει για την κατανόηση της συνύπαρξης, της σύγκλισης και της συνοχής.

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ

Ο Νίκος Βατόπουλος γεννήθηκε το 1960. Από το 1988 εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Η Καθημερινή, στο πολιτιστικό ρεπορτάζ. Έχει ειδικευθεί σε θέματα αθηναϊκά και αστικού πολιτισμού. Το 2001 κυκλοφόρησε το βιβλίο του Το πρόσωπο της Αθήνας. Το 2011 ίδρυσε τη διαδικτυακή ομάδα πολιτών «Κάθε Σάββατο στην Αθήνα» που αριθμεί πάνω από 23.000 μέλη. Το 2014 έκανε την πρώτη ατομική του έκθεση φωτογραφιών με θέμα «Η Αθήνα ενός αθηναιογράφου» (αίθουσα τέχνης «ena») και παρουσίασε ως προσωπικό πρότζεκτ την έκθεση «Η Αθήνα της δεκαετίας του 1960» στην Ελληνοαμερικανική Ένωση. Το 2018 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ το βιβλίο του Περπατώντας στην Αθήνα (κυκλοφορεί και αγγλική έκδοση με τον τίτλο Walking in Athens) και το 2019 το βιβλίο του Μικροί δρόμοι της Αθήνας.