Καθώς ο ασβέστης λειαίνει τις διαφορές ανάμεσα στους κυκλαδίτικους όγκους σε ένα ομογενοποιημένο λευκό σκηνικό – συνώνυμο του ελληνικού καλοκαιριού, η χλωρίνη, που καθαρίζει τους χώρους που θα υποδεχτούν τους επισκέπτες, ποτίζει τις αόρατες μετανάστριες, στη συντριπτική πλειοψηφία τους, εργάτριες που υπηρετούν το τουριστικό όνειρο, η έκθεση «Οι πέτρες καίνε τον Ιούλιο και μαζί καίνε και τα μάτια μου» επιχειρεί να πει μια ιστορία πιο συμπεριληπτική, πιο ρευστή, πιο λοξή. Kουτσομπολιά και προσωπικές αφηγήσεις κατοίκων της Μάρπησσας, ηχογραφήσεις από καφενεία του νησιού που οι θαμώνες τους μιλούν Αλβανικά, αλλά και ηχοτοπία, ποιήματα, νέα ή παλιότερα, γραμμένα ως μέρος της εικαστικής διαδικασίας. Αυτή η ιστορία είναι πιο αφτιασίδωτη, πιο προσωπική, πιο συν-αισθηματική, δεν έχει ασβεστωθεί προσεκτικά, δεν είναι γραμμένη σε μάρμαρο, ούτε ακίνητη σαν τα tableaux vivant που φτιάχνουν με τα σώματά τους επιμελώς οι κάτοικοι της Μάρπησσας στις «Παραστάσεις» του Πάσχα, ένα από τα έθιμα που ενέπνευσε ορισμένα από τα συμμετέχοντα στη φετινή έκθεση.

Μέσα από τα έργα της έκθεσης, καθώς περιηγούμαστε μέσα από πλάνα στον Περιφερειακό και στις αδιάφορες το καλοκαίρι τοποθεσίες των «Παραστάσεων» και αναζητάμε τις φωνές και τις σκέψεις πίσω από τα ακούνητα ανθρώπινα αγάλματα του Πάσχα, καθώς αλλάζουμε κατά βούληση το ρητό μιας παλιάς μαρμάρινης πινακίδας, καθώς επεμβαίνουμε σε φωτογραφίες του τόπου μεταφέροντας τη βιωμένη εμπειρία και προσπαθώντας να θεραπεύσουμε τα τραύματα της δεύτερης γενιάς μετανάστριας εργάτριας σεζόν, καθώς δίνουμε το μικρόφωνο στις Μαρπησσαίες να μιλήσουν πίσω από τη μάσκα της αρχαίας θεότητας που έδωσε το όνομα της στο χωριό τους, καθώς παρακολουθούμε την αγροτική ζωή ενός άλλου αρχαίου (μη) τόπου που θα μπορούσε (ή δεν θα μπορούσε) να βρίσκεται κάπου πίσω από τον Μώλο, διαβάζουμε ξανά και ξανά το «Ενδιάμεσα», το θέμα του φετινού φεστιβάλ Διαδρομές στη Μάρπησσα. Προσπαθούμε να το καταλάβουμε, αναζητάμε τους ορισμούς του και προτείνουμε νέους, συλλογικούς ορισμούς, διεκδικούμε χώρο στο δημόσιο, σκεφτόμαστε πάνω στην αυτοχθονία, τη μνήμη, το συλλογικό, το δημόσιο, τον χώρο, κυριολεκτικό και μεταφορικό, που έχει το καθένα μας. Διερωτόμαστε πώς γράφεται, τελικά, η ιστορία της Πάρου και πώς επιλέγονται οι παραδόσεις που διασώζονται ως πολιτιστική κληρονομιά. Ποιά άτομα συμμετέχουν σε αυτήν την εξιστόρηση και ποιών τις ιστορίες λέμε και ακούμε. Και προσπαθούμε να κάνουμε ορατό αυτό το «Ενδιάμεσα», τα κενά των ιστοριών, τους ενδιάμεσους τόπους που δεν συμπεριλαμβάνονται στην αφήγηση του ελληνικού καλοκαιριού, τις μικροιστορίες, αλλά και τις αφηγήσεις εκείνων που δεν συμμετέχουν στη συγγραφή της ιστορίας και το γιατί αυτές διαγράφονται.

Τα έργα:

Μαρία Κ. και Μαρλένο, “Ασβέστωμα”, εγκατάσταση

Ο αόρατος χαρακτήρας της έμφυλης και μεταναστευτικής εργασίας εμπνέει του έργο της Μαρίας Κ. και του Μαρλένο. Στην εγκατάσταση “Ασβέστωμα”, για την οποία διάλεξαν ένα χώρο – αποτέλεσμα του γκρεμίσματος ενός σπιτιού ξεφεύγει από την κυρίαρχη λευκότητα, αποτελείται από φωτογραφίες, ήχους, ρούχα, προφορές, πειραγμένα από τον ασβέστη. “Όλο τον χρόνο άνθρωποι ασπρίζουν τα σπίτια και μαζί ασπρίζουν και τα ρούχα τους, ο ασβέστης πέφτει πάνω στο δέρμα τους και το καλοκαίρι δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τους ανθρώπους αυτούς όταν κάθονται μπροστά από τα σπίτια. Το λευκό πάνω στους ίδιους, στα σπίτια και την πόλη είναι μία διαρκή υπενθύμιση ότι το λευκό πρέπει να διατηρηθεί, να παραμείνει καθαρό, να ασπρίσει πάλι. Η λευκότητα και η ορατότητα δημιουργούν έτσι κάθε φορά τις προϋποθέσεις για την αορατότητά και τη συνεχή λευκότητά τους. Τους ψάχνουμε στο χωριό και τους εντοπίζουμε χαμηλόφωνα. Τους ψάχνουμε στο χωριό και τους καλούμε στα σημεία που σπάει το λευκό. Δεν μας αρέσει να κρατάμε το λευκό λευκό.”

Ορέστης Μαυρουδής, “Σήμερον ἡμῶν, αὔριον ἑτέρων και οὐδέποτε τινῶν”, εγκατάσταση

Περπατώντας στη Μάρπησσα, ο Ορέστης Μαυρουδής στάθηκε στη φράση «Σήμερον ἐμοῦ, αὔριον ἑτέρου και οὐδέποτε τινὸς» η οποία, σκαλισμένη σε πέτρινη επιγραφή του 1880, κοσμεί την πρόσοψη της οικίας του ιερομόναχου Γρηγορίου Λουρίδη στη Μάρπησσα. Η δική του επιγραφή “Σήμερον ἡμῶν, αὔριον ἑτέρων και οὐδέποτε τινῶν” είναι η μεταφορά από τον ενικό στον πληθυντικό αριθμό της αρχικής πρότασης. Η φράση αναφέρεται στη ματαιότητα της ιδιοκτησίας και η μετάφραση του νοήματός της στα νέα ελληνικά είναι «Σήμερα δικό μου, αύριο κάποιου άλλου και ποτέ κανενός». Η χρήση πληθυντικού αριθμού και η τοποθέτηση της νέας επιγραφής στην πρόσοψη του κτιρίου της κοινότητας, δίπλα στην κεντρική πλατεία της Μάρπησσας, στοχεύουν στη μετατόπιση της σημασίας της φράσης από την προσωπική στη συλλογική ιδιοκτησία.

Σοφία Ντώνα, “Παραστάσεις 2023”, βίντεο (2023)

Οι Παραστάσεις ή Αναπαραστάσεις του Πάσχα και οι ιστορίες που άκουσαν οι καλλιτέχνες-ίδες από τις Μαρπησσαίες γι αυτές υπήρξαν αφορμή για δύο από τα έργα της έκθεσης. Στις “Παραστάσεις 2023” της Σοφίας Ντώνα μια σειρά σταθερών πλάνων γυρισμένα το καλοκαίρι αποτυπώνουν τις τοποθεσίες εκείνες στη Μάρπησσα όπου συμβαίνει το έθιμο το Πάσχα. Το πάρκινγκ, το νηπιαγωγείο, οι ελιές, το γήπεδο, το μπαλκόνι ενός κτιρίου, αποτυπώνονται χωρίς τις δράσεις της Υπαπαντής, του Μυστικού Δείπνου ή της Σταύρωσης. Μέσα στην καλοκαιρινή σεζόν, οι τοποθεσίες των Παθών εμφανίζονται άδειες ή γεμάτες από κόσμο χωρίς να γίνεται αντιληπτό ότι έχουν επιλεχθεί από την κοινότητα ως τόποι μιας συγκεκριμένης δράσης άλλης εποχής. Οι τοποθεσίες βρίσκονται όλες στον περιφερειακό δρόμο του χωριού ακριβώς επειδή αυτόν ακολουθεί η περιφορά του επιταφίου. Το βίντεο “Παραστάσεις” θα προβληθεί στο παλιό θερινό σινεμά, φέρνοντας έτσι στο εσωτερικό της Μάρπησσας όλες εκείνες τις τοποθεσίες που την οριοθετούν. Το ηχητικό του βίντεο αποτελείται από συνεντεύξεις με κατοίκους που μιλάνε για τους ρόλους που έχουν κατά καιρούς πάρει στις αναπαραστάσεις.

VASKOS, “Δεν ήτανε τυχαίο που η Μάρπησσα προτίμησε τον Ίδα απ’ τον Απόλλωνα… Μάρπησσα και άλλες ιστορίες *”, συμμετοχική performance (Κυριακή 27/08)

Η συμμετοχική performance “Δεν ήτανε τυχαίο που η Μάρπησσα προτίμησε τον Ίδα απ’ τον Απόλλωνα… Μάρπησσα και άλλες ιστορίες *” των VASKOS (Βασίλης Νούλας & Κώστας Τζημούλης) θα προκύψει από ένα τριήμερο εργαστήριο στο χωριό, όπου διερευνούν συλλογικά τον ενδιάμεσο αφηγηματικό χώρο ανάμεσα σε μυθοπλασία και προσωπικό βίωμα. Το υβριδικό υλικό που προκύπτει οργανώνεται με όρους αναπαράστασης που εμπνέονται και από την πλούσια παράδοση των “παραστάσεων” των Παθών, προκειμένου να επιχειρήσουν μια δημόσια παρουσίαση-αφήγηση. “Ξαναβλέπουμε και ξανα-αφηγούμαστε το μύθο (τους μύθους) της Μάρπησσας εμπλουτίζοντας το υλικό με προσωπικές ιστορίες και αφηγήσεις, καθώς και με φήμες και κουτσομπολιά από διηγήσεις που έχουμε ακούσει και θέλουμε να μοιραστούμε. Πλάθουμε υβριδικές ιστορίες, κάπου στον ενδιάμεσο χώρο μεταξύ προσωπικού και δημόσιου, χρησιμοποιώντας ίσως το μυθικό υλικό της Μάρπησσας ως μάσκα. Εμπνεόμαστε με σεβασμό κι αγάπη από την πλούσια παράδοση των “παραστάσεων”, και προχωράμε σε οργάνωση των ιστοριών μας προκειμένου να δοθεί μια γρήγορη κι αποτελεσματική δημόσια παρουσίαση-αφήγηση”.

(* Ο στίχος “Δεν ήτανε τυχαίο που η Μάρπησσα προτίμησε τον Ίδα απ’ τον Απόλλωνα” είναι από το ποίημα του Γιάννη Ρίτσου “Η εκλογή της Μάρπησσας”, 1968)

Δανάη Ηώ, “Sprouts of a dragon’s teeth”, βίντεο (2023)

Η Δανάη Ηώ δεν επισκέφτηκε τη Μάρπησσα αλλά το βίντεο “Sprouts of a dragon’s teeth” (2023) μας μεταφέρει σε έναν ενδιάμεσο τόπο που θα μπορούσε να βρίσκεται κάπου ανάμεσα στα πολυσύχναστα παραθαλάσσια θέρετρα και τα εργατικά μετόπισθεν του τουρισμού. Ανάμεσα σε αγροτικά τοπία, βιομηχανικά ερείπια και ενός αρχαίου θεάτρου, ζώα και ζωύφια περιφέρονται στον κάμπο της αποβιομηχανοποιημένης Θήβας. Μια ομάδα αγροτικών εργατών ετοιμάζεται για το μεσημεριανό τους διάλλειμα. Η σχέση μεταξύ ανθρώπων και τόπου θέτει την ταινία ως ένα ποίημα που αφορά την αυτοχθονία, την ετερότητα και το μύθο. Το έργο είναι απόρροια της συνεργασίας μεταξύ της Ηώ και του Στάθη Γουργουρή. Ο τίτλος αναφέρεται στο μύθο του Κάδμου, ο οποίος, μη μπορώντας να βρει την αδελφή του Ευρώπη στην Ελλάδα, έγινε ο ιδρυτής της Θήβας. Στην πορεία σκότωσε έναν δράκο και έσπειρε τα δόντια του από τα οποία ξεπήδησαν ένοπλοι άνδρες που άρχισαν να πολεμούν μεταξύ τους. Ο μύθος μπορεί να διαβαστεί ως μια αλληγορία που συνδέει την πράξη της ίδρυσης με μια βία που είναι βέβαιο ότι θα επαναληφθεί. Η εικαστικός εστιάζει στο πως η οικοδόμηση του έθνους της Ελλάδας έγκειται στη διεκδίκηση του ρόλου της ως θεμέλιο της ευρωπαϊκής σκέψης καθώς και ως πολιτιστική βάση πάνω στην οποία αναπτύχθηκε η εθνική-πολιτισμική θεμελίωση σε όλη την αποικιοκρατική Ευρώπη.

“Τι γεννιέται από το έδαφος; Οι πέτρες καίνε τον Ιούλιο και μαζί καίνε και τα μάτια μου.” διαβάζω σε ένα ποίημα της Δανάης Ηώ, από την ίδια σειρά έργων, απ’ όπου δανείζεται τον τίτλο της η έκθεση. Τα έργα μεταβολίζουν λιγότερο ή περισσότερο βίαιες πρακτικές “σποράς” που συνδέονται με την καλλιέργεια της πολιτισμικής και εθνικής μας κληρονομιάς με την ελπίδα να θερίσουν πιο υβριδικές και ανοιχτές ταυτότητες και αφηγήσεις.

* Στίχος από το ποίημα της Δανάης Ηώ “Τι γεννιέται από το έδαφος;”

Επιμέλεια: Δέσποινα Ζευκιλή
Συμμετέχουν: Δανάη Ηώ, Μαρία Κ. και Μαρλένο, Ορέστης Μαυρουδής, Σοφία Ντώνα, VASKOS.

Λίγα λόγια για τους συμμετέχοντες:

Η Δανάη Ηώ, μέσω βίντεο, ήχων και κειμένων, πραγματεύεται τη γλώσσα ως ενεργό παράγοντα στη συστηματοποίηση και κωδικοποίηση κοινωνικοπολιτικών δομών. Έχει συνιδρύσει την ερευνητική ομάδα «System of Systems», η οποία, μέσα από τη διοργάνωση εκθέσεων, βιβλίων και εκδηλώσεων, εστιάζει στη διαδικασίες διαχείρισης της μετανάστευσης στην Ευρώπη. Παράλληλα, συνδιοργανώνει το ερευνητικό πρότζεκτ «Schemas of Uncertainty», το οποίο πραγματεύεται τις έννοιες της πρόβλεψης και της προφητείας στον σύγχρονο καπιταλισμό.

Η Μαρία Κ. εργάζεται στον τουριστικό κλάδο τα τελευταία χρόνια και παράλληλα παρατηρεί και συλλέγει εικόνες, προφορικές ιστορίες , συνταγές και κεντήματα από γυναίκες του στενού και ευρύτερου της κύκλου. Προσπαθεί, έτσι, να επανοικειοποιήθει και να καταλύσει το τραύμα και τις μορφές θεραπείας που δόθηκαν στην ίδια ατομικά και συλλογικά ως παρακαταθήκη.

Του Μαρλένο του αρέσει να ερευνά και να παίζει με φωτογραφίες, ήχους και λέξεις, μετακινήσεις, χρώματα και αφηγήσεις. Ενδιαφέρεται να εντοπίσει τους τρόπους που ξεχνάμε και θυμόμαστε και κρατά με φροντίδα και συνέπεια το σώμα του ως αρχείο.

Η εικαστική πρακτική του Ορέστη Μαυρουδή εστιάζει στην αφαίρεση, την αλλοίωση και τη μετατόπιση ως καλλιτεχνικές αξίες, καθώς και στις δυνατότητες δημιουργίας με όσο το δυνατόν λιγότερα στοιχεία. Δουλεύει κυρίως με μικρές διαστάσεις και κοινά υλικά και έχει ως στόχο τη μέγιστη οικονομία μέσων. Αντλεί έμπνευση από την ανάλυση της πολιτικής, ιδεολογικής και κοινωνικής βάσης κάθε επιλογής που αφορά τη μορφή, το περιεχόμενο και την παρουσίαση του έργου τέχνης.

Η Σοφία Ντώνα είναι αρχιτέκτονας και εικαστικός και μέσω της εικαστικής δουλειάς της φωτίζει τις ιστορικές και κοινωνικές επιρροές των τόπων μέσω της αλλοτρίωσης. Είναι µέλος της οµάδας Αφροδίτη* η οποία επιµελήθηκε το κουηρ-φεµινιστικό φεστιβάλ ‘Αφροδίτη*’ σε συνεργασία µε το φεστιβάλ Αθηνών, το Ινστιτούτο Γκαίτε και το ίδρυµα Ροζα Λούξενµπουργκ (2018, 2019, 2020), όπως επίσης και µέλος της οµάδας ΝΙΟΝΙΑ ΦΙΛΜΣ η οποία από το 2022 ξεκίνησε ένα κουήρ-φεµινιστικό αρχείο κινηµατογράφου.

Οι VASKOS είναι η καλλιτεχνική συνεργασία μεταξύ του Βασίλη Νούλα και του Κώστα Τζημούλη. Η διεπιστημονική τους πρακτική, η οποία περιλαμβάνει περφόρμανς, φωτογραφία, ζωγραφικά έργα, κεραμικά, εκδόσεις, καθώς και την επιμέλεια εκθέσεων, διερευνά με παιγνιώδη τρόπο την έννοια της καλλιτεχνικής, σεξουαλικής και εθνικής ταυτότητας.

Κεντρική φωτογραφία θέματος: Δανάη Ηώ, Sprouts

Διαβάστε επίσης:

Διαδρομές στη Μάρπησσα 2023: Ενδιάμεσα
Διαδρομές στη Μάρπησσα 2023: Το αναλυτικό πρόγραμμα