Ο Ανταίος Χρυσοστομίδης συζητά με τον γνωστό Γάλλο συγγραφέα Ζαν Ματέρν με αφορμή τα βιβλία του «Τα λουτρά του Κιράλυ» και «Από μέλι και γάλα» από τις εκδόσεις Εστία.

Η συζήτηση, θα πραγματοποιηθεί τη Δευτέρα 22 Απριλίου 2013, στις 20.00

Κάθε μήνα, κάποιος γνωστός ξένος συγγραφέας, με έργο μεταφρασμένο στα ελληνικά, θα συνομιλεί με τον Ανταίο Χρυσοστομίδη για τη ζωή του, το έργο του, τη λογοτεχνία, αλλά και θέματα που άπτονται της επικαιρότητας.

Τα λουτρά του Κιράλυ

Με αφορμή την απώλεια της αδελφής του σε ένα ατύχημα, ο Γκαμπριέλ ζει από μικρός τη σιωπή των γονιών του γύρω από όλα τα μεγάλα θέματα της ζωής, κυρίως γύρω από το θάνατο. Χτίζει έναν κόσμο παρατήρησης και λέξεων, ή μάλλον παρατήρησης μέσω των λέξεων, έναν κόσμο ο οποίος εξελίσσεται με την ενήλικη περιπλάνησή του στον κόσμο των γλωσσών και της λογοτεχνίας. Ο πρωταγωνιστής, ένας μεταφραστής που περιπλανιέται ανάμεσα στη Γαλλία, την Αγγλία και την Ουγγαρία, κάνει ό,τι μπορεί για να πιστέψει στην ευτυχία. Αφηγείται με τον χαμηλότονο τρόπο της εσωτερικής λογοτεχνίας την πορεία του στη ζωή και την αγωνιώδη προσπάθειά  του να μεταβεί από τον κόσμο της σιωπής στον κόσμο της αληθινής επικοινωνίας.  Πράγμα που θα συμβεί με τρόπο απρόσμενο, ανατρέποντας τις ιδέες του.Τα λουτρά του Κιράλυ είναι η κατάβαση ενός μοναχικού ανθρώπου στα μυστήρια της ύπαρξης, της καταγωγής, της γλώσσας. Η φιλία, ο έρωτας, η μύηση στην ουσία της ζωής περιγράφονται στο μυθιστόρημα αυτό με το συγγραφικό ήθος της ώριμης κεντροευρωπαϊκής λογοτεχνίας.

Από μέλι και γάλα

Χωρίς να ξέρω τι περίμενε όλους εκείνους που πίστευαν ότι βρίσκονται «στον τόπο τους», σ’ αυτή τη λωρίδα γης τη στριμωγμένη ανάμεσα σε ό,τι απέμενε από τις μεγάλες αυτοκρατορίες, και που πίστευαν επίσης ότι θα μάθαιναν να συμβιώνουν με τους Ρώσους  στο κάτω κάτω αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που η διοίκηση περνούσε σε άλλα χέρια, στο πέρασμα των αιώνων είχαν υποταχθεί στους Αυστριακούς, στους Ούγγρους και στους Ρουμάνους , χωρίς την παραμικρή ιδέα του τι ερχόταν, φοβήθηκα. Απλώς φοβήθηκα. Ο πατέρας μου δεν έλεγε «προπαγάνδα» αλλά «ακατάληπτα λόγια» αναφερόμενος στην τρομοκράτηση από τους Γερμανούς. Αυτά σκεφτόμουνα συνεχώς, αλλά ο πατέρας μου ήταν μακριά και δεν έδινε σημεία ζωής. Ο Στέφαν όμως ήταν εδώ, παρών, κι όπως εκείνος, όλα σχεδόν τα αγόρια της πόλης είχαν αποφασίσει να φύγουν. Κι όπως αυτοί, επαναλάμβανε αδιάκοπα: «Οι Ρώσοι θα μας σφάξουν, θα το δεις». Όσο κι αν επέμενα ότι, για την ώρα, εκείνοι που κόντεψαν να με σκοτώσουν ήταν οι Γερμανοί κι ότι δεν είχαμε να φοβηθούμε τίποτα, ήξερα ότι ο Στέφαν δεν επρόκειτο να αλλάξει γνώμη. Δεν είμαι περήφανος που φοβήθηκα, που το έβαλα στα πόδια μαζί με τον γερμανικό στρατό. Δεν είμαι περήφανος που άφησα τη γριά γιαγιά μου στο κατώφλι. Που δεν περίμενα την επιστροφή του πατέρα μου. Που δεν πρόλαβα καν να πάω στον τάφο της μάνας μου μια τελευταία φορά. Το ωραίο καλοκαίρι μας είχε τελειώσει για τα καλά, ο σοβιετικός στρατός βρισκόταν λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη. Μα το φθινόπωρο ήταν τόσο γλυκό.

Όταν την συναντάει το 1957, βγαίνοντας από μια συναυλία υποστήριξης στους Ούγγρους πολιτικούς πρόσφυγες, ο αφηγητής γνωρίζει ότι μπορεί να της προσφέρει μια ζωή από μέλι και γάλα. Με τη Σουζάν, αυτή τη νεαρή και θεληματική γυναίκα που φεύγει μακριά από τη Βουδαπέστη και την επανάσταση που χάθηκε, έχουν κοινή την εμπειρία της εξορίας και την επιθυμία να χτίσουν ένα καλύτερο μέλλον. Τώρα, στη δύση του βίου του, θυμάται. Θυμάται τον αγώνα του ενάντια στον τύφο, όταν, το φθινόπωρο του 1944, φεύγει βιαστικά με τον φίλο του Στέφαν από το Τέμεσβαρ, μια πόλη που την διεκδικούσαν οι αντίπαλες στρατιές. Ρουμάνος από το Μπανάτ, γαλλικής καταγωγής ωστόσο, δεν θα αισθανθεί ποτέ στο σπίτι του στη γαλλική Καμπανία όπου καταλήγει να ζήσει και να κάνει οικογένεια με τη Σουζάν. Ένα οικογενειακό δράμα θα αναστατώσει τη ζωή του ζευγαριού, που προσπάθησε όσο τίποτα να λησμονήσει τα συλλογικά τραύματα. Βαθιά ριζωμένο στην Ιστορία της Ευρώπης, και ιδίως στον Δεύτερο Παγκόσμιο και τις ασύλληπτες μετακινήσεις πληθυσμών στο εσωτερικό της ηπείρου, το δεύτερο μυθιστόρημα του Ζαν Ματέρν, ήδη γνωστού στο ελληνικό κοινό από το μυθιστόρημα Τα λουτρά του Κιράλυ, αναδεικνύει την ιστορία μιας διπλής εξορίας. Υφαίνοντας με μαεστρία συναισθήματα  και αισθήσεις, ο συγγραφέας ζωντανεύει τους ήρωές του με μοναδική αληθοφάνεια.

Ο συγγραφέας:

Ο Ζαν Ματέρν γεννήθηκε το 1965 στην Αλσατία, σε μια οικογένεια με κεντροευρωπαϊκή καταγωγή. Ζει στο Παρίσι με τη γυναίκα και τα τρία παιδιά του. Έχει από πολλά χρόνια την ευθύνη της σειράς ξένης λογοτεχνίας στον εκδοτικό οίκο Γκαλιμάρ. Τα λουτρά του Κιράλυ είναι το πρώτο του μυθιστόρημα. Το βιβλίο έχει ήδη μεταφραστεί σε επτά γλώσσες.