“Η Τέχνη είναι ψέμα που μας κάνει να συνειδητοποιούμε την αλήθεια, τουλάχιστον την αλήθεια που μας δόθηκε να καταλάβουμε.”

Πάμπλο Πικάσο

Ο Τομ Στόπαρντ, ο σπουδαίος Βρετανός θεατρικός συγγραφέας του 20ου αιώνα, με την τσέχικη καταγωγή, έγραψε το πρώτο σημαντικό θεατρικό του έργο χρησιμοποιώντας ως πρώτη ύλη τον γνωστό μύθο του Άμλετ, με στόχο να ανοίξει μια νέα προοπτική για το αρχικό κείμενο αλλά και να δημιουργήσει ένα νέο έργο που θέτει μεγάλα ερωτήματα για την τύχη, την ελεύθερη βούληση, την ανθρώπινη ύπαρξη, τα όρια της πραγματικότητας και της ψευδαίσθησης.

Η μεγαλοφυΐα του Στόπαρντ έγκειται στο ότι ρίχνει ένα φανταστικό “βλέμμα” στο κόσμο της δημοφιλούς τραγωδίας -την οποία αντιστρέφει- και μας μεταφέρει μία σύγχρονη και παράλογη τραγικοκωμωδία υπό το πρίσμα δύο δευτερευόντων χαρακτήρων. Το αποτέλεσμα: Η πρώτη παράσταση δύο “ασήμαντων” κομπάρσων σε ρόλο πρωταγωνιστή. Στην τέχνη όμως, όπως και στη πραγματική ζωή, τίποτα δεν είναι ασήμαντο.

Το εν λόγω έργο στην ολοκληρωμένη εκδοχή του [1], υπό τον τίτλο «Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί», που παρουσιάστηκε πρώτη φορά στο Φεστιβάλ του Εδιμβούργου (24 Αυγούστου 1966) από φοιτητές της Οξφόρδης, ενώ την επόμενη χρονιά (11 Απριλίου 1967) ανέβηκε στη σκηνή του Old Vic ως παραγωγή του Εθνικού Θεάτρου, κατέκτησε το κοινό –ειδικά το νεανικό- και έκανε διάσημο τον Sir Tom Stoppard μέσα σε μία νύχτα! Έκτοτε συμπεριλαμβάνεται στο κλασικό ρεπερτόριο ερασιτεχνικών και πειραματικών θεατρικών σχημάτων παγκοσμίως.

Η παράσταση

Η εταιρεία θεάτρου «Εν Δράσει», μετά την πρώτη της επιτυχημένη παραγωγή «Γράμματα αγάπης στον Στάλιν» του Χουάν Μαγιόργκα, επέλεξε να αναμετρηθεί με το αριστούργημα του Στόπαρντ, υπό την σκηνοθετική καθοδήγηση του Δημήτρη Μυλωνά.

Ο ίδιος, μαζί με την Άννα Ελεφάντη, ανέλαβε την μετάφραση αλλά και την δραματουργική επεξεργασία του κειμένου με στόχο να το επικαιροποιήσει. Θέλοντας λοιπόν να δώσει βαρύτητα στην αυτοαναφορικότητα και στον αυτοσαρκασμό του πρωτοτύπου, υπονόμευσε την ψευδαίσθηση διπλασιάζοντάς την και έτσι δημιούργησε μία σκωπτική απομίμηση της σύγχρονης ανθρώπινης συμπεριφοράς, της ελληνικής παθογένειας αλλά και της θεατρικής τέχνης. Από την αρχή φέρνει το παρασκήνιο στο προσκήνιο, αποδομεί κάθε θεατρική έννοια και συμβατικότητα, προβάλλει την ιδέα του θεάτρου ως ψευδαίσθηση και αποκαλύπτει τους μηχανισμούς του.

Ο Γιώργος Παπαπαύλου και ο Γεράσιμος Γεννατάς -ως Ρόζενκραντζ και Γκίλντενστερν αντίστοιχα- αναλαμβάνουν να μας περιγράψουν το “ταξίδι” των δύο περιθωριακών αυλικών του Άμλετ που, βρίσκονται σε πλήρη σύγχυση, ανίκανοι να θυμηθούν το παρελθόν τους και να λάβουν αποφάσεις για την ζωή τους, μπροστά στον επικείμενο θάνατό τους.

Το πρωταγωνιστικό δίδυμο ξεκινά να παίζει κορώνα- γράμματα από την αυλή και το φουαγιέ του Επί Κολωνώ για να καταλήξει στη συνέχεια στο σουρεαλιστικό πάτωμα της κεντρικής σκηνής, ενώ ακούγεται ηχογραφημένο το διάσημο σαιξπηρικό ερώτημα «To be or not to be».

Μετά από 92 συνεχείς ρίψεις (!) με το ίδιο αποτέλεσμα (Κορώνα), αρκετούς συλλογισμούς για την θεωρία των πιθανοτήτων, φιλοσοφικούς στοχασμούς και έντονη στιχομυθία, θα συναντήσει τον Παίκτη Θοδωρή Σκυφτούλη και τους Τραγωδούς: Άννα Ελεφάντη, Σπύρο Χατζηαγγελάκη, έναν περιπλανώμενο θίασο -κάτι ανάμεσα σε κλόουν, ακροβάτες, καουμπόιδες της Άγριας Δύσης-, που βρίσκεται σε καιρό παρακμής και επιθυμεί να επιβεβαιώσει τον λόγο της ύπαρξής του σε μία νέα παράσταση αυτοσχεδιασμού. Ο Ρος και ο Γκιλ θα φορέσουν το προσωπείο της καθημερινότητας για να παίξουν στην τραγωδία του Άμλετ, σε έναν “αγώνα” μέχρι τελικής πτώσης..

Από ένα σημείο και μετά ηθοποιοί, ρόλοι, χαρακτήρες, ενδοσκηνικοί θεατές μπερδεύονται σε ένα φανταχτερό σόου∙ Όλοι παίζουν και παίζονται∙ Σε αφάνταστα γρήγορο τέμπο αλλάζουν ταυτότητες, μπαινοβγαίνουν από ξύλινα κιβώτια/φέρετρα (με επιγραφές όπως: Metropolitan Opera, Odeon κ.ο.κ), τραγουδάνε, κάνουν ταχυδακτυλουργικά κόλπα, χορεύουν, πετάνε γαρύφαλλα, σπάνε πιάτα, με αποτέλεσμα ο θεατής να χάνεται και να καθίστανται απαραίτητες οι -έξυπνα τοποθετημένες- φωτεινές πινακίδες Άμλετ, Όχι Άμλετ για να καταλάβει ποιο έργο παρακολουθεί.

Οφείλω να αναγνωρίσω την ευελιξία και το ταλέντο του πενταμελούς υποκριτικού επιτελείου που καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια και σπατάλη ενέργειας για να ακολουθήσει τους φρενήρεις ρυθμούς της φάρσας και να δημιουργήσει εστίες γέλιου για το κοινό. Καθοριστική κρίνεται η παρουσία του Γεράσιμου Γεννατά με τις μιμητικές ικανότητες, την υποκριτική δεινότητα και τον αυτοσχεδιαστικό οίστρο του. Ο ηθοποιός, εκμεταλλευόμενος τα πλούσια εκφραστικά του μέσα καταφέρνει να αποδώσει το σύμπλεγμα τραγικού- κωμικού, να οδηγήσει τον ήρωά του από την σύγχυση στην αυτογνωσία και να προσφέρει στο κοινό αισθητική απόλαυση και τροφή για σκέψη.

Οι γκοτέσκες φιγούρες (μακιγιάζ και κομμώσεις: Λένια Saw), η εσκεμμένα χρωματική παραφωνία των κουστουμιών (Δήμητρα Λιάκουρα) και η ακροβατική κινησιολογία (επιμέλεια κίνησης: Θάλεια Δήτσα) παραπέμπει σε θέαμα τσίρκου, καμπαρέ και μιούζικ χωλ. Το κολάζ από ετερόκλητους ήχους σε ψηλά ντεσιμπέλ (Παύλος Κατσίβελης), ο illusion σχεδιασμός του Κωνσταντίνου Καρυπίδη και οι εναλλασσόμενοι φωτισμοί της Χριστίνας Θανάσουλα, ακολουθούν πιστά το σκηνοθετικό όραμα, δημιουργώντας οπτικά και ηχητικά εφέ που υπερτερούν έναντι του -γεμάτου λογοπαίγνια, εξυπνάδα και πικρή ειρωνεία- λόγου του συγγραφέα.

Σε τελική ανάλυση, πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα σύλληψη που –δυστυχώς- στην πορεία προς μία επιτυχημένη εκτέλεση ακολούθησε μία εσφαλμένη -σκηνοθετικά- κατεύθυνση με αποτέλεσμα ο παραλογισμός να μείνει στο επίπεδο του σκηνικού λόγου.


[1] Το 1964 ο Στόπαρντ έγραψε κατά παραγγελία ένα αρχικό μονόπρακτο με τίτλο Ρόζενγκραντζ και Γκίλντερστερν Γνωρίστε τον Βασιλιά Ληρ, που είχε ως σημείο εκκίνησης τον Βασιλιά Ληρ.

Ταυτότητα παράστασης

Μετάφραση: Ηλίας Ακριβόπουλος
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Μυλωνάς
Επιμ. μετάφρασης – Δραμ/ργική επεξεργασία: Δημήτρης Μυλωνάς &  Άννα Ελεφάντη
Σκηνικά – Κοστούμια: Δήμητρα Λιάκουρα
Φωτισμοί: Χριστίνα Θανάσουλα
Μουσική: Παύλος Κατσιβέλης

Επιμέλεια κίνησης: Θάλεια Δήτσα
Μακιγιάζ – Κομμώσεις: Λένια Saw
Illusion design & consulting: Κωνσταντίνος Καρυπίδης
Βοηθός σκηνοθέτη: Αναστασία Στυλιανίδη
Βοηθός σκηνογράφου: Κωνσταντίνα Μαρδίκη
Video trailer: Νίκος Παπαγγελής

Μουσική trailer: Λάμπρος Πηγούνης
Φωτογραφίες: Πάνος Μιχαήλ
Αφίσα: Παναγιώτης Βωβός
Επικοινωνία: Άρης Ασπρούλης

Παίζουν:
Γκίλντενστερν: Γεράσιμος Γεννάτας
Ρόζενκραντζ: Γιώργος Παπαπαύλου
Θίασος: Θοδωρής Σκυφτούλης, Άννα Ελεφάντη, Σπύρος Χατζηαγγελάκης


Η παράσταση «Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί» παρουσιάζεται στο θέατρο Επί Κολωνώ από την εταιρεία θεάτρου «Εν Δράσει», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Μυλώνα.