Δεν είναι τυχαία μία από τις επιφανέστερες φωνές της σύγχρονης λογοτεχνίας ο Ντάγκλας Στιούαρτ, δεν ανήκει τυχαία σε αυτούς που πραγματεύονται καίρια ζητήματα της σύγχρονης εποχής, ζητήματα πραγματικά φλέγοντα που μας προβληματίζουν και δείχνουν προς τα πού βαδίζουν οι σύγχρονες κοινωνίες, είναι πάντα μοναδικό ο τρόπος που ξεδιπλώνει τις σκέψεις του. Ο τρόπος αφήγησης αναδεικνύει θέματα που δεν είναι εύκολο να τα πραγματευτεί κάποιος ειδικά μέσα από την μυθοπλασία, εκείνος όμως τολμά και με γενναιότητα θίγει, όπως εδώ, το χρόνιο θέμα της διαφορετικότητας, γιατί η διαφορετικότητα δεν είναι μόνο στο φύλο αλλά και στην σεξουαλική προτίμηση, κάτι που ειδικά σήμερα με όλη την συζήτηση που έχει προκύψει είναι εξαιρετικά επίκαιρο. Ο κόσμος αλλάζει, εξελίσσεται και οφείλουν οι άνθρωποι να αλλάζουν και αυτοί παράλληλα, να προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες με περισσότερο ανοιχτό μυαλό και οξυδέρκεια μακριά από στερεότυπα του παρελθόντος.

Παλεύοντας για μια θέση σε μια κοινωνία φοβική που αντιδρά στο διαφορετικό

Το μυθιστόρημα «Ο νεαρός Μάνγκο» επιτελεί ένα κοινωνικό έργο με την έννοια πως αφυπνίζει συνειδήσεις, προκαλεί την προσοχή μας σε σχέση με τον τρόπο που οφείλουμε να αντιμετωπίζουμε τη διαφορετικότητα ως μέλη των θεωρητικά προηγμένων κοινωνιών. Μια κοινωνία που διακωμωδεί το διαφορετικό καθίσταται ανέτοιμη και το μέλλον της προδιαγράφεται δυσοίωνο, ένας κόσμος χωρίς διαφορετικότητα θα ήταν ένας κόσμος άοσμος και άγευστος. Το μυθιστόρημα επικεντρώνεται στον βασικό ήρωα, τον νεαρό Μάνγκο, ένα παιδί που θα μπορούσε να είναι κυριολεκτικά το παιδί της διπλανής πόρτας, είναι ένα πρόσωπο που συγκεντρώνει την προσοχή μας, μα όχι τον οίκτο μας. Είναι ένα παιδί υπό διαμόρφωση και ο τρόπος αντιμετώπισής του από τον Σεντ Κρίστοφερ είναι βίαιος και τον πληγώνει βαθιά, του δημιουργεί ρήγματα και τον αποδομεί χωρίς να του αφήνει περιθώρια ελιγμών, άρα βρίσκεται σε ένα ψυχολογικό και συναισθηματικό αδιέξοδο.

“Ο Μάνγκο κούνησε το κεφάλι. Πολλά συναισθήματα, που δεν μπορούσε να τα διαχειριστεί, αντιμάχονταν σπρώχνοντας για να βγουν. Δεν ήξερε τις λέξεις για να εξηγήσει ό,τι του ‘χε μόλις κάνει ο Σεντ Κρίστοφερ. Ακόμα κι αν τις ήξερε, η ντροπή τον έκανε να κρατάει σφιχτά κλεισμένο το στόμα κι ο πόνος στον στραγγαλισμένο του λαιμό έπνιγε τον ήχο”. Το απόσπασμα αυτό είναι χαρακτηριστικό των όσων δραματικών συμβαίνουν στην εύπλαστη και ευάλωτη ψυχή και στο σώμα του νεαρού πρωταγωνιστή που βρίσκεται εν μέσω μιας κόλασης και τώρα καλείται να διαχειριστεί την σκληρότητα ενός κόσμου που τώρα σιγά σιγά ανακαλύπτει. Ο Μιχάλης Μακρόπουλος που έχει αναλάβει με άρτιο τρόπο τη μετάφραση του βιβλίου μας περνάει όλην αυτή την ατμόσφαιρα, όλο αυτό το κλίμα φόβου που διακατέχει τον Μάνγκο.

Η λύση, μια κάποια λύση που έλεγε ο Καβάφης, είναι αδιαμφισβήτητα η παρουσία του Τζέιμς στη ζωή του Μάνγκο, ένα αγόρι που δείχνει να τον καταλαβαίνει και τον οποίο ερωτεύεται με την ελπίδα να βρουν οι δυο τους έναν τόπο όπου να μπορέσουν να ζήσουν αρμονικά και δίχως παρενοχλήσεις και προβλήματα, να ζήσουν απλά ως κανονικοί άνθρωποι, μια απαίτηση όχι σύνθετη αλλά γαλήνης και ηρεμίας. Η σχέση των δύο αγοριών θα μπορούσε να είναι μια ιστορία ενός παραμυθιού αφού μέσα από τον έρωτά τους, τον όχι και τόσο αποδεκτό από τους άλλους, θέλουν να ορίσουν μια νέα τύχη και να ευτυχήσουν. “Ο Τζέιμς πίεσε τα δάχτυλα του ανάμεσα στα πλευρά του Μάνγκο, έπαιξε έναν άηχο σκοπό και τα ανεβοκατέβασε σαν να ‘ταν ο Μάνγκο ακορντεόν”. Οι στιγμές τρυφερότητας αλλά και ανταλλαγής ερωτικών περιπτύξεων δείχνουν πως το δέσιμο των δύο αγοριών είναι θεραπευτικό, είναι μια προσπάθεια ο Μάνγκο να ξεχάσει την κακοποιητική στάση του Σεντ Κρίστοφερ, την οποία ειρήσθω εν παρόδω προσπάθησε να αποκρύψει.

Ο Μάνγκο έχει κοντά του και την αδερφή του, την Τζόντι ένα πολύ σημαντικό στήριγμα στο δρόμο μιας ομαλοποίησης της ζωής του, είναι ένας βασικός κρίκος στην αλυσίδα που τον κρατά ζωντανό στον αγώνα τον καθημερινό που δίνει. Είναι ένα παιδί, ένας έφηβος με ιδιαίτερη προσωπικότητα και δεν έχει ακόμα αναπτύξει άμυνες ώστε να αντιμετωπίσει δύσκολες καταστάσεις, όμως από νωρίς γνωρίζει τον πόνο. Ο συγγραφέας αναδεικνύει εκτός των άλλων και το θέμα της διαφορετικότητας ως προς την θρησκεία, γιατί σε εκείνο το κομμάτι το γεωγραφικό αυτό το ζήτημα έρχεται με ένταση από το παρελθόν και είναι επίσης δύσκολα διαχειρίσιμο, οι πόλεμοι θρησκειών δεν έχουν σταματήσει και ας είναι υπόγειοι.

Κατά τη διάρκεια όλης της αφήγησης, ο συγγραφέας περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια την καθημερινότητα αυτού του μικρού πρίγκιπα και εμείς ως συμμέτοχοι στο μονοπάτι που έχει χαράξει, θαυμάζουμε το κουράγιο και το θάρρος του, την τόλμη που επέδειξε τόσο καιρό ενώ αφουγκραζόμαστε το πάθος του να γνωρίσει πραγματικούς φίλους, τον πόθο να γνωρίσει κυρίως τον εαυτό του και τα θέλω του και να ξεφύγει από τη ζοφερή πραγματικότητα στην οποία τόσα χρόνια είχε εγκλωβιστεί και από την οποία είχε ψυχολογικά βασανιστεί. Ο Ντάγκλας Στιούαρτ επιτυγχάνει για μια ακόμα φορά να μας συγκινήσει αλλά και να μας προβληματίσει, γιατί αυτός είναι και ο σκοπός της λογοτεχνίας που είναι αιχμηρή και διδακτική ταυτόχρονα.

Αποσπάσματα από το βιβλίο:

“Ο Μάνγκο ήταν ξαπλωμένος καταγής. Αφού τον είχαν χρησιμοποιήσει οι άντρες, ούτε κοιμήθηκε ούτε σάλεψε. Σκεφτόταν πως, αν παρίστανε τον νεκρό, θα μπορούσε να προσκαλέσει έτσι τον θάνατο να τον πάρει”

“Ο Μάνγκο είδε τα διώροφα λεωφορεία να σέρνονται στην Παρέιντ. Φαντάστηκε τον εαυτό του στον επάνω όροφο να πηγαίνει κάπου, οπουδήποτε μακριά αποκεί. Δεν ήξερε αν είχε σύνδρομο Τουρέτ, κι ούτε ήθελε να το ξέρει”

Διαβάστε επίσης:

Ντάγκλας Στιούαρτ – Ο νεαρός Μάνγκο: Πληθωρικό και ολοζώντανο βιβλίο για τη μεταθατσερική Γλασκόβη