Από τη Γαλλία έρχεται μια βιογραφική ταινία – για τη ζωή και την πορεία προς την εξουσία του Γάλλου προέδρου Νικολά Σαρκοζί – η οποία συμμετείχε στο 

διαγωνιστικό πρόγραμμα του 64ου Κινηματογραφικού Φεστιβάλ Καννών.

6 Μαΐου 2007. Η Γαλλία βρίσκεται στον πυρετό των προεδρικών εκλογών. Ενώ οι Γάλλοι ετοιμάζονται να πάνε στις κάλπες, ο Νικολά Σαρκοζί έχει κλειστεί στο σπίτι του. Αν και γνωρίζει ότι έχει κερδίσει τη μάχη, είναι κακοδιάθετος. Θυμάται τα τελευταία 5 χρόνια της ζωής του, με την ασταμάτητη άνοδό του στην εξουσία, εν μέσω \”υπόγειων\” ύπουλων τεχνασμάτων, ξεσπασμάτων θυμού και αντιπαραθέσεων.

Λίγα λόγια από τον σκηνοθέτη

Όταν οι παραγωγοί Έρικ και Νίκολας Άλτμεγιερ με προσέγγισαν με ένα σενάριο του Πάτρικ Ρότμαν, που αφορούσε την κατάκτηση της εξουσίας από τον Νικολά Σαρκοζί, ήμουν λίγο προβληματισμένος διότι μέχρι τότε καμία ταινία δεν είχε γυριστεί για έναν πρόεδρο που βρισκόταν ακόμα στην εξουσία, ούτε καν στις ΗΠΑ. Ήταν ένας μεγάλος αγώνας, μη λαμβάνοντας υπ’ όψιν και το γεγονός πως είμαι αρκετά αγχώδης και κάπως παρανοϊκός. Πίστεψα λοιπόν πως η καλύτερη επιλογή ήταν το να υπάρξει μια ειλικρινής προσέγγιση και να τεθεί το ερώτημα της πολιτικής ζωής της Γαλλίας. Για παράδειγμα, δεν αλλάξαμε τα ονόματα των πρωταγωνιστών, κάτι το οποίο συνεπαγόταν νομικά ζητήματα. Όσο περισσότερο μου έλεγαν να μην ασχοληθώ με το θέμα αυτό, τόσο πιο συναρπαστικό μου φαινόταν. Ήταν απαραίτητο το να γίνει η ταινία αυτή και να κατακτήσουμε μια ανεξερεύνητη περιοχή.

Αυτό που με ενθουσίασε ήταν το γεγονός πως το σενάριο αφορούσε μια μάχη μέσα στο ίδιο στρατόπεδο – Σιράκ, Βιλπέν και Σαρκοζί μάχονταν για την εξουσία. Έμοιαζε με σενάριο του Σέξπηρ. Αυτό που μου κίνησε το ενδιαφέρον ήταν η εκπληκτική αλληγορία της αγάπης που αντιπροσωπεύει η Σεσίλια Σαρκοζί, η οποία για είκοσι χρόνια προσπαθούσε να τραβήξει τον άντρα που αγαπούσε από την σκιά στο φως, κι η οποία τον παράτησε για έναν άλλο άντρα τη μέρα που εκείνος κατέκτησε την εξουσία. Καθαρή φαντασία! Η ουσία του δράματος!

Ήταν κρίσιμο το να γυρίσουμε μια ταινία που δε θα κατέκρινε, αλλά ούτε θα επαινούσε τους πρωταγωνιστές της. Θα τους απεικόνιζε ως ευαίσθητα, ανθρώπινα, καμιά φορά σύνθετα και συναισθηματικά ανισόρροπα πλάσματα. Οπότε πρόκειται για μια ταινία για την πολιτική, αλλά για το συναισθηματικό και ψυχολογικό ρίσκο που σχετίζεται με την κατάκτηση της εξουσίας. Ελπίζω πως οι θεατές που θα δουν την ταινία, θα βγουν από την αίθουσα και θα θέλουν να συζητήσουν την κινηματογραφική διάσταση της πολιτικής αρένας. Γυρίσαμε αυτή την ταινία για να πυροδοτήσουμε μια δημόσια συζήτηση, να κάνουμε τους θεατές να αναρωτηθούν γιατί ο Σαρκοζί τους έχει συγκινήσει τόσο και πώς κατάφερε να κερδίσει περισσότερους από το 80% των ακροδεξιών ψηφοφόρων.

Θελήσαμε να περιγράψουμε τον εσωτερικό μηχανισμό της κατάκτησης: η ταινία αυτή έχει σκοπό να σας ανοίξει τα μάτια.

Από το Φιλμ Νουάρ στο Γουέστερν

Αυτό που με εξέπληξε είναι το ότι ο κόσμος των πολιτικών εμπεριέχει τους ίδιους κώδικες με αυτούς που βρίσκεις σε φιλμ νουάρ ταινίες. Βρίσκεις επίσης ιεραρχία, με ένοπλους σωματοφύλακες, εξοπλισμένους με ακουστικά και φορώντας μαύρα γυαλιά, ενώ το αφεντικό είναι στην κορυφή της πυραμίδας. Είναι λίγο σαν τον “Νονό”, η οποία ήταν μια αλληγορία του σκηνοθέτη. Οι πολιτικοί επιτίθενται ο ένας στον άλλον με βιτριολικές ατάκες και κάνουν τηλεφωνήματα σκεπάζοντας με τα χέρια τους τα στόματά τους, ώστε να μην μπορούν να διαβαστούν τα χείλη τους. Είναι ένας κόσμος όπου βασιλεύει η μυστικότητα και στον οποίο οι υφιστάμενοι είναι πρόθυμοι να δώσουν τη ζωή τους για να προστατέψουν το αφεντικό, σύμφωνα με τον κώδικα τιμής.

Υπάρχει επίσης οξύς διάλογος – ειδικά με τον Σιράκ και τον Βιλπέν που δεν μασάνε τα λόγια τους. Γι’αυτό χρησιμοποίησα κοντινά πλάνα των πρωταγωνιστών, όπως στα γουέστερν, η διαφορά είναι πως στην ταινία αυτή σκοτώνουν οι λέξεις. Μπορώ να πω πως, έχοντας συνηθίσει να κινηματογραφώ ομάδες αντρών, ένιωσα αρκετά άνετα στον πολιτικό κόσμο, όπου ο Σαρκοζί είναι πάντα περικυκλωμένους από τους συμβούλους του.

Ερμηνεύοντας Αληθινά Πρόσωπα

Όταν ο Ντενί Πονταλιντές έφτασε για τις πρόβες, το καραφλό του κεφάλι καλυμμένο με γυαλιστικό παπουτσιών, ξαφνικά μπήκε στο πετσί του χαρακτήρα, μιλούσε και κινούταν όπως ο Σαρκοζί χωρίς μίμηση ή ψεύτικη πόζα. Είχε τη σωστή φωνή, οπότε ήξερα πως θα είχε και το σωστό σώμα. Δε χρησιμοποιήσαμε άλλα τεχνητά μέσα, εκτός από το μακιγιάζ, όπως γίνεται με κάθε ηθοποιό. Ο Ντενί μου είπε αμέσως “Θα είμαι απλός” και ερμήνευσε το χαρακτήρα με τα προτερήματα και τις αδυναμίες του, με τέτοια επιτυχία που τον πιστεύουμε όταν λέει αυτά που λέει. Αυτό συμβολίζει αρκετά καλά το είδος ανθρώπου που είναι ο Σαρκοζί. Για παράδειγμα, είναι πολύ σοβαρός όταν δηλώνει πως θα κλειστεί σε μοναστήρι και καταλήγει στο γιωτ του πολυδισεκατομμυριούχου Μπολορέ. Τον πιστεύουμε όμως. Ο Ντενί είναι εξαιρετικά ταλαντούχος, σοβαρός και οξύς, ένας πραγματικός κωμικός. Θα μπορούσες κατά κάποιο τρόπο να δεις τον Σαρκοζί και να πιστέψεις πως είναι καρικατούρα του Πονταλιντές, του ηθοποιού.

Με τον Ντενί να είναι ο φανταστικός ηθοποιός που είναι, οι υπόλοιποι ηθοποιοί έπρεπε να είναι εξίσου εκπληκτικοί για να μην τους επισκιάσει. Ο Μπερνάρ Λε Κοκ ως Σιράκ, ο Σαμιουέλ Λαμπαρθέ ως Βιλπέν και η Φλορένς Περνέλ ως Σεσίλια, είναι αντάξιοι του Ντενί και ταίριαξαν μαζί του. Έκαναν όλοι μια εξαιρετική δουλειά, αλλάζοντας τις φωνές τους και τα σώματά τους, μια αρκετά ριψοκίνδυνη κίνηση.

Ήθελα επίσης και οι δεύτεροι ρόλοι, ο Ιπολίτ Ζιραρντό, η Σαΐντα Τζαουάντ, ο Ματιάς Μλεκούζ, ο Γκρεγκορί Φιτουσί και ο Ντομινίκ Μπεσνεχάρ, να τον εξυπηρετούν και να απευθύνονται σε εκείνον με έναν ξεχωριστό τρόπο… Όλοι δουλέψαμε μαζί σκληρά, κάνοντας συνέχεια έρευνα, επικοινωνώντας και συζητώντας.

Με τον ίδιο τρόπο έπρεπε να συνεργαστώ και με τους κομπάρσους, να κάνω τις επευφημίες τους και τον τρόπο που άγγιζαν τον Σαρκοζί πιστευτά. Το πάθος του πλήθους τελικά ήταν αυτό που γαλβάνισε τον Ντενί.

Σκηνοθεσία: Ξαβιέ Ντιρινζέ
Σενάριο : Πάτρικ Ρότμαν, Ξαβιέ Ντιρινζέ
Παραγωγή: Έρικ Άλτμεγιερ, Νίκολας Άλτμεγιερ
Ηθοποιοί: Ντενί Πονταλιντές, Φλορένς Περνέλ, Μπερνάρ Λε Κοκ
Μοντάζ : Κάθριν Σβαρτς
Φωτογραφία: Ζιλ Πορτ
Κοστούμια: Ζιρζέν Ντερίνγκ
Μουσική: Νίκολα Πιοβάνι