Οι εκδόσεις ΟΠΤΙΜΑ ’92 Ε.Π.Ε. και ο Ιανός παρουσιάζουν το βιβλίο του Γιάννη Μόρτζου, με τίτλο “Ο δάσκαλος Κουν. Σκέψεις και Μεθοδολογία του Καρόλου Κουν για μια υψηλή, ηθική, καλλιτεχνική ιδέα του θεάτρου”, στις 27 Μαρτίου 2014.

Θα μιλήσουν: Κώστας Καζάκος, Άγγελος Αντωνόπουλος, Χρήστος Λεοντής, Φαίδονας Πατρικαλάκης. 

…Δεν κάνουμε Θέατρο για το Θέατρο.
Δεν κάνουμε Θέατρο για να ζήσουμε.
Κάνουμε Θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας,
το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε
να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος
και ακέραιος πολιτισμός στον τόπο μας.
Μόνος ο καθένας μας είναι ανήμπορος.
Μόνος ο καθένας από σας, τους πιο κοντινούς 
στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. 
Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε…

Κάρολος Κουν

Μετά από πενήντα χρόνια ενασχόλησής μου με το θέατρο, αποφάσισα να κάνω έναν απολογισμό της πορείας μου στο μαγικό χώρο της Τέχνης, που ξεκίνησε μετά τα δεκαοχτώ μου χρόνια. Μέχρι τότε, ζούσα στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, τη Σάμο, όπου δεν είχα καμία απολύτως επαφή με το θέατρο, αν εξαιρέσω κάτι ανούσιες σχολικές εκδηλώσεις, αυστηρά επιτηρούμενες από συντηρητικούς δασκάλους και καθηγητές.

Η μετεμφυλιακή περίοδος της δεκαετίας μετά το 1950 ήταν, για όσους ζήσαμε στην επαρχία, τραγική. Ειδικότερα στη Σάμο, που είχε δοκιμαστεί σκληρά από τον εμφύλιο, επικρατούσε μια συντηρητική, σκληρή, μίζερη, ανασφαλής κατάσταση που επηρέασε όλους εμάς τους έφηβους, βλέποντας τους μεγαλύτερούς μας, παππούδες, πατεράδες και συγγενείς, να κυριαρχούνται από εχθρότητα, δυσπιστία και αλληλοκαρφώματα. Μέσα, λοιπόν, σε ένα τέτοιο κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό χάος, ποιος θα μπορούσε να σου μιλήσει για τις τέχνες και τις αξίες του πολιτισμού; Oι καθηγητές μας, άκρως συντηρητικοί και φοβισμένοι μήπως κατηγορηθούν για «ανθέλληνες», έπνιγαν μέσα τους και την τελευταία ικμάδα προόδου και ελεύθερης έκφρασης, και έκαναν το παν για να φανούν αρεστοί στο σύστημα που τους πίεζε ασφυκτικά. O ερχομός μου στην Αθήνα και η μόνιμη πια εγκατάστασή μου με έκαναν να νιώθω ελεύθερος και προπάντων να ψάχνω συνέχεια τις αλήθειες που είχα στερηθεί όλα τα προηγούμενα χρόνια στο νησί μου.
Πέρασα δύσκολα χρόνια, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, στην Αθήνα, αλλά ποτέ δεν έχασα το θάρρος μου, τις ανησυχίες μου και τις ελπίδες μου. Επιθυμούσα να γνωρίσω ό,τι καλύτερο διέθετε τότε η κοινωνία των Αθηνών. Δούλεψα μαραγκός, μπογιατζής, αποθηκάριος, εργάτης οικοδομών και έκανα ένα σωρό άλλες εφήμερες δουλειές, αλλά μέσα στο μυαλό μου κρατούσα κάτι «πολύτιμο», μέχρι να το τολμήσω.

Το σαράκι της τέχνης κάποια στιγμή ξετρύπωσε και με οδήγησε στα υπόγεια σκαλοπάτια του Θεάτρου Τέχνης, του μεγάλου δασκάλου Καρόλου Κουν. Από μικρός άκουγα για μεγάλους δασκάλους και προσπαθούσα με το άγουρο μυαλό μου να βρω πώς λειτουργούν αυτές οι μεγαλοφυΐες, όταν έρχονται σε επαφή με άπειρους, απαίδευτους νέους που θέλουν να πάρουν τον τίτλο του μαθητή τους. Γι’ αυτό που ήμουν σίγουρος ήταν η αγάπη μου για την τέχνη και η θέλησή μου να πάρω το εισιτήριο για το μαγικό κόσμο του θεάτρου με την αξία μου, αφού φυσικά θα με έκρινε ένας μεγάλος δάσκαλος.

Δεν ήταν, λοιπόν, καθόλου τυχαία η επιλογή μου να χτυπήσω την πόρτα του Κ. Κουν, που είχε πια τη δεκαετία του ’60 καθιερωθεί ως η μεγαλύτερη προσωπικότητα του ελληνικού θεάτρου, ως ο καλλιτέχνης που είχε δώσει στο νεοελληνικό θέατρο μια ξεχωριστή ταυτότητα, γνήσια ελληνική, αλλά και με παγκόσμια αναγνώριση.

Η πρώτη μου γνωριμία με το δάσκαλο ήταν κάτι μαγικό. Η εμφάνισή του, οι εκφράσεις του, το γαλήνιο πρόσωπό του με το πλατύ χαμόγελο, αλλά προπάντων ο τρόπος συμπεριφοράς του απέναντι σε έναν άγουρο, απαίδευτο νέο, όπως ήμουν εγώ, ήταν κάτι παραπάνω από αποκαλυπτικό. Αυστηρός στην κρίση του, αλλά απόλυτα συγκεκριμένος στις απαιτήσεις του θεάτρου, με έπεισε αμέσως ότι αυτό που διάλεγα να κάνω ήταν ένα μεγάλο ρίσκο και θα χρειαζόταν υπομονή, επιμονή, σκληρή εργασία, αυταπάρνηση και κυρίως μέθοδο. «Θα χρειαστεί να είσαι μαθητής για όλη σου τη ζωή», μου είπε απλά, αλλά με πολλή σιγουριά. Τα μάτια του είχαν κάτι σπινθηροβόλο και μαγικό, που σε έκαναν να τον κοιτάζεις επίμονα, χωρίς να σε κουράζει.

Έτσι ξεκίνησα, ασπαζόμενος από την πρώτη στιγμή τις υποθήκες του. Η ζωή μου κοντά του ήταν πράγματι μια συνεχής περιπλάνηση, με πολλή δουλειά, με αφάνταστες επιτυχίες αλλά και δυσκολίες, κυρίως οικονομικές. Σήμερα, ύστερα από τόσα χρόνια, σκέφτομαι ότι χωρίς το μεγάλο δάσκαλο δε θα μπορούσα να έχω σταθεί στο χώρο του θεάτρου. Θεωρώ τον εαυτό μου ιδιαίτερα τυχερό που η μοίρα με έσπρωξε κοντά σε αυτόν τον άνθρωπο και δάσκαλο. Είχα τη χαρά και την τύχη, δίπλα στον Κουν, να συνεργαστώ και εγώ με τους σπουδαιότερους ανθρώπους της τέχνης και των γραμμάτων τις δεκαετίες ’60, ’70, ’80, που έκαναν τη σύγχρονη Ελλάδα πασίγνωστη στο εξωτερικό (Μάνο Χατζιδάκι, Μάριο Πλωρίτη, Γιάννη Σιδέρη, Γ. Βακαλό, Γιάννη Χρήστου, Νίκο Γκάτσο, Γιάννη Τσαρούχη, Ζιλ Ντασέν, Μελίνα Μερκούρη, Oδυσσέα Ελύτη, Λούλα και Μανόλη Αναγνωστάκη, Ιάκωβο Καμπανέλλη, Δημήτρη Κεχαΐδη, Κώστα Νίτσο, Ιονέσκο, Πίτερ Χολ, Λόρενς Oλιβιέ, Χάρολντ Πίντερ, Τζόρτζιο Στρέλερ, Ντάριο Φο, Πίτερ O’ Τουλ κ.ά.). Το προηγούμενο βιβλίο μου «21 χρόνια με τον Κάρολο Κουν» ήταν η πρώτη μου προσπάθεια να καταγράψω τη διδασκαλία του μεγάλου δασκάλου Κουν για τους νέους, επίδοξους ηθοποιούς, όπως τη βίωσα προσωπικά. Το βιβλίο που κρατάτε στα χέρια σας αποτελεί τη συνέχεια της προσπάθειάς μου, που πιστεύω ότι θα χρησιμέψει στους νέους ηθοποιούς που δεν είχαν την τύχη να μαθητεύσουν κοντά του. Για άλλη μια φορά, ευχαριστώ τις εκδόσεις «OΠΤΙΜΑ ’92» και ιδιαίτερα τον εκδότη Αλέξανδρο Κόντη για την υποστήριξη και την αρωγή του στην προσπάθειά μου.

Γιάννης Μόρτζος