«Η Αλμπερτίν, μία μικρή αγία των περιθωριακών συγγραφέων» γράφει στον πρόλογο του βιβλίου η Πάτι Σμιθ. Πως αλλιώς να περιγράψει κάποιος αυτή την μικροκαμωμένη πριγκίπισσα των νεφών και πώς να μην την τοποθετήσει ανάμεσα στους καταραμένους συγγραφείς;

Αινιγματική, αλλόκοτη, όμορφα μεταφυσική στις πράξεις και το λόγο της, έτσι μας χαρίστηκε μέσα από τα γραπτά της. Και προσθέτει: «Το ύφος της είναι μοναδικό: ποιητικό, εξερευνητικό, χωρίς στολίδια». Και πράγματι δεν υπάρχει πιο εύστοχη περιγραφή για ένα μυθιστόρημα που δεν μυρίζει απλά ως μυθιστόρημα αλλά ευωδιάζει από την μαγεία της απλότητας μίας γυναίκας ερωτευμένης με τη ζωή, τον έρωτα, τα λάθη, την απόγνωση, την περιπλάνηση σε έναν κόσμο άκομψο, ψεύτικο αλλά συνάμα θελκτικό, απρόβλεπτο, μυστηριώδη. Εκεί μέσα σε αυτό το επίγειο σύμπαν, σε αυτή την φωλιά, που άλλοτε είναι δεκτική και άλλοτε απορρίπτουσα, έχτισε η Αλμπερτίν όλη την ζωή της, την γεμάτη συγκινήσεις, χαρμολύπες και αναταράξεις εσωτερικής φύσεως παντός τύπου. Σαν ένα αεροπλάνο που πετάει πάνω από τα σύννεφα ατενίζοντας το άπειρο και άλλοτε αυτά το παρασέρνουν σε ρεύματα άγνωστης κατεύθυνσης, έτσι και εκείνη με ανδρισμό και υπερηφάνεια μαχητική, αντιμετώπισε τις δυσκολίες και τις κακουχίες με τόλμη και θάρρος που πολλοί αρσενικοί θα ζήλευαν. Γιατί άραγε η ζωή της στέρησε ένα μέλλον ντυμένο με λουλούδια και ήλιο και φρόντισε για αυτήν έναν πρόωρο χαμό αφού την οδήγησε στην περιπέτεια και τον άθλο της επιβίωσης που είδε κατάματα χωρίς να λυγίσει;

Από μικρή βίωσε την επαφή με ένα περιβάλλον εχθρικό, έμεινε μόνη και απροστάτευτη απέναντι στο θηρίο που λέγεται επιβίωση και περιπλανήθηκε στην παρανομία, τον αλκοολισμό, την πορνεία, το μικροέγκλημα. Βρέθηκε στην φυλακή και το παρόν σύγγραμμα αποτελεί την ψυχογραφία ενός ανθρώπου που αναζητά διακαώς την ελευθερία του και την ανεξαρτησία του γιατί πνίγεται από μία ακατάπαυστη δίψα για ζωή, για ταξίδι και απόδραση από κάθε τι μικρό και πεζό. Επαναστατική φύση, πνεύμα ζωηρό και ατρόμητο, η Σαρραζέν δεν έπαψε να ονειρεύεται, να φαντάζεται τη ζωή της μακριά από την σκληρότητα αλλά έναν βίο γεμάτο τρυφερότητα, φροντίδα και στοργή. Όλα αυτά δηλαδή που από παιδί στερήθηκε και τελικά σαν παιδί έφυγε με σκοπό να ξαναζήσει αθώα και αμέριμνα. Είναι κάποιες ψυχές που όσο ο χρόνος και αν περάσει δεν γερνάνε ποτέ και τρέφονται από τις ακτίνες του ήλιου για να σχηματίσουν εντός τους την χλωροφύλλη και να δημιουργήσουν ενέργεια και αυτόφωτη δημιουργία μη ορατή στους πολλούς. Τέτοια φυσιογνωμία ιδιότυπη, μία νέα Ιωάννα της Λωρραίνης, η Σαρραζέν με ποιητικό οίστρο και φλογοβόλα αλήθεια, κατάφερε να διατηρήσει την αισιοδοξία της και την αξιοπρέπειά της γυρνώντας πλάτη σε ανθρώπους που δεν άξιζαν παραδίδοντάς τους παράλληλα το μάθημα πως «η γυναίκα είναι σαν την κιθάρα, είναι βολική, αλλά χρειάζεται τρυφερότητα, είναι πληγωμένη και θέλει να τραγουδήσει». Το δικό της το τραγούδι ήχησε στα αυτιά όσων την παρακολούθησαν ως ένας αναστεναγμός και μία κραυγή αγωνίας αλλά παράλληλα και ως μία φωνή ερωδιού στη μέση της ομίχλης που καλεί το φως να λούσει την καταχνιά. Στον έρωτα που έζησε στα άκρα, όπως όλα στη ζωή της και κινδύνεψε για αυτόν, θα βρει καταφύγιο και απάγκιο και στα μάτια του νεαρού Ζυλιέν, ενός αλητάκου θα ζωγραφίσει το πρόσωπο του φτερωτού Θεού της. Αλλά και εδώ θα σταθεί άτυχη γιατί σαν τον νομά που διψάει για νερό και νερό δεν βρίσκει, δεν θα μπορέσει να τον κρατήσει δικό της, να τον κάνει να νιώσει την αγάπη της και να βυθιστούν μέχρι το τέλος στην άμμο της γαλήνης και του καυτού φιλιού, της πυρωμένης αγκαλιάς που τόσο πολύ λαχταρούσε. Θα γευτεί άδικα, ίσως και εκούσια τον πόνο, την θλίψη και το αίσθημα της απώλειάς του αφού εκείνη, όπως διαφαίνεται από τα γεγονότα, δεν γεννήθηκε για να ανήκει σε αυτόν που δεν θα την καταλάβει και θα γίνει ένα μαζί της. Δηλώνει χαρακτηριστικά: «Δεν δένομαι, ούτε συγκεκριμενοποιούμαι, για να μπορέσω να πάρω τη μορφή που θα έχει ο έρωτάς μου». Παραμένει νηφάλια σε κάθε της βήμα γιατί μετά το σπάσιμο του αστραγάλου της, όλα είναι διαφορετικά. Αντλεί ευχαρίστηση, υπέρτατη ηδονή και ακατάπαυστη ικανοποίηση μόνο και μόνο από το περπάτημα. Και αυτό είναι η πεμπτουσία της ζωής, η πηγαία χαρά που συμβαίνει ενώ ζούμε την κάθε στιγμή σαν να είναι η τελευταία, ξεχωριστή.

Στο πρόσωπο του Ζυλιέν είδε και αντίκρισε τον υπέρτατο έρωτα, τον άνθρωπο που ήθελε κοντά της σαν τον Ρασκόλνικοφ και την Σονιέτσκα στο «Έγκλημα και Τιμωρία», εδώ όμως το παραμύθι για την μικρή πριγκίπισσα με το λεπτό σώμα και το αγγελικό πρόσωπο σταμάτησε βουβά και απροσδόκητα θυμίζοντας πως «πιο εύκολα σκοτώνεις ένα σώμα παρά μία ανάμνηση». Έτσι και εκείνη θα μείνει με την ανάμνησή του, χωρίς την αγάπη, κυλώντας σε μία πραγματικότητα από την οποία ξέφυγε αλλά της μοίρας τα καμώματα της όρισαν συνάντηση σατανική. «Τον πόνο στην καρδιά, στα πόδια, μπορώ να τον παραμερίσω και να απομακρυνθώ, αλλά εδώ δεν υπάρχει ούτε φάρμακο ούτε πιθανή διαφυγή, ο πόνος στραμπουλίζει και κάνει όλο το σώμα να βογκάει, ο πόνος είμαι εγώ». Ο Αστράγαλος είναι ένας ύμνος στην γυναίκα που αντιστέκεται, στην γυναίκα που στέκεται στα πόδια της ακόμα και όταν οι πληγές της εσωτερικές και εξωτερικές την έχουν λαβώσει σε βαθμό που όλα γύρω είναι θολά. Ο αγώνας της Σαρραζέν είναι ένας οδηγός έμπνευσης για όλες αυτές τις γυναίκες που κουβαλούν το δικό τους σταυρό. Ο Jean Jacques Pauvert γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου: «Πρέπει να καταλάβετε ότι η Αλμπερτίν υπήρξε επίσης η προσωπικότητα που κατασκεύαζε από τότε που ήρθε στον κόσμο, επεμβαίνοντας πάνω της και αλλάζοντάς την αδιάκοπα, εκείνη που έμεινε ανολοκλήρωτη και που ακόμα και η ίδια διέκρινε με δυσκολία».

«Αυτή η ανυπόμονη και ακλόνητη πίστη μέσα μου, αυτή η αφηρημένη και ιδανική φιγούρα του έρωτα, αυτή η περηφάνια, όλα αυτά πεθαίνουν στην άμμο της θάλασσας, συνειδητοποιώ την οδυνηρή υπόσταση του έρωτα και είμαι τρελή από πόνο»

«Δεν πεινάω ποτέ, αλλά έχω χίλιες πείνες στο κεφάλι μου»

Το βιβλίο της Αλμπερτίν Σαρραζέν, Ο αστράγαλος, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη.