Η Tanweer παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 8 Οκτωβρίου 2015 την ταινία «Ο Αρχάριος» (The Intern) σε σκηνοθεσία της Νάνσι Μέγιερ, με τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο.

Η σκηνοθέτις των επιτυχημένων κωμωδιών «Κάλλιο Αργά Παρά Αργότερα» και «Αυτό που Θέλουν οι Γυναίκες» επιστρέφει με ένα πρωτότυπο twist στην κλασσική ιστορία του intern. O Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ένας 70χρονος χήρος συνταξιούχος θα επανέλθει στην εργασιακή ενεργό δράση, ως ασκούμενος σε μια ιστοσελίδα μόδας, την οποία διευθύνει η Αν Χάθαγουεϊ. Πολύ σύντομα θα γίνει πολύτιμο μέλος της ομάδας, με τους δυο να αναπτύσσουν μια ιδιαίτερη σχέση.

ΣΥΝΟΨΗ

Οι βραβευμένοι με Όσκαρ Ρόμπερτ Ντε Νίρο (“Raging Bull,” “Silver Linings Playbook”) και Άν Χάθαγουεϊ (“Les Misérables,” “The Devil Wears Prada”) συμπρωταγωνιστούν στην ταινία της Warner Bros. Pictures’ “Ο Αρχάριος”. Η υποψήφια για Όσκαρ και πολυβραβευμένη Νάνσι Μάγιερς (“It’s Complicated,” “Something’s Gotta Give,” “The Holiday”) υπογράφει το σενάριο και την σκηνοθεσία.

Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ενσαρκώνει τον Μπεν Γουίτακερ, έναν 70χρονο χήρο, ο οποίος ανακαλύπτει ότι η σύνταξη δεν είναι αυτό που περίμενε. Δράττοντας την ευκαιρία να ξαναμπεί στο παιχνίδι, βρίσκει δουλειά ως εκπαιδευόμενος σε μια ιστοσελίδα μόδας, την οποία έχει ιδρύσει και διευθύνει η Τζουλς Όστιν (Χάθαγουεϊ).

Το καστ της ταινίας συμπληρώνουν οι Ρενέ Ρούσο (“Nightcrawler,” ταινίες “Thor”), Άντερς Χολμ (“Workaholics”), Άντιου Ράνελς (“Girls”), Άνταμ Ντεβάιν (“Pitch Perfect”), Σίλια Γουέστον (“No Reservations”), Νατ Γουλφ (“The Fault in Our Stars”), Λίντα Λάβιν (“Wanderlust”), Ζακ Πέρλμαν (“The Inbetweeners”), Τζέισον Όρλεϊ  και Κριστίνα Σέρερ (“Living with Uncle Charlie”).

Πίσω από τις κάμερες, βρίσκεται ο υποψήφιος για Όσκαρ διευθυντής φωτογραφίας Στίβεν Γκόλντμπλατ (“The Prince of Tides,” “The Help”), η υποψήφια για Όσκαρ Καλλιτεχνικής Διεύθυνσης Κρίστι Ζέα (“Revolutionary Road,” “GoodFellas,” “Tower Heist”), ο υποψήφιος για Όσκαρ μοντάζ Ρόμπερτ Λέιτον (“A Few Good Men,” “When Harry Met Sally,” “Chef”) και η ενδυματολόγος Τζάκλιν Ντεμετέριο (“The Other Woman,” “The Big C”).  Η μουσική είναι του Θίοντορ Σαπίρο (“The Secret Life of Walter Mitty,” “The Devil Wears Prada”).

Πρωταγωνιστούν:

Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Αν Χάθαγουεϊ, Ρενέ Ρούσο, Άντερς Χολμ, Άντριου Ράνελς, Άνταμ Ντεβάιν, Σίλια Γουέστον, Νατ Γουλφ, Λίντα Λάβιν, Ζακ Πέρλμαν

Σκηνοθεσία – Σενάριο:  Νάνσι Μάγιερς

Παραγωγή: Νάνσι Μάγιερς, Σουζάν Φάργουελ

Φωτογραφία: Στίβεν Γκόλντμπλατ

Καλλιτεχνική Διεύθυνση Κρίστι Ζέα

Μοντάζ: Ρόμπερτ Λέιτον

Μουσική: Θίοντορ Σαπίρο

Κοστούμια: Ζακλίν Ντεμετίριο

Διάρκεια: 121’

Διανομή: Tanweer

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΓΩΓΗ

«Οι σχέσεις ήταν ανέκαθεν οι βασικοί άξονες στις ταινίες μου, αλλά όχι μόνο οι ερωτικές. Όταν σκέφτηκα την ιστορία ενός μεγαλύτερου άνδρα που βρίσκει δουλειά ως εκπαιδευόμενος σε μια start-up, συνειδητοποίησα ότι δεν μπορούσα να αναπτύξω μια ερωτική ιστορία με την παραδοσιακή έννοια του όρου. Έπρεπε να είναι μια ιστορία δεσμών και φιλίας μεταξύ δύο ανθρώπων που υπό διαφορετικές συνθήκες μπορεί να μην γνωρίζονταν ποτέ,» λέει η Μάγιερς.

Η ταινία πραγματεύεται και μια ακόμη πτυχή της καθημερινότητάς μας που συμβάλλει ουσιαστικά στη διαμόρφωση της ταυτότητάς μας: τη δουλειά. Η πρώτη ατάκα της ταινίας, που αντηχεί ένα απόφθεγμα του Φρόυντ τα λέει όλα: «αγάπη και δουλειά, δουλειά και αγάπη. Αυτό και τίποτε άλλο.» Η σκηνοθέτης λέει σχετικά, «Πιστεύω ότι το να έχει κάποιος ένα σκοπό στη ζωή του και να χαίρει της εκτίμησης των άλλων είναι εξίσου βασικές ανάγκες με το να αγαπάς και να σε αγαπούν.»

Όταν όμως, έχεις βγει στη σύνταξη κι η αγάπη της ζωής σου δεν υπάρχει πια, πού πας και τι κάνεις;

Αυτό το δίλημμα αντιμετωπίζει ο ένας από τους δύο βασικούς χαρακτήρες της ταινίας, ο Μπεν Γουίτακερ.

Ο Ρόμπερτ Ντε Νίρο ενσαρκώνει έναν άνδρα που του δίνεται η ευκαιρία να κάνει μια καινούργια αρχή σε μια τοπική start-up στο Μπρούκλιν. Ο θρυλικός ηθοποιός λέει ότι απόλαυσε ιδιαίτερα την πρώτη του συνεργασία με την Μάγιερς. «Η Νάνσι είναι καταπληκτική σε τέτοιου είδους ταινίες. Πατάει σε κάτι με το οποίο μπορούν να ταυτιστούν πολλοί άνθρωποι: το γεγονός ότι παρόλο που έχουν μεγαλώσει, δεν έχουν αλλάξει. Έχουν πολλά να προσφέρουν και μπορούν να είναι παραγωγικοί.»

Η Αν Χάθαγουεϊ ενσαρκώνει την Τζουλς Όστιν, τη δημιουργό του About The Fit (ATF),  μιας σελίδας e-commerce. Η ηθοποιός λέει για τη σκηνοθέτη «Η Νάνσι είναι μια εκπληκτικά ευαίσθητη σκηνοθέτιδα και ίσως η πιο αστεία γυναίκα που έχω γνωρίσει ποτέ μου. Έχει απίστευτο timing, και οι ταινίες της δεν είναι απλώς αστείες. Αντιμετωπίζουν με ζέστη και ανθρωπιά τη δυσκολία της καθημερινότητας.»

Η παραγωγός Σούζαν Φάργουελ, που η συνεργασία της με την Μάγιερς ξεκίνησε από το “The Parent Trap”, προσθέτει «οι ταινίες της Νάνσι είναι διαχρονικές. Πάντα πραγματεύεται σοβαρά θέματα, αλλά τα προσεγγίζει με ιδιαίτερο χιούμορ. Αυτό είναι το σήμα κατατεθέν της, καταφέρνει να πετύχει αυτή την ισορροπία που το κοινό εκτιμά.»

Στην ταινία «Ο Αρχάριος», η Μάγιερς δημιουργεί ένα ενδιαφέρον και συχνά περίεργο τόξο ανάμεσα στον Μπεν και την τελευταία γενιά που μπαίνει στην αγορά εργασίας, ενώ διακωμωδεί το πολιτισμικό σοκ που παθαίνει το πρώην διευθυντικό στέλεχος του Τηλεφωνικού Καταλόγου, όταν μπαίνει σε μια σχεδόν paperless εταιρεία: εκεί ντύνονται σπορ κάθε μέρα και όχι μόνο την Παρασκευή, φορούν φούτερ κι όχι σακάκια, έχουν facebook κι όχι ατζέντα, επικοινωνούν με tweets και όχι με κουβέντες, εκφράζονται με emoticons κι όχι με συναισθήματα και ο ιπποτισμός έχει δώσει τη θέση του στα gigabytes.

«Τα τελευταία χρόνια ο κόσμος άλλαξε πάρα πολύ γρήγορα. Όλα γίνονται με άλλους ρυθμούς,» λέει η Φάργουελ. «Από τη μία έχεις παλαιότερης γενιάς επαγγελματίες που έχουν πάρα πολλά να προσφέρουν σε επίπεδο γνώσεων και εμπειρίας και από την άλλη τη νέα γενιά, της οποίας η νοοτροπία και η προσέγγιση σε ό,τι αφορά το θέμα ‘καριέρα’ είναι εντελώς διαφορετική.»

ΤΟ ΚΑΣΤ

Η πρώτη μας γνωριμία με τον Μπεν γίνεται σε ένα μάθημα Tai Chi, γιατί όπως αποκαλύπτει η Μάγιερς «αφενός μου φάνηκε αστεία σαν επιλογή, αφετέρου πιστεύω ότι ο Μπεν ξέρει πόσο καλό κάνει το Tai Chi.» Παρά την κατά τα φαινόμενα ζεν παρουσία του, ο Μπεν κάνει ό,τι μπορεί για να ξεφύγει από την πλήξη που νιώθει ως συνταξιούχος χήρος. Για να γεμίσει τις ώρες του, παίζει γκολφ και πινάκλ, πηγαίνει σινεμά, διαβάζει, κάνει μαθήματα μαγειρικής, μαθαίνει ιαπωνικά, δοκίμασε τη γιόγκα και εξάντλησε όλα τα μίλια που είχε ταξιδεύοντας ανά τον κόσμο. Κι όμως, κάτι του λείπει.

«Ο Μπεν δεν είχε την τεράστια καριέρα, αλλά τα είχε καταφέρει καλά και νιώθει τυχερός,» λέει ο Ντε Νίρο. «Όταν όμως, βγαίνει στη σύνταξη, τα πράγματα δεν είναι όπως τα περίμενε. Υποθέτω ότι όλα εξαρτώνται από το τι δουλειά έκανες πριν βγεις στη σύνταξη, αλλά ο Μπεν αγαπούσε τη δουλειά του.»

Η επιλογή του Ντε Νίρο από την Μάγιερς ήταν μάλλον ανατρεπτική, «ο Μπομπ είναι ένας καταπληκτικός ηθοποιός με απίστευτο εύρος. Στο παρελθόν έχει υποδυθεί αρκετές φορές με μεγάλη επιτυχία την αστεία βερσιόν του σκληρού άντρα. Στην δική μας ταινία, βλέπουμε μια διαφορετική πλευρά του. Ως ο «εκπαιδευόμενος» που καταλήγει να γίνει μέντορας, πλαισιώνεται από μια ομάδα καθαρά κωμικών νέων ηθοποιών. Αυτή η ποικιλομορφία οδήγησε σε μερικές καταπληκτικές στιγμές μπροστά και πίσω από τις κάμερες.»

Η πρώτη συνάντηση με την Τζουλς Όστιν γίνεται όταν ο Μπεν διεκδικεί τη θέση του «senior» εκπαιδευόμενου στο ATF. Όταν η Τζουλς συμφώνησε να δεχτεί “seniors” εννοούσε τελειόφοιτους του πανεπιστημίου και όχι ηλικιωμένους.

«Η Τζουλς δεν τα πηγαίνει και πάρα πολύ καλά με τους μεγαλύτερους,» λέει η Μάγιερς. Αρχικά, αντιστέκεται γιατί ξέρει με τι ταχύτητες κινείται στη ζωή της και στη δουλειά της και θεωρεί ότι κάποιος μεγαλύτερης ηλικίας θα την καθυστερήσει. Τελικά όμως, αποδεικνύεται ότι αυτός ο μεγαλύτερος είναι ό,τι ακριβώς χρειάζεται.

Η αρχική αντίδραση της Τζουλς σιγά-σιγά δίνει τη θέση της στον σεβασμό και την εκτίμηση. Η Χάθαγουεϊ λέει «Σε μια εταιρία γεμάτη ειδικούς στην τεχνολογία, αλλά όχι στις ανθρώπινες σχέσεις, ο Μπεν λειτουργεί ως πηγή έμπνευσης. Η Τζουλς είναι άνθρωπος της γενιάς της, παίρνει γρήγορα αποφάσεις και πιέζει πολύ τον εαυτό της. Ο Μπεν την παρακολουθεί, την ακούει, δεν την κρίνει και την αποδέχεται ως έχει.»

«Η φιλία που σταδιακά χτίζεται ανάμεσα στον Μπεν και την Τζουλς ήταν η κινητήρια δύναμη για μένα όταν έγραφα το σενάριο», λέει η Μάγιερς. «Αυτή η τόσο προσωπική σχέση είναι ο άξονας όλης της ιστορίας.»

Ο Άντριου Ράνελς ενσαρκώνει τον Κάμερον, τον COO της Τζουλς, χάρη στον οποίο τίθεται σε εφαρμογή το πρόγραμμα εκπαιδευόμενων που θα βοηθήσει τόσο τον ίδιο όσο και την Τζουλς.

Τον Λούις, τον νεαρό ειδικό στους υπολογιστές, ενσαρκώνει ο πρωτοεμφανιζόμενος Τζέισον Όρλεϊ. Παρόλο που στην ταινία κάνει το ντεμπούτο του, είναι παλιός γνώριμος της Μάγιερς, καθώς υπήρξε εκπαιδευόμενός της στο πλατό του “It’s Complicated”.

Ο Ζακ Πέρλμαν εμφανίζεται στον ρόλο ενός ακόμα εκπαιδευόμενου, του Ντέιβις. Ο ηθοποιός λέει για τον ρόλο του «είναι ένα 14χρονο στο σώμα ενός 26χρονου. Δεν έχει καταλάβει ακόμα τι σημαίνει να είσαι ενήλικος. Έτσι, γίνεται ένας από αυτούς που ζητούν την καθοδήγηση του Μπεν και παίρνει πολύ σημαντικές συμβουλές. Και τις χρειάζεται.»

Ένα ακόμα φρέσκο πρόσωπο, είναι η βοηθός της Τζουλς, η Μπέκι, την οποία ενσαρκώνει η Κριστίνα Σέρερ.

Παρόλο που όλοι οι νέοι συνεργάτες του Μπεν είναι τόσο νέοι που θα μπορούσαν να είναι παιδιά του, υπάρχει κάποια πιο κοντά στην ηλικία του που τραβάει τον ενδιαφέρον του. Η Μάγιερς έγραψε τον ρόλο της Φιόνα, της εσωτερικής μασέρ του ATF, έχοντας την Ρούσο στο μυαλό της. «Είναι η πρώτη γυναίκα μετά τη σύζυγό του που ελκύει το ενδιαφέρον του Μπεν,» λέει η Μάγιερς. «Κι αυτό όχι επειδή είναι όμορφη, αλλά επειδή είναι ζεστός και ευχάριστος άνθρωπος.»

Όταν ο Μπεν αναλαμβάνει τη θέση του σοφέρ της Τζουλς, αρχίζει να ανακαλύπτει και την οικογενειακή ζωή της. Η Μάγιερς εξηγεί: «Όντας μια γυναίκα που δουλεύει όλη της τη ζωή και μητέρα δύο παιδιών, θυμάμαι πώς είναι να προσπαθείς να κάνεις καλά τη δουλειά σου, αλλά ταυτόχρονα να είσαι και στην ώρα σου στο σπίτι.»

Ο Άντερς Χολμ ενσαρκώνει τον σύζυγο της Τζουλς, τον Ματ, ο οποίος έχει αφήσει τη δουλειά και έχει αφοσιωθεί στην ανατροφή της κόρης τους, Πέιτζ, την οποία υποδύεται η Τζότζο Κούσνερ.

Καθώς η ένταση κλιμακώνεται τόσο στο γραφείο όσο και στο σπίτι, η Τζουλς πρέπει να πάρει κρίσιμες αποφάσεις τόσο για τη δουλειά της όσο και για την οικογένειά της.

ΤΑ ΓΥΡΙΣΜΑΤΑ

Τα γυρίσματα της ταινίας έγιναν στο Μανχάταν, το Μπρούκλιν και το Μπρονξ, ενώ κάποιες σκηνές γυρίστηκαν σε στούντιο στο Γιόνκερς.

Η Μάγιερς είχε έναν μοναδικό τρόπο να επικοινωνεί με όλη τη ομάδα της και το καστ σε ό,τι αφορούσε την παραγωγή: το Pinterest. «Το αγαπώ», λέει η σκηνοθέτης. «Αν δεν υπήρχε, θα τους είχα τρελάνει. Εντάξει, ακόμα τους τρελαίνω.» Η Μάγιερς σκέφτηκε να φτιάξει ένα Pinterest board για κάθε χαρακτήρα και το περιβάλλον γύρο του, ώστε να δείξει σε όλους τι ακριβώς είχε στο μυαλό της.

Η σχεδιάστρια παραγωγής Κρίστι Ζέα λέει, «Το στυλ της ταινίας είναι μινιμαλιστικό – πολύ απλό, με διακριτικά χρώματα, οργανικά υφάσματα, υφές και ρίγες.»

Το βασικό σκηνικό της ταινίας είναι τα γραφεία του About the Fit, το οποίο βρίσκεται στο Red Hook του Μπρούκλιν. Έχοντας ψάξει σε όλη την πόλη, η παραγωγή βρήκε τον κατάλληλο χώρο στο The Light Box στο Μπρονξ, ένα στούντιο φωτογραφίας στον δεύτερο όροφο του παλαιού νομισματοκοπείου, ενός τεράστιου συγκροτήματος που μέχρι τη δεκαετία του ’70 τύπωνε πάνω από τα μισά χαρτονομίσματα της παγκόσμιας οικονομίας. Η Μάγιερς λάτρεψε τα αυθεντικά τεράστια παράθυρα, τους τοίχους από παλαιό τούβλο και τον φυσικό φωτισμό που ο διευθυντής φωτογραφίας Στίβεν Γκόλντμπλατ ανέδειξε με τον κατάλληλο τρόπο.

Τα γραφεία της εταιρείας είναι open-plan, κανείς δεν έχει δικό του γραφείο, ούτε καν η Τζουλς. Η ομάδα καλλιτεχνικής διεύθυνσης κατασκεύασε γυάλινες αίθουσες συνεδριάσεων, γυάλισε τα πατώματα και έφτιαξε αυτά που κάνουν το γραφείο μοναδικό: την αίθουσα μασάζ και την ανοιχτή κουζίνα. Λευκά γραφεία με γκρι καρέκλες τοποθετήθηκαν στη σειρά ενώ τον χώρο πλαισίωσαν CB2 καναπέδες. «Δεν χρησιμοποιήσαμε έπιπλα που δεν θα άντεχε η τσέπη της Τζουλς στο ξεκίνημα της εταιρείας της.»

Παρόλο που η ταινία εστιάζει στην επιχείρηση της Τζουλς, παίρνουμε μια γεύση και από το οικιακό περιβάλλον των κεντρικών χαρακτήρων. «Το σπίτι κάποιου μπορεί να αποκαλύψει σπουδαίες ιστορίες και σαν στοιχείο ήταν πολύ σημαντικό για τη δημιουργία του κόσμου της ταινίας,» λέει η Μάγιερς.

Το σπίτι της Τζουλς και του Ματ στήθηκε σε μια πέτρινη ανακαινισμένη κατοικία στο Clinton Hill του Μπρούκλιν.

Το σπίτι του Μπεν αποτέλεσε μεγαλύτερη πρόκληση «γιατί ο χαρακτήρας του είναι ένα κράμα του παλιού και του καινούργιου,» λέει η Ζέα. Τελικά επέλεξαν μια πέτρινη κατοικία στο Cobble Hill του Μπρούκλιν, μικρότερη από της Τζουλς και με χαμηλότερα ταβάνια.

Εξίσου σημαντική λεπτομέρεια ήταν τα έργα τέχνης που επιλέχθηκαν για το σπίτι κάθε χαρακτήρα. Στο σπίτι της Τζουλς, υπάρχει μια πολύ ενδιαφέρουσα συλλογή ασπρόμαυρων φωτογραφιών δίπλα στις πολύχρωμες ζωγραφιές της Πέιτζ. Στο σπίτι του Μπεν, έβαλαν έργα τέχνης του Ρομπερτ Ντε Νίρο του Πρεσβύτερου. Ο Ντε Νίρο πήρε το όνομα του πατέρα του, ο οποίος υπήρξε σημαντικός ζωγράφος. Ο ηθοποιός διατηρεί μέχρι σήμερα το στούντιο του πατέρα του στη Νέα Υόρκη ενώ έχει κάνει και ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του. «Πήγαμε στο σπίτι του Μπομπ και μας είπε ‘Πάρτε ό,τι χρειάζεστε’,» αποκαλύπτει η Ζέα.

Η Μάγιερς ήθελε το σπίτι του Μπεν να αντηχεί την ιστορία του με τη γυναίκα του. «Ήταν 40 χρόνια παντρεμένος. Δεν ζει σε ένα εργένικο σπίτι. Ζει στο σπίτι τους. Ήθελα να κάνω αισθητή την παρουσία της στην κουζίνα και σε όλα τα υπόλοιπα δωμάτια,» λέει.

ΚΟΣΤΟΥΜΙΑ

Η Τζουλς έχει μια σελίδα μόδας αλλά σε ό,τι αφορά το στυλ δεν είναι η μόνη ειδική. Η εμφάνιση του Μπεν δείχνει έναν άνθρωπο πάρα πολύ προσεγμένο από την κορυφή ως τα νύχια. Ντυμένος πάντα άψογα, σιγά-σιγά επηρεάζει τους νεαρούς συναδέλφους του να προσέχουν λίγο περισσότερο την εμφάνισή τους.

Η ενδυματολόγος Τζάκλιν Ντεμετέριο γνώρισε τη σκηνοθέτιδα μέσω της κόρης της, η οποία εργάζεται στη δημόσιες σχέσεις του Οίκου Chanel. «Μ’ αρέσει να ασχολούμαι με ό,τι έχει να κάνει με την μόδα, και η Νάνσι ξέρει από μόδα.»

Η Ντεμετέριο και η Μάγιερς συναντήθηκαν για να συζητήσουν τις ιδέες τους. «Εγώ της έδειξα κάποιες φωτογραφίες με στυλ που θα χρησιμοποιούσα και εκείνη τις φωτογραφίες της από το Pinterest. Ήταν λες και έβλεπες το ίδιο πράγμα κι αυτό δεν συμβαίνει συχνά. Έχουμε πολύ όμοια αισθητική και αυτό είναι πάρα πολύ καλό.»

Η Ντεμετέριο λέει, «δοκιμάσαμε διάφορα πουκάμισα και κοστούμια με τον Μπομπ και τελικά καταλήξαμε να χρησιμοποιήσουμε πολλά Brooks Brothers και Hickey Freeman. Φοράει πολύ μπλε και γκρι.»

Για την γκαρνταρόμπα της Χάθαγουεϊ συνυπολογίστηκαν πολλοί παράγοντες. Η ηθοποιός λέει «πρόκειται για μια πολύ σικ γυναίκα που όμως είναι και μητέρα. Τα ρούχα της λοιπόν, έπρεπε να είναι τέτοια που να πείθει ότι κάθε μέρα επιστρέφοντας σπίτι ασχολείται με την πεντάχρονη κόρη της. Θέλαμε ένα απλό στυλ, κλασικό αλλά νεανικό. Έτσι σκεφτήκαμε ότι το ιδανικό θα ήταν ένα post-punk Κάθριν Χέπμπορν στυλ.»

Εκτός από τους βασικούς χαρακτήρες, η Ντεμετέριο έπρεπε να ντύσει εκατοντάδες κομπάρσους σε σχεδόν καθημερινή βάση, οι οποίοι υποτίθεται ότι δούλευαν σε μια εταιρία μόδας άρα το στυλ τους έπρεπε να το δείχνει αυτό.

Η μουσική του Θίοντορ Σαπίρο ολοκληρώνει την ατμόσφαιρα της ταινίας. Η Μάγιερς χρησιμοποίησε αρκετά γνωστά τραγούδια για να υπογραμμίσει τη δράση, μεταξύ των οποίων το “Ain’t Misbehavin’,” του Μπένι Γκούντμαν, το “Boogie Shoes” των KC & The Sunshine Band, το “All About That Bass” της Μέγκαν Τρέινορ και λίγο από το σάουντρακ της «Συμμορίας των Έντεκα».