Τη Πέμπτη 6 Αυγούστου 2015 θα παρουσιαστεί στους κινηματογράφους από τη Rosebud.21 σε διανομή Feelgood Entertainment, η ταινία «Ο Άνδρας που Αγαπήθηκε Πολύ» (L’ HOMME QU’ ON AIMAIT TROP), σε σκηνοθεσία του Αντρέ Τεσινέ.

Η αληθινή ιστορία πίσω από την εξαφάνιση της Ανιές Λε Ρου που συγκλονίζει εδώ και 30 χρόνια τη Γαλλία

1976. Όταν ο γάμος της καταρρέει, η Ανιές Λε Ρου, επιστρέφει στη νότια Γαλλία για να ζήσει με τη μητέρα της Ρενέ, ιδιοκτήτρια του καζίνο “Palais De La Mediterranee”, στη Νίκαια. Εκεί, ερωτεύεται τον κατά δέκα χρόνια μεγαλύτερό της Μορίς Ανιελέ, δικηγόρο και σύμβουλο επιχειρήσεων της μητέρας της.  Παρόλο που ο Μορίς είναι παντρεμένος και συνεχίζει να έχει σχέσεις με άλλες γυναίκες, η Ανιές είναι τρελά ερωτευμένη μαζί του και όταν αυτό πέφτει στην αντίληψη της μητέρας της, αυτή θα προσπαθήσει να τον απομακρύνει από το άμεσο περιβάλλον της.

Αυτό θα εξαγριώσει τον Μορίς και θα οδηγήσει την Ανιές στο να πουλήσει το δικό της μερίδιο μετοχών του καζίνο, για να αλλάξει σελίδα στη ζωή της.

Παράλληλα, ένα στημένο παιχνίδι απειλεί την οικονομική σταθερότητα του καζίνο. Πίσω από τους εκφοβισμούς, κρύβεται η σκιά της μαφίας και του Φρατόνι, του μεγαλύτερου ανταγωνιστή της Ρενέ, ιδιοκτήτη καζίνο, που θέλει να πάρει και το “Palais De La Mediterranee” .

Ο Μορίς, θα συστήσει τον Φρατόνι στην Ανιές, ο οποίος και θα της προσφέρει τρια εκκατομύρια φράγκα για να ψηφίσει εναντίον της μητέρας της στο συμβούλιο των μετόχων. Η Ανιές αποδέχεται την προσφορά και η Ρενέ χάνει τον έλεγχο του καζίνο.

Η Ανιές θα δυσκολευτεί να χειριστεί το γεγονός ότι πρόδωσε τη μητέρα της, ενώ ο Μορίς θα αρχίσει να κρατάει αποστάσεις από αυτήν.

Τον Νοέμβριο του 1977, μετά από μια αποτυχημένη απόπειρα αυτοκτονίας, η Ανιές εξαφανίζεται. Το σώμα της δε βρέθηκε ποτέ. Τριάντα χρόνια μετά, και μετά από αλλεπάλληλες δίκες, ο Μορίς Ανιελέ παραμένει ο κύριος ύποπτος στην υπόθεση δολοφονίας. Πεπεισμένη για την ενοχή του, η Ρενέ θα πολεμήσει μέχρις εσχάτων για να τον δει πίσω από τα σίδερα.

Ο ΑΝΤΡΕ ΤΕΣΙΝΕ μιλάει για την ταινία του

Η αρχική ιδέα ήταν να κάνω μια προσαρμογή των απομνημονευμάτων της Ρενέ Λε Ρου, το «Μια γυναίκα εναντίον της Μαφίας» γραμμένο από τον γιο της Ζαν Τσαρλς. Το βιβλίο αφηγείται τον «πόλεμο των Καζίνο» στη Γαλλική Ριβιέρα τις δεκαετίες 1970 και 1980 από τη μεριά των πρωταγωνιστών.

Στην ταινία ήθελα να εστιάσω την προσοχή μου στη σχέση μεταξύ της Ρενέ Λε Ρου, της κόρης της Ανιές και του Μορίς Ανιελέ: η σιδηρά κυρία, η κόρη –επαναστάτρια και ο άνδρας που ήθελε την αναγνώριση από την κοινωνία.

Πιο πολύ με τράβηξε η ιστορία της Ανιές. Ήθελα να ζωγραφίσω το πορτραίτο της. Συμφώνησα να κάνω την ταινία μόλις διάβασα τα γράμματα που είχε γράψει η Ανιές στον Ανιελέ γιατί εντελώς αναπάντεχα βρήκα μια εκπληκτική ομοιότητα με έναν άλλο θηλυκό χαρακτήρα που επίσης την ιστορία της θα ήθελα να φέρω στην οθόνη – της Julie De Lespinasse. Υπάρχουν πολλές ομοιότητες μεταξύ των παθιασμένων ερωτικών γραμμάτων της γυναίκας του 18ου αιώνα και της Ανιές. Για παράδειγμα: « Σ’ αγαπώ όπως πρέπει να αγαπηθείς, με τρέλα, με πάθος , με απόγνωση».

Αυτή είναι μια ταινία πολέμου, στο ανθρώπινο επίπεδο. Πήραμε την ιστορία για τον πόλεμο των καζίνo και την αποδώσαμε σε μια ιστορία ψυχολογικών αντιπαραθέσεων. Δεν ήθελα να αφαιρέσω τα γεγονότα που καθόρισαν την πλοκή. Ήθελα να δείξω τη διαδικασία της εξαγοράς της εξουσίας, τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται για να ρίξουν ένα καζίνο. Τη λειτουργία μιας επιχείρησης σε αυτό το πολύ σκιερό περιβάλλον με όλα τα στοιχεία της σκληρότητας και της υποτέλειας. Ήθελα να ακολουθήσω όλα τα γεγονότα που πραγματικά συνέβησαν μέχρι την πτώση, μέχρι την ήττα.

Ξεκίνησα γράφοντας το σενάριο μαζί με τον Jean Charles Le Roux, που είχε όλα τα στοιχεία. Βάλαμε τα γεγονότα σε μια σειρά για να δώσουμε στην ταινία μια συγκεκριμένη δομή. Η διαφορά μας με τον Jean Charles ήταν το ότι είναι πεπεισμένος ότι ο Ανιελέ έχει δολοφονήσει την Ανιές ενώ εγώ του είχα καταστήσει σαφές ότι δεν πρόκειται να κάνω μια ταινία που ενοχοποιεί τον Ανιελέ. Αυτό παρέμεινε ένα πολύ ευαίσθητο θέμα κατά τη διάρκεια του χρόνου που δουλεύαμε μαζί.

Ποτέ δεν σκέφτηκα να αλλάξω τα ονόματα και να γυρίσω την ταινία ως μυθοπλασία.  Ήταν σημαντικό να διατηρηθεί η αλήθεια στην αφήγηση. Να είναι ένα δράμα της πραγματικής ζωής. Είναι ένας τρόπος για να πούμε ότι η τραγωδία συμβαίνει στον κόσμο μας, στην πραγματικότητα.

Ο Guillaume Canet ήταν σε επαφή με τον Ανιελέ, με τον οποίο συζήτησαν για τις συνομιλίες που είχε με την Ανιές, όταν πούλησε τις μετοχές του καζίνο και όταν ο Τύπος την κατηγόρησε ότι πρόδωσε τη μητέρα της και ήταν τόσο απελπισμένη.

Για τις σκηνές που εκτυλίσσονται στο καζίνο, ήθελα να φαίνονται πολύ «ευρωπαϊκές», ένα είδος αντί – Λας Βέγκας. Σε πλήρη αντίθεση με το «Casino» του Σκορτσέζε.  Είχα στο νου μου το έργο του καλλιτέχνη Klimt. Με την ίδια λογική έγινε και ο σχεδιασμός των κοστουμιών.

Είχα παρακολουθήσει τη δουλειά της Adele Haenel. Ήξερα ότι είναι μια όμορφη και δυναμική νεαρή ηθοποιός. Την είχα δει να παίζει ρόλους κοριτσιών της εργατικής τάξης και μου άρεσε η ιδέα να της προσφέρω το ρόλο μιας νεαρής πλούσιας κληρονόμου, κόρης της Catherine Deneuve. Έχει μια θαυμάσια φυσική κομψότητα. Και ξέρει πως να είναι σκληρή. Έχει ένα μείγμα ζωντάνιας με έναν υπαινιγμό τρέλας, έναν ανεμοστρόβιλο νεανικής ενέργειας.

Είναι η έβδομη ταινία μου με την Catherine Deneuve. Είναι η πρώτη φορά που της ζητήθηκε να υπερβάλλει με τα ρούχα του ρόλου της. Διασκεδάσαμε τόσο πολύ επιλέγοντας τα καταπληκτικά της ρούχα. Η Μαντάμ Λε Ρου, δεν φόρεσε ποτέ το ίδιο πράγμα δύο φορές. Ήταν μοντέλο στις πασαρέλες της Balenciaga και όμοιος ήταν και ο τρόπος που κινείτο μέσα στο καζίνο. Ήθελε να ντύνεται σαν βασίλισσα που παρακολουθεί το βασίλειο της. Το ντύσιμο γι’ αυτήν ήταν μέρος της κοινωνικής της καταξίωσης. Σε αυτή την ταινία, ο χαρακτήρας της φαίνεται κυρίαρχος, αποφασιστικός και αδίστακτος. Είναι εξαγριωμένη. Θέλει το κεφάλι του Ανιελέ στο πιάτο της.

Με τον Guillame Canet ήθελα πολύ να δουλέψουμε μαζί. Για τον ρόλο του  Ανιελέ χρειαζόμασταν έναν ηθοποιό ο οποίος να είναι ελκυστικός, αλλά παράλληλα να είναι και ο “ιδανικός γαμπρός”. Ο ρόλος απαιτούσε από τον ηθοποιό να αποκαλύψει μια σκοτεινή πλευρά του εαυτού του. Έναν άνθρωπο που αυτοπροστατεύεται από τα ίδια του συναισθήματα, ένα κλειστό βιβλίο που παράλληλα παραμένει γοητευτικό και σαγηνευτικό. Ο Guillame  κατάφερε να φέρει όλες αυτές τις εκφάνσεις στο ρόλο. Δεν φοβήθηκε να είναι υποταγμένος στην Ρενέ Λε Ρου και στον Φρατόνι. Δεν φοβήθηκε να είναι σαδιστής και σκληρός με την Ανιές. Πίσω από το χαμόγελο του Δον Ζουάν, μου θυμίζει ένα απόσπασμα από τον Pascal: “ H διπλή φύση του ανθρώπου  αποδεικνύει το ότι κάποιοι έχουν σκεφτεί ότι έχουμε δύο ψυχές».

Σκηνοθεσία ΑΝΤΡΕ ΤΕΣΙΝΕ

Σενάριο ΑΝΤΡΕ ΤΕΣΙΝΕ, ΖΑΝ ΤΣΑΡΛΣ ΛΕ ΡΟΥ, ΣΕΝΤΡΙΚ ΑΝΙΕΡ

Παραγωγή ΜΑΡΚ ΜΙΣΟΝΙΕ, ΟΛΙΒΙΕ ΝΤΕΛΜΠΟΣΚ

Ηθοποιοί ΚΑΤΡΙΝ ΝΤΕΝΕΒ

ΓΚΙΓΙΟΜ ΚΑΝΕ

ΑΝΤΕΛ ΕΝΕΛ

Διάρκεια 116 λεπτά