Να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία… να ένα ήδη τετριμμένο σύνθημα, που όμως σήμερα οφείλει κανείς να ασπασθεί χωρίς δεύτερη κουβέντα, ποιούμενος την (χρηματοπιστωτική) ανάγκη (πολιτιστική) φιλοτιμία. Εντούτοις, προσωπικά θα προτιμούσα μια κάπως διαφορετική διατύπωση, την οποία βρίσκω χρησιμότερη, και η οποία θα είχε περίπου ως εξής: να μην επιτρέψουμε στην κρίση να λειτουργήσει ως άλλοθι πολιτιστικής κατήφειας.

Photo: Βιργίλιος Τσιούλλι 

Είναι ελάχιστα γνωστό στο ευρύ κοινό ότι το Μέγαρο Μουσικής αποτελεί σήμερα στον χώρο του πολιτισμού τον απόλυτο πρωταθλητή στον στίβο των περικεκομμένων κρατικών επιδοτήσεων: το να διατηρήσεις ζωντανό ένα φιλόδοξο πολιτιστικό όραμα σε πείσμα μιας συρρίκνωσης της δημόσιας στήριξης που μέσα στο 2010 άγγιξε το 60%, και μάλιστα ενόσω έτρεχαν δεκάδες ήδη υπογεγραμμένες συμφωνίες που είχαν καταρτισθεί νωρίτερα με εντελώς άλλα οικονομικά δεδομένα, είναι, διαβεβαιώνω τον αναγνώστη, μια αρκετά επίπονη άσκηση.

Το γεγονός ότι σήμερα το Μέγαρο Μουσικής διατηρεί ακέραιο τον χαρακτήρα του ως ισχυρού κινητήρα πολιτιστικής δραστηριότητας στην Αθήνα οφείλεται δίχως αμφιβολία στις άοκνες προσπάθειες του Προέδρου του Ιωάννη Μάνου, χάρη στις οποίες οι πόροι από κάθε λογής χορηγίες όχι μόνο δεν μειώθηκαν, όπως κάποιοι έσπευδαν να προβλέψουν πριν ένα μόλις χρόνο, αλλά και αυξήθηκαν εντυπωσιακά  εν μέσω της χειρότερης χρηματοπιστωτικής κρίσης της πρόσφατης ιστορίας – κάτι που ασφαλώς επιβάλλει έκφραση ειλικρινούς ευγνωμοσύνης σε όλους τους χορηγούς και πιστούς φίλους του Μεγάρου για την αξιοσημείωτη πολιτιστική τους ευαισθησία (και βέβαια τα θετικά αυτά αποτελέσματα δεν αρκούν για να αντισταθμίσουν την απώλεια της δημόσιας στήριξης).

Οφείλεται επίσης στην εμπιστοσύνη και το πάθος ενός πολυπληθούς κοινού που συνεχίζει να προσέρχεται αθρόα στις εκδηλώσεις του Μεγάρου Μουσικής, καθιστώντας το πεντάμηνο Οκτωβρίου 2010 / Φεβρουαρίου 2011 ένα από τα ευτυχέστερα της εικοσαετούς ιστορίας του Οργανισμού από πλευράς προσέλευσης – και τούτο δίχως το καθαυτό πρόγραμμα του Μεγάρου να έχει υποκύψει στην παραμικρή λαϊκιστική έκπτωση όσον αφορά το περιεχόμενο. Οφείλεται εν τέλει στις γενναίες αποφάσεις μιας Διοίκησης η οποία, εις πείσμα της συνήθους πρακτικής, αρνήθηκε μέχρι στιγμής να εφαρμόσει κάποια κλασικά ‘εξυγιαντικά’ μέτρα όπως αύξηση τιμών εισιτηρίων, ακυρώσεις συμβολαίων κ.τ.λ., που θα απέβαιναν επιζήμια για την συνολική πολιτιστική μας φυσιογνωμία. Αντίθετα, εν μέσω κρίσης, το Μέγαρο σήμερα ανανεώνει την παρουσία του δυναμικά, με εξωστρεφείς ενέργειες που στοχεύουν το μέλλον: ξεδιπλώνοντας μια νέα δυναμική επικοινωνιακή πολιτική (νέο διαδικτυακό site, νέο πρόσωπο των εντύπων, στροφή προς τα κοινωνικά δίκτυα), εγκαινιάζοντας ένα μεγάλο άνοιγμα στην Αθήνα και την Ελλάδα (οι κήποι του Μεγάρου, οι θεσμικές συνεργασίες με άλλους φορείς: ΕΡΤ, Πανεπιστήμιο Αθηνών, Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, Διάζωμα), αλλά και ένα τολμηρό άνοιγμα στον κόσμο (ενεργός συμμετοχή σε διεθνή δίκτυα, πρωτόκολλα πολυετούς αμφίδρομης συνεργασίας με ιστορικά θέατρα – θεσμούς της Ευρώπης: Scala του Μιλάνου, Teatro Real της Μαδρίτης). Έτσι, αν σήμερα οι δυσκολίες είναι πάντα μαζί μας, μπορούμε τουλάχιστον να σχεδιάζουμε τις επόμενες καλλιτεχνικές περιόδους με κάποια δόση νηφάλιας αισιοδοξίας.

Οι γραμμές του σχεδιασμού του Μεγάρου για τις επόμενες καλλιτεχνικές περιόδους παρακολουθούν κριτικά το περίγραμμα μιας κρίσης που δεν αφορά ούτε τους τελευταίους μήνες, ούτε το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Φιλοδοξία του Μεγάρου είναι να αναμετρηθεί επί της ουσίας με ζητήματα άλλου τύπου, παλαιότερα, διαρκέστερα και βαθύτερα, που η τρέχουσα κατάσταση αποκαλύπτει απλώς σε όλο τους το μέγεθος. Πρόκειται τα ανησυχητικά συμπτώματα μιας γενικευμένης κρίση του πολιτισμού, που δεν είναι διόλου αποκλειστικά ελληνική υπόθεση, και που διαβρώνει συστηματικά εδώ και χρόνια κάποιες πάλαι ποτέ σταθερές αξίες της μεταπολεμικής Ευρώπης: την παιδεία (ιδιαίτερα τις ανθρωπιστικές σπουδές), τους κάθε λογής παραγωγικούς φορείς πολιτισμού, τον σεβασμό και την στήριξη της πολύ-πολιτισμικότητας. Έτσι, στο Μέγαρο Μουσικής συνεχίζουμε να υπερασπιζόμαστε με πείσμα την μεγάλη συμφωνική, οπερατική και χορευτική παράδοση, αναζητώντας ταυτόχρονα τρόπους να κάνουμε τους νεότερους να την γνωρίσουν από πιο κοντά, να την ενστερνιστούν και να την αγαπήσουν. Υποδεχόμαστε κάθε λογής νέες τάσεις και ιδιώματα, αφήνοντας χώρο στην έρευνα και τον πειραματισμό και στηρίζοντας ιδιαίτερα την ζωντανή ελληνική δημιουργικότητα σε όλες της τις εκφάνσεις. Αναζητούμε συμμαχίες ανθρώπων του πνεύματος κάθε ειδικότητας, προσφέροντας το βήμα για να συνδιαλλαγούν με την κοινωνία πάνω σε κρίσιμα ζητήματα όπως η ποίηση και η πολιτική, η φιλοσοφία και η ιατρική, η παράδοση αλλά και το μέλλον.

Μια ματιά στο φετινό πρόγραμμα μπορεί να πείσει ότι το Μέγαρο Μουσικής είναι ένας χώρος εξίσου φιλόξενος για την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης όσο και για τους υπέροχους Έλληνες δεξιοτέχνες του δημοτικού κλαρίνου, για το οπερατικό τραγούδι ενός Marcelo Alvarez όσο και για την μελοποιημένη ελληνική ποίηση του Νίκου Γκάτσου, για τον Βασιλιά Ληρ του National Theater του Λονδίνου όσο και για την Θεογονία του έξοχου παραμυθά που ακούει στο όνομα Διονύσης Σαββόπουλος. Δείγματα του τι μπορεί ακόμα να συμβεί μελλοντικά στο Μέγαρο Μουσικής, αρκεί «να μην επιτρέψουμε στην κρίση να λειτουργήσει ως άλλοθι πολιτιστικής κατήφειας».       

Info: Ο Νίκος Τσούχλος είναι Καλλιτεχνικός Διευθυντής στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Σπούδασε στο Εθνικό Ωδείο με την Χρυσή Παρθενιάδη – Φλώρου (πιάνο). Αφιερώθηκε στην διεύθυνση ορχήστρας κοντά στον Αλέξανδρο Μυράτ, ενώ υπήρξε μαθητής του Sergiu Celibidache. Είναι πτυχιούχος της Νομικής Σχολής και διδάκτωρ μουσικολογίας του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ως αρχιμουσικός ξεκίνησε το 1989, ιδρύοντας με τον Γιώργο Μιχαηλίδη το «Λυρικό Εργαστήρι του Ανοιχτού Θεάτρου». Έχει τιμηθεί από το Γαλλικό κράτος με την διάκριση “Chevalier de l’Ordre des Arts et des Lettres”.