Η έκθεση «Modern Greek Printmaking – Selected Works from the Yannis Papaconstantinou Collection» στο Λονδίνο υπογραμμίζει την ποιότητα και τον δυναμισμό της νεότερης ελληνικής Χαρακτικής, της τέχνης γενικότερα της Ελλάδας, μακράν του αρχαίου πολιτισμικού της παρελθόντος, μέσω του οποίου η πατρίδα μας καθιερώθηκε στον χάρτη του ευρωπαϊκού και κατ’ επέκταση παγκόσμιου πολιτισμού, ως αφετηρία και νομοτελειακά πολύτιμο συστατικό των περαιτέρω επιτευγμάτων μέσα στον χρόνο.

Είναι εξαιρετικού ενδιαφέροντος, παράλληλα, το γεγονός ότι η συγκεκριμένη έκθεση πραγματοποιείται στο Ηνωμένο Βασίλειο, του οποίου η συμβολή στην ανάδειξη και καθιέρωση της Χαρακτικής υπήρξε καθοριστική. Για λόγους ιστορικούς υπενθυμίζω την παρουσία των William Hogarth (1697-1764), Henry Fuseli (1741-1825), James Gillray (1756-1815), William Blake (1757-1827), όσο και του πατέρα της σύγχρονης ξυλογραφίας Thomas Bewick (1753-1828), οι οποίοι υπηρέτησαν με θέρμη το κίνημα του Ρομαντισμού, είτε άσκησαν αιχμηρή κριτική στα κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους. Στο Λονδίνο, επιπλέον, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά, το 1801, η τεχνική της λιθογραφίας από τον επινοητή της Alois Senefelder (1771-1834).

H πρόσκληση του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού στο Ηνωμένο Βασίλειο προς τον Γιάννη Παπακωνσταντίνου να παρουσιάσει μέρος της Συλλογής του στην Κομισιόν στο Λονδίνο, στο πλαίσιο των επίσημων εκδηλώσεων για την Ελληνική Προεδρία στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είναι μια τιμητική αναγνώριση της συνεπούς και αφοσιωμένης 20ετούς διαδρομής του στην περιπέτεια του συλλέγειν έργα Ελλήνων χαρακτών, προκειμένου να συγκροτήσει ένα στιβαρό σώμα, ενδεικτικό της ιστορίας και της εξέλιξης της ελληνικής χαρακτικής σε διάστημα δύο αιώνων. Δεν είναι, επομένως, συμπτωματικό ότι ο Γιάννης Παπακωνσταντίνου συγκαταλέγεται στους Έλληνες συλλέκτες με τις μεγαλύτερες και, κατά το δυνατόν, άρτιες ιδιωτικές συλλογές αυτής της τέχνης, οι οποίες συχνά συμπληρώνουν και υποστηρίζουν θεαματικά τις αντίστοιχες κρατικών μουσείων.

Σκόπιμη, εξ άλλου, θεωρώ την αναφορά στα ευγενικά και καθόλου πομπώδη κίνητρα που αποσκοπούν στην κατάρτιση μιας χαρακτικής συλλογής. Το χαρακτικό έργο δεν είναι μοναδικό, αφού σχεδόν πάντα υπάρχει ένα, έστω και περιορισμένο, tirage τυπωμάτων. Οι διαστάσεις του είναι μικρές, καθόλου μνημειακές, με τις οποίες άλλες μορφές τέχνης διεκδίκησαν, ενδεχομένως, τον εντυπωσιασμό και την επιβολή. Στην περιορισμένη επιφάνεια του χαρακτικού, ο καλλιτέχνης καλείται να αποτυπώσει το αποτέλεσμα της δικής του επίπονης προσπάθειας, την τιθάσευση της ματιέρας, τις συνθετικές δεξιότητες, τη συμμετοχή της έμπνευσης, τα εκφραστικά φορτία. Όλα υπό τον έλεγχο μιας πρόδηλης πειθαρχίας και ασκητικής λιτότητας, με σταθερό στόχο την αισθητική συγκίνηση του αποδέκτη. Το πάθος και η προσήλωση στο συλλέγειν χαρακτικά προϋποθέτει, κατά συνέπεια, έναν αναντίρρητο σεβασμό προς τον χειρώνακτα μάστορα εικαστικό δημιουργό και την κοπιώδη παρέμβασή του στην αλχημεία της ύλης.

Η έκθεση στην 12 Star Gallery στο Europe House οριοθετείται χρονικά με Έλληνες χαράκτες που γεννήθηκαν από το τέλος του 19ου αιώνα έως λίγο πριν την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ενώ τα έργα τους χρονολογούνται από τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα και διατρέχουν αυτόν τον γόνιμο, για τα ανατρεπτικά κινήματά του, αιώνα της Τέχνης. Οι τεχνικές που παρουσιάζονται –ξυλογραφία, λινόλαιο, λιθογραφία και χαλκογραφία με τις ποικιλόμορφες εκδοχές της– καλύπτουν όλο το φάσμα αυτής της τέχνης, πριν η περαιτέρω έρευνα προσπορίσει νέα μέσα και μεθόδους, πέραν της συνήθους διαδικασίας χάραξης, προικίζοντάς την με πειραματισμούς και μορφοπλαστικές διατυπώσεις που συνάδουν με το πνεύμα των καιρών. Χαράκτες, όσο και ζωγράφοι που, παράλληλα με την κύρια ενασχόλησή τους, δοκιμάσθηκαν στη χαρακτική με αξιόμαχα πλαστικά παράγωγα, επιλέχθηκαν για να μας εισαγάγουν στην ιστορία της Ελληνικής Χαρακτικής.

Σε αντίθεση με τις διεκδικήσεις της ελληνικής Ζωγραφικής και Γλυπτικής για τον απεγκλωβισμό τους από τον Ακαδημαϊσμό, η Χαρακτική είχε ως κύριο μέλημα στις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα την ανεξαρτητοποίησή της από χρηστικές υπηρεσίες και την αυθυπαρξία της ως τέχνη. Και αυτό γίνεται κατανοητό, αφού στην Ελλάδα τα πρώτα χαρακτικά, συνήθως χαλκογραφίες άγνωστων μοναχών, υποστήριξαν καθαρά θρησκευτικούς στόχους, στην προσπάθεια διατήρησης της χριστιανικής πίστης και επομένως της εθνικής συνοχής των Ελλήνων κατά την Τουρκοκρατία. Οι πρώτες επώνυμες καταθέσεις παρουσιάζονται στο τέλος του 18ου αιώνα, κινούμενες πάλι γύρω από την ίδια θεματική, ενώ κατά τον 19ο αιώνα η χαρακτική, κυρίως με την τεχνική της ξυλογραφίας, χρησιμοποιήθηκε για την εικονογράφηση εφημερίδων και περιοδικών της εποχής.

Είναι αντιφατικό το γεγονός ότι οι θεμελιωτές της αυτόνομης ελληνικής χαρακτικής τέχνης Δημήτρης Γαλάνης, Λυκούργος Κογεβίνας και Μάρκος Ζαβιτζιάνος ξεκίνησαν σπουδάζοντας αρχικά ζωγραφική στο Παρίσι και το Μόναχο. Ήταν οι πρώτοι, ωστόσο, που εξ αρχής προόρισαν το καλλιτεχνικό τους πόνημα για χάραξη και τύπωμα, τοποθετώντας, έτσι, την αφετηρία αυτής της τέχνης στις πρώτες δεκαετίες του περασμένου αιώνα. Ο Δημήτρης Γαλάνης, εγκατεστημένος από το 1899 μόνιμα στο Παρίσι, διατηρώντας παρ’ όλα αυτά την επικοινωνία του με την Ελλάδα μέσω εκθέσεων, εκλέγεται το 1945 καθηγητής της χαρακτικής στην École Nationale des Beaux-Arts και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Μέγας ανανεωτής των τεχνικών χάραξης, πίστευε εν τούτοις ότι η τεχνική δεν είναι παρά η σιωπηρή προϋπόθεση της μεγάλης τέχνης. Τα έργα του στη Συλλογή Γιάννη Παπακωνσταντίνου καταδεικνύουν τη θεματική και μορφοπλαστική ευελιξία, τις επιρροές του από το κοσμογονικό κλίμα της, τότε, Μέκκας της Τέχνης, αλλά κυρίως το απόλυτα προσωπικό ύφος, διακριτό γνώρισμα κάθε σημαντικού δημιουργού. Ο Κερκυραίος Λυκούργος Κογεβίνας υπηρέτησε υποδειγματικά τη χαλκογραφία με κύριο θεματικό έναυσμα το τοπίο. Παράλληλα με τα μεμονωμένα έργα του, υπήρξε δεινός σχεδιαστής λευκωμάτων. Στο έργο ‘Βενετία’, παρά τις ρεαλιστικές προσεγγίσεις, είναι φανερή η τάση σχηματοποίησης για την επιδιωκόμενη απόδοση του ουσιώδους. Ο επίσης Κερκυραίος Μάρκος Ζαβιτζιάνος, με σπουδές χαρακτικής στο Μόναχο, καταγίνεται με την καταγραφή του κλίματος της ιδιαίτερης πατρίδας του, όχι απλά με προθέσεις ηθογραφικές. Ενδιαφέρεται, βασικά, για την προσθήκη κριτικού σχολιασμού (‘Καυγάς στην αγορά’). Παράλληλα εντυπωσιάζει η ψυχογραφική δύναμη στο ‘Πορτρέτο’ της μητέρας του.

Συνοδοιπόροι των «δασκάλων» και καταλυτικές φυσιογνωμίες για την εξέλιξη της ελληνικής χαρακτικής οι Άγγελος Θεοδωρόπουλος, Ευθύμης Παπαδημητρίου, Αλέξανδρος Κορογιαννάκης και Δημήτρης Γιαννουκάκης, ζωγράφοι που διέπρεψαν στην τέχνη της χάραξης. Μαέστρος της τεχνικής ο Θεοδωρόπουλος και διονυσιακός «γυμνογράφος», δημιουργεί στο ‘Ξαπλωμένο Γυμνό’ αριστοτεχνικές τονικές διαβαθμίσεις, προσδίδοντας ταυτόχρονα στο θέμα του την ένταση μιας γλυπτικής φόρμας και απτότητας. Ο Θεοδωρόπουλος κατέθεσε, επίσης, μια μεγάλη σειρά αξιοσημείωτων Νεκρών Φύσεων, ένα θέμα που προσείλκυσε πολλούς ομότεχνούς του ως άσκηση σύνθεσης και πειθαρχίας. Με τα έργα άλλωστε των Παπαδημητρίου, Κορογιαννάκη και Γιαννουκάκη στη Συλλογή μαρτυρείται η προσχώρησή τους στην ελευθερία της μοντερνικότητας. Η δισδιάστατη παράθεση του θέματος (Γιαννουκάκης), η προωθημένη αφαιρετικότητα (Παπαδημητρίου), η γεωμετρική αδρομέρεια των όγκων με τη δύσκολη τεχνική manière noire (Κορογιαννάκης), όπως επίσης η εξπρεσιονιστική εκφορά στο ‘Κονσέρτο’ της Ελένης Κωνσταντινίδη καταγράφουν τη συνειδητή επιλογή Ελλήνων χαρακτών να υιοθετήσουν έστω και όψιμα αρχές μοντερνικών κινημάτων που διαφοροποίησαν από το τέλος ήδη του 19ου αιώνα με τον Ιμπρεσιονισμό μια συγκεκριμένη οπτική περί την Τέχνη και την λειτουργία της. Η ‘Πείνα’ ειδικότερα του Κορογιαννάκη, όπως και ‘Η θυσία στα Καλάβρυτα’ του Σπύρου Βασιλείου, δουλεμένη με διαφορετικά μορφοπλαστικά εργαλεία και επιρροές από την μεγάλη παράδοση του Βυζαντίου, αποτελούν και ιστορικά τεκμήρια για την μαύρη περίοδο της Γερμανικής Κατοχής στην Ελλάδα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Πρώιμο (1917), συμπορευόμενο χρονικά με τον γερμανικό Εξπρεσιονισμό, είναι το έργο του Γιώργου Οικονομίδη, ο οποίος βρέθηκε στη Δρέσδη το 1908, μετέχοντας ενεργά στο κίνημα που πρωτοξεκίνησε με την καλλιτεχνική ομάδα «Die Brücke».

Ιδιαίτερη περίπτωση Έλληνα χαράκτη αποτελεί ο Κερκυραίος Νικόλαος Βεντούρας. Η εκούσια απομόνωσή του στην Κέρκυρα δημιούργησε έργο γνήσια πρωτοποριακό, ανεπηρέαστο από οποιεσδήποτε εξωγενείς επιδράσεις. Τα έργα του φέρουν τη σφραγίδα μιας αδιαμφισβήτητης εκφραστικής πρωτογένειας, ανακαλώντας εκ των υστέρων τη δίνη του Φουτουρισμού ή την πνευματικότητα της λυρικής Αφαίρεσης.

Η συστηματική διδασκαλία της χαρακτικής στη Σχολή με τον Γιάννη Κεφαλληνό, από το 1932, διευρύνει τους ορίζοντες και δημιουργεί σταδιακά μια μεγάλη ομάδα καλλιτεχνών, αρκετοί από τους οποίους –Βελισσαρίδης, Μόσχος, Μοντεσάντου, Πασχάλη, Ορφανός, Τάσσος, Κατράκη, Μανουσάκης, Βαρλάμος, Γραμματόπουλος, Κατσουλίδης– ενδυναμώνουν την Συλλογή του Γιάννη Παπακωνσταντίνου. Κοινά γνωρίσματά τους η βαθειά γνώση της τεχνικής, η έρευνα των μέσων, η κατάκτηση προσωπικού ιδιώματος, η ελεύθερη σκέψη και καλλιτεχνική δράση που παραπέμπουν ευθέως στο ήθος και την προσωπικότητα του δασκάλου τους. Η Βάσω Κατράκη, ειδικότερα, ανακαλύπτει τον κρητικό ψαμμίτη (μαλακή πέτρα) στον οποίο χαράσσει τα ανθρωποκεντρικού συμβολισμού θέματά της, συμπυκνωμένης έντασης και λιτότητας, με εκτυφλωτικό το κοντράστ λευκού-μαύρου.

Στον μεγάλου αναστήματος χαράκτη Τάσσο ανήκει η χάραξη ενός από τα πλέον εύγλωττα πορτρέτα ψυχικά ασθενούς ανθρώπου στην ιστορία της τέχνης. Ο ‘Τρελός’ του με το ατελέσφορο βλέμμα και την τραγική εκφραστικότητα προβάλλουν τη δύναμη σύλληψης και εκτέλεσης του δημιουργού.

Ο δάσκαλος Γιάννης Κεφαλληνός συμμετέχει με έργο από το λεύκωμα ‘Δέκα Λευκές Λήκυθοι του (Αρχαιολογικού) Μουσείου Αθηνών’, για το οποίο συνεργάστηκε με τους μαθητές του στην ΑΣΚΤ Λουίζα Μοντεσάντου, Γιώργο Βαρλάμο και Νίκο Δαμιανάκη επί τρία χρόνια (1953-55). Αποτελεί υψίστης καλλιτεχνικής αξίας δείγμα, με συγκερασμό δύο εντελώς διαφορετικών τεχνικών: ξυλογραφίας και χαλκογραφίας.

Ένας άλλος σπουδαίος χαράκτης με πολύχρονη θητεία στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας υπήρξε ο Κώστας Γραμματόπουλος, καλλιτέχνης ιδιότυπης ονειρικής γραφής, γοητευμένος από τη διαύγεια του ελληνικού φωτός, όπως φαίνεται στην ‘Αρπαγή της Ευρώπης’, ενώ στη μαυρόασπρη ξυλογραφία του εμπνέεται από την Οδύσσεια του Ομήρου με αναφορές στον μυστικισμό της βυζαντινής αγιογραφίας.

Από την έκθεση δεν απουσιάζουν τα hommages και η συνομιλία με εμβληματικούς καλλιτέχνες του παρελθόντος: Γαλάνης – Picasso, Γαλάνης – Goya, Κορογιαννάκης – El Greco, Ρέγκος – L.Signorelli. Παρούσες και προσωπογραφίες ποιητών: ο ‘Charles Baudelaire’ από τον αυτοδίδακτο χαράκτη και μεταφραστή του έργου του «Les Fleurs du mal» Αντώνη Πρωτοπάτση, ο πεισιθάνατος ποιητής και ιδανικός αυτόχειρας ‘Κώστας Καρυωτάκης’ από τον Γιώργο Βαρλάμο, ο Αλεξανδρινός ‘Κωνσταντίνος Καβάφης’, η ποίηση του οποίου ενέπνευσε μια σειρά χαλκογραφιών στον David Hockney, από την Άρια Κομιανού. Πορτρέτα διεισδυτικής όρασης και υποδειγματικής τεχνικής.

Η Τόνια Νικολαΐδη εμπλούτισε το λεξιλόγιο της σύγχρονης ελληνικής χαρακτικής με έργο που φέρει το προσωπικό της στίγμα. Στην πρόσφατη δουλειά της εστίασε το θεματικό της ενδιαφέρον στη φύση, αιχμαλωτίζοντας εικόνες υψηλής ευαισθησίας που απέδωσε με συνθετική σιγουριά. Η ‘Ιθάκη’, έγχρωμη ξυλογραφία των νεανικών της χρόνων, προωθεί με τη χαμηλόφωνη χρωματική γκάμα και τον προφανή συμβολισμό ατμόσφαιρα ποιητικής υποβολής. Τη σύντομη περιήγηση στην έκθεση ολοκληρώνουν ζωγράφοι και γλύπτες (Κ. Κουλεντιανός, Κ. Ανδρέου) που ασχολήθηκαν περιστασιακά ή περισσότερο επίμονα με τη χαρακτική, προεκτείνοντας, όπως είναι αναμενόμενο, τις οικείες παραστάσεις του έργου τους και στην τέχνη της χάραξης. Έτσι, η Συλλογή του Γιάννη Παπακωνσταντίνου που διαθέτει πολλά ανάλογα εγχειρήματα, γνωστοποιεί παράλληλα το μέγεθος και την αξία καλλιτεχνών που υπήρξαν σημεία αναφοράς στην ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής. Ο αναμορφωτής Κωνσταντίνος Παρθένης -αποφασιστικής συμβολής στην ελληνική μοντερνικότητα με τη μοναδική χαλκογραφία που φιλοτέχνησε ποτέ-, ο Γεράσιμος Στέρης, ο Νίκος Εγγονόπουλος -εισηγητής του Υπερρεαλισμού στην Ελλάδα-, οι εκπρόσωποι της γενιάς του ’30 Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας, Γιάννης Τσαρούχης και Γιάννης Μόραλης -εντυπωσιάζει ως έμπειρος χαράκτης στο πορτρέτο της μητέρας του-, ο μύστης της Αφαίρεσης Γιάννης Σπυρόπουλος, ο Γιάννης Γαΐτης της κοινωνικής κριτικής, οι «Παριζιάνοι» Θάνος Τσίγκος και Μάριος Πράσινος, ο δάσκαλος της ΑΣΚΤ Παναγιώτης Τέτσης -αναγνωρίσιμος για την μεταφορά ζωγραφικών αξιών στη χάραξη-, όσο και οι καταξιωμένοι Χρίστος Καράς, Παύλος, Κώστας Τσόκλης, Αλέκος Φασιανός, Σαράντης Καραβούζης, Γιώργος Μήλιος και Βασίλης Σπεράντζας, όλοι αφηγούνται με ευφράδεια την πορεία και τις κατακτήσεις της Ελληνικής Τέχνης.

Νέλλη Κυριαζή

Ιστορικός Τέχνης

Πρώην Διευθύντρια Πινακοθήκης και Μουσείων Δήμου Αθηναίων

* Σημείωση:

Το κείμενο αυτό περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, στον πολυτελή κατάλογο 100 σελίδων, που εκδόθηκε στα αγγλικά για την έκθεση Ελληνικής Χαρακτικής από επιλεγμένα έργα της Συλλογής Γιάννη Παπακωνσταντίνου, με τίτλο “Modern Greek Printmaking – Selected works from the Yannis Papaconstantinou Collection”.

Η έκθεση πραγματοποιείται από 7 έως 23 Μαίου 2014 στην 12 Star Gallery, στο Europe House, έδρα της Αντιπροσωπείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (European Commission) στο Λονδίνο, στα πλαίσια των επίσημων εορταστικών πολιτιστικών εκδηλώσεων για την Ελληνική Προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης το α’ εξάμηνο 2014, με πρωτοβουλία του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού στη Βρετανία και υπό την αιγίδα της Ελληνικής Πρεσβείας στο Λονδίνο.

Ο συλλέκτης Γιάννης Παπακωνσταντίνου, που είχε και την επιμέλεια της έκθεσης, παρουσίασε μια έκθεση Ελληνικής Χαρακτικής, για πρώτη φορά στο Λονδίνο, με σημαντικά και σπάνια έργα της συλλογής του από 51 κορυφαίους Έλληνες καλλιτέχνες του 20ου αιώνα. Η Συλλογή Γιάννη Παπακωνσταντίνου θεωρείται μια από τις σημαντικότερες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και σήμερα αριθμεί 1.100 έργα από 250 Έλληνες καλλιτέχνες του 19ου και 20ου αιώνα.