Πέντε σπουδαία έργα του παγκόσμιου βωβού κινηματογράφου, ανάμεσα τους και το μοναδικό με την υπογραφή του κορυφαίου

Ιρλανδού λογοτέχνη και θεατρικού συγγραφέα Σάμιουελ Μπέκετ, ταινίες για τις οποίες δεν υπάρχει διαθέσιμο πλέον το επίσημο score (παρτιτούρα) ή δεν γράφτηκε ποτέ μουσική, αποκτούν «φωνή» χάρη στη μαγεία των συνθέσεων που έγραψαν ειδικά γι’ αυτές πέντε σύγχρονοι Έλληνες δημιουργοί. Το εγχείρημα που στηρίζεται στη σύμπραξη του συνθέτη Αλέξανδρου Μούζα – καθηγητή του Εργαστηρίου Film Scoring (Μουσικής Σύνθεσης για Media) – με την Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, παρουσιάζεται το Σάββατο 28 Απριλίου, στις 8 το βράδυ, στην Αίθουσα Νίκος Σκαλκώτας, στο πλαίσιο μιας εκδήλωσης που φιλοδοξεί να επενδύσει με σημερινές, νεωτεριστικές μουσικές συνθέσεις τα αριστοτεχνικά και ανατρεπτικά για την εποχή τους φιλμς, έργα κορυφαίων καλλιτεχνών των αρχών του 20ού αιώνα.

Ταινίες-ορόσημα στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου, όπως την «αφηρημένα εικαστική» «Lichtspiel, Opus I» (1921) σε σκηνοθεσία του Γερμανού πρωτοπόρου της σύγχρονης τέχνης των multimedia Βάλτερ Ρούτμαν, η οποία ντύνεται από μία σύνθεση της Ηρώς Φυτράκη. Την «βωβής αρμονίας εικόνων» «Symphonie Diagonale» (1924) του Σουηδού ντανταϊστή ζωγράφου και κινηματογραφιστή Βίκινγκ Εγκελινγκ, σε μουσική Ηλία Νικολαΐδη. Το «κινηματογραφικό ποίημα» «Emak-Bakia» (1926) του κορυφαίου σουρεαλιστή Μαν Ρέι που ανέλαβε να επενδύσει μουσικά η Γεωργία Καλοδίκη. Όπως και τις ταινίες «Tusalava» (1929) του Νεοζηλανδού σκηνοθέτη και γλύπτη Λεν Λάι και «Film» (1965) – πρόκειται για το μοναδικό έργο του Μπέκετ για κινηματογράφο, σκηνοθετημένο από τον Αλαν Σνάιντερ  – σε μουσική Αλέξανδρου Μούζα ο οποίος έχει αναλάβει και την καλλιτεχνική επιμέλεια της βραδιάς. Τα έργα ερμηνεύει, σε πρώτη εκτέλεση, η Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής υπό τη διεύθυνση του Μίλτου Λογιάδη.

O Βάλτερ Ρούτμαν (Walter Ruttman 1887-1941) ήταν ένας από τους πρωτοπόρους της σύγχρονης τέχνης των multimedia. Ζωγράφος και σκηνοθέτης ταινιών μικρού μήκους που πειραματίζονταν μοναδικά με την κίνηση σχημάτων και χρωμάτων καθώς επίσης και διαφημιστικών «σποτ» στα οποία η τέχνη του αφηρημένου animation συνδεόταν με συγκεκριμένα μηνύματα. Ο δημιουργός της ιστορικής, ασπρόμαυρης γερμανικής πειραματικής, βωβής ταινίας «Βερολίνο, η συμφωνία της μεγαλούπολης» (1927) – ταξιδιωτικού ντοκιμαντέρ στο Βερολίνο του μεσοπολέμου – και της επικής, βωβής ταινίας «Μελωδία του κόσμου» (1929) – της πρώτης πιθανότατα παγκόσμιας «έθνικ» κινηματογραφικής καταγραφής – γύρισε το δεκάλεπτο «Lichtspiel, Opus I» (Light Play, Opus Nr.1, Παιχνίδι Φωτός) το διάστημα 1919-1920. Το έργο προβλήθηκε την 1η Απριλίου του 1921 στη Γερμανία, συνοδευόμενο από μουσική που είχε γραφτεί ειδικά γι’αυτό. Η ταινία είναι επηρεασμένη από την αφηρημένη ζωγραφική του Ρούτμαν, χαρακτηριστική για τις λεπτές πινελιές της και τις εναλλαγές καθαρών χρωμάτων. Εν προκειμένω, ο καλλιτέχνης επεμβαίνει στο φιλμ με τρόπο που τα χρώματα ορίζουν όχι μόνον συγκεκριμένα σχήματα αλλά και διαθέσεις: κόντρα σ’ένα σκούρο φόντο, πολλές φωτεινές, καμπύλες ή στρογγυλές φόρμες ακολουθούμενες από άλλες, ακανόνιστες ή αιχμηρές, κατευθύνονται μία-μία προς το κέντρο της οθόνης. Τα αφηρημένα σχήματα μετακινούνται κατά μήκος της οθόνης στο ρυθμό της μουσικής, θυμίζοντας σημερινά μουσικά βίντεο-κλιπ.

Η «Symphonie Diagonale» (Διαγώνια Συμφωνία) του Βίκινγκ Εγκελινγκ (Viking Eggeling 1880-1925) που θα παρουσιαστεί στη συνέχεια, αποτελεί ταινία του 1924, διάρκειας επτάμισι λεπτών, γυρισμένη σε αρνητικό φιλμ 35 χιλιοστών. Πρόκειται για ένα έργο «ζωγραφικής σε κίνηση» ή αλλιώς «βωβής αρμονίας εικόνων» όπου μια «γερμένη» φιγούρα – αποτελούμενη αρχικά από ευθείες γωνίες –μεγαλώνει σε διαστάσεις καθώς απ’το αρχικό σχέδιο ξεπροβάλλουν μικρές ευθείες γραμμές και καμπύλες. Σε δευτερόλεπτα, η φιγούρα εξαφανίζεται και η διαδικασία ξεκινά από την αρχή με μια νέα μορφή. Οι φιγούρες που απεικονίζονται – σε στυλ αρτ ντεκό – παραπέμπουν σε άκρως στυλιζαρισμένα σχήματα, ένα αυτί, μια άρπα, ένα πιάνο με τρομπόνια κ.ο.κ. Σ’αυτό το έργο που έχει αφήσει το στίγμα του σε γενιές και γενιές κινηματογραφιστών, ο Σουηδός, ντανταϊστής ζωγράφος πειραματίζεται με το φιλμ ως νέο μέσο έκφρασης που φωτίζει την εικαστική διαδικασία με μια νέα διάσταση, εκείνη του χρόνου.

Στο πρώτο μέρος της βραδιάς θα παρουσιαστεί και το 20λεπτο φιλμ «Emak-Bakia» (1926) του κορυφαίου Αμερικανού ζωγράφου, γλύπτη, κινηματογραφιστή και κυρίως φωτογράφου Μαν Ρέι (Man Ray 1890-1976), καλλιτέχνη που συνέβαλε  τα μέγιστα στο ντανταϊστικό και σουρεαλιστικό κίνημα, του πιο σημαντικού δημιουργού φωτογραφιών άνευ μηχανής τις δεκαετίες ’20 και ’30. Το «Emak-Bakia» («Ασε με ήσυχο» ή «το θηλυκό δίνει την ειρήνη» όπως μεταφράζεται στη βασκική διάλεκτο), ένα «κινηματογραφικό ποίημα» σύμφωνα με το δημιουργό του, παρουσιάζει πολλές από τις ιδιόρρυθμες κινηματογραφικές τεχνικές του Ρέι: «rayographs» που δημιουργούσε τοποθετώντας αντικείμενα αυτούσια πάνω στο φωτογραφικό χαρτί και στη συνέχεια εξέθετε στο φως, διπλοεκθέσεις, μια σειρά από ασύνδετες μεταξύ τους εικόνες, περιστρεφόμενες, συχνά παραμορφωμένες, που εκφράζουν το ελεύθερο πνεύμα και τις ιδέες του πάνω σε πράγματα και πρόσωπα της καθημερινότητας: φώτα, λουλούδια, έναν φωτεινό πίνακα που από καιρό σε καιρό ανακοινώνει τα νέα της ημέρας. Ένα μάτι. Μια γυναίκα στο αυτοκίνητό της που οδηγεί στην εξοχή, ζώα που βόσκουν, πόδια που χορεύουν, την ακτή, γεωμετρικές φιγούρες. Έναν άντρα που βγάζει το κολάρο από το πουκάμισό του. Ένα κορίτσι με κλειστά βλέφαρα που απεικονίζουν μάτια βαμμένα έντονα…

Το δεύτερο μέρος της εκδήλωσης εγκαινιάζει το πρώτο φιλμ που ο γνωστός για τις πειραματικές ταινίες του και πρωτοπόρος της τέχνης των «κινητών γλυπτών», Νεοζηλανδός καλλιτέχνης Λεν Λάι (Len Lye 1901-1980) δημιούργησε το 1926. Το δεκάλεπτο «Tusalava» δημιουργήθηκε από 4400 διαφορετικά σχέδια, τα οποία φωτογραφήθηκαν το καθένα ξεχωριστά και ενοποιήθηκαν με την τεχνική του «cel animation».  Η ταινία παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με τα φιλμς που γυρίστηκαν τη δεκαετία του ’20 από τους ντανταϊστές Οσκαρ Φίσινγκερ και Χανς Ρίχτερ αν και είναι βαθιά επηρεασμένη από την τέχνη των αυτόχθονων της Αυστραλίας όπως και το αφηρημένο σχέδιο που ο Λάι συνέδεε με την πρώιμη αίσθηση μιας σωματικότητας η οποία παρακάμπτει τη λογική. Η μουσική που συνόδευε την ταινία – γραμμένη από τον Τζακ Ελιτ το 1929 – δεν βρέθηκε ποτέ.

Η εκδήλωση κλείνει με το 20λεπτο, σχεδόν βωβό (δεν υπάρχει διάλογος ούτε ακούγεται μουσική με εξαίρεση ένα «Σσσς!») «Film» που γύρισε ο Αμερικανός σκηνοθέτης Αλαν Σνάιντερ το 1965, σε σενάριο του Σάμιουελ Μπέκετ με πρωταγωνιστή τον Μπάστερ Κήτον στο ρόλο του «Ο». Στη ανεπανάληπτη αυτή ταινία – βασισμένη στην αρχή του εμπειριστή του 18ου αιώνα Επισκόπου Μπέρκλεϊ «Υπάρχω σημαίνει γίνομαι αντιληπτός» – ο κορυφαίος Αμερικανός κωμικός του βωβού σινεμά προσπαθεί ξεφύγει από μια κάμερα-μάτι που τον παρακολουθεί διαρκώς.