Μέσα από μια εγκατάσταση μνημειακού χαρακτήρα η Μάγια Παπακώστα αποτολμά να αναμετρηθεί με ένα ευαίσθητο θέμα της σύγχρονης ιστορίας, τον ελληνικό εμφύλιο πόλεμο (1946-49). Αποφεύγοντας τον διδακτισμό, την ηθικολογία και τη μονοδιάστατη αφήγηση, παρουσιάζει μια πολυμεσική εγκατάσταση που αποτελείται από γλυπτά, χαρακτικά, σχέδια, ευρεθέντα αντικείμενα, κείμενο και ήχο.

Σύμφωνα με τον ιστορικό της τέχνης Χριστόφορο Μαρίνο που υπογράφει και το κείμενο της έκθεσης: «Η εγκατάσταση της Παπακώστα χαρακτηρίζεται από οικονομία, ισορροπία και μια αξιοθαύμαστη συνοχή. Οι τρεις μεταλλικές κατασκευές που παραπέμπουν σε ορεινούς σχηματισμούς συνδυάζουν το διαπερατό με το κλειστό, το στερεό με το διαφανές, το σχηματικό και ασάλευτο (το βουνό) με το ονειρικό και ροϊκό (το νερό). Φανερώνουν την ικανότητα -το χάρισμα- της καλλιτέχνιδας να αποδομεί και να συνθέτει, να αποδομεί συνθέτοντας και να συνθέτει αποδομώντας. Κάθε ορεινός σχηματισμός φέρει εντός του μια πυραμίδα από πλεξιγκλάς και κάθε πυραμίδα εμπεριέχει ένα τυπωμένο σχέδιο σε πλεξιγκλάς το οποίο απεικονίζει μια σκηνή από το βουνό εν καιρώ πολέμου ή αλλιώς τη μνήμη του βουνού. Το νερό λειτουργεί εδώ ως αγωγός Ιστορίας και μνήμης – πάνω στην επιφάνειά του καθρεφτίζεται η μαυρόασπρη αρχειακή εικόνα. Η “μνήμη του βουνού” είναι άχρωμη και παρόλα αυτά απευθύνεται σε όλες τις αισθήσεις. Τα δέκα χαρακτικά σε ρυζόχαρτο (του 2021-22) και τα δέκα σχέδια με μολύβι σε χαρτί (του 2023) που συνοδεύουν τα γλυπτά επιβεβαιώνουν την άμεση και περιεκτική προσέγγιση της Παπακώστα. Αν στα χαρακτικά της κυριαρχεί το ανώνυμο πλήθος, στα πορτρέτα ηλικιωμένων γυναικών που αγωνίστηκαν με τον Δημοκρακρατικό Στρατό Ελλάδας (ΔΣΕ) η καλλιτέχνις επικεντρώνεται στην ακαταμάχητη γοητεία και στην προσωπικότητα αυτών των γυναικών. Το σχέδιό της είναι ρεαλιστικό, χωρίς φιοριτούρες και στολίδια. Σε κερδίζει η ευθύτητα και η ευαισθησία με την οποία η Παπακώστα προσεγγίζει αυτές τις γυναίκες-μάρτυρες, φορείς μνήμης και εμπειριών που σιγά σιγά χάνονται. Και μαζί με αυτές τις ενενηντάχρονες γυναίκες κινδυνεύει να χαθεί η ανεπίσημη ιστορική αφήγηση, η αυθεντική μαρτυρία. Είναι αυτή η δύναμη της αφήγησης που γοητεύει τη νεαρή καλλιτέχνιδα και επιχειρεί να τη διασώσει μέσω αυτών των πορτρέτων, τα οποία βασίζονται στο ντοκιμαντέρ “Καινούργιος ουρανός” (2021) του Γιάννη Ξύδα. Και την ίδια γοητεία συναντάμε στο απόσπασμα από το ευρηματικό κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλλη για την ιστορική παράσταση “Το μεγάλο μας τσίρκο” (1973) που παραθέτει η Παπακώστα ως μέρος της πολυεπίπεδης εγκατάστασης. Η μνήμη του βουνού, όπως καταγράφεται σε αυτή την έκθεση, ταυτίζεται με τον αγώνα ενάντια στη λήθη. Από αυτή την άποψη, η στροφή του ενδιαφέροντος στο βουνό είναι σήμερα ιδιαίτερα χρήσιμη και διαφωτιστική. Το εύρημα μιας κομμένης οβίδας που βρέθηκε πρόσφατα στον Γράμμο μάς φέρνει σε άμεση επαφή με το βουνό και την κρυμμένη ιστορία του, τη μνήμη του. Αυτό το ευρεθέν αντικείμενο έρχεται να μας υπενθυμίσει ότι το παρελθόν δεν είναι πίσω μας αλλά μπροστά μας, αναπόσπαστο κομμάτι του παρόντος».

Η έκθεση συνοδεύεται από το κείμενο του ιστορικού της τέχνης και επιμελητή Χριστόφορου Μαρίνου.

Μάγια Παπακώστα

Η Μάγια Παπακώστα γεννήθηκε το 1992 στη Νέα Ιωνία Αττικής. Αποφοίτησε από το τμήμα Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της ΑΣΚΤ και από το τμήμα Εικαστικών Σπουδών της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, με κατεύθυνση τη γλυπτική. Παρακολούθησε το Α’ εργαστήριο γλυπτικής με καθηγητή τον Νίκο Τρανό και για διάστημα δύο ετών το εργαστήριο ζωγραφικής, με καθηγητή τον Πάνο Χαραλάμπους. Τα τελευταία χρόνια παρακολουθεί ένα μεταπτυχιακό πρόγραμμα εικαστικής ψυχοθεραπείας για παιδιά και ενήλικες στο κολέγιο ανθρωπιστικών σπουδών ICPS σε συνεργασία με το Κέντρο Τέχνης και Ψυχοθεραπείας.