Με αφορμή το Λονδίνο και τους συνθέτες που σχετίστηκαν με αυτό, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών (ΚΟΑ), στα πλαίσια του αφιερώματος της στην πόλη αυτή, συνεχίζει τον κύκλο συναυλιών της με θέμα «Οι πόλεις της μουσικής», στην αίθουσα του Μεγάρου Αθηνών, την Παρασκευή 25/11/16, στις 20:30, παρουσιάζοντας δυο φημισμένα και αγαπημένα έργα των Έντουαρτ Έλγκαρ (Κονσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα σε μι ελάσσονα, έργο 85) και Φέλιξ Μέντελσον (Ιταλική Συμφωνία).

Τη σύγχρονη μουσική δημιουργία εκπροσωπεί με το έργο του “Suite Giocosa”, το οποίο παρουσιάζεται για πρώτη φορά στο κοινό, ο ταλαντούχος και ευφάνταστος συνθέτης μας, Κωστής Κριτσωτάκης. Πριν την επικείμενη συναυλία της ΚΟΑ και εν μέσω προβών, ο Έλληνας συνθέτης μάς παραχώρησε την παρακάτω συνέντευξη.

Συνέντευξη Στέλλα Τζίβα

Culturenow: Μιλήστε μας για την επικείμενη συνεργασία σας με την ΚΟΑ. Πως αισθάνεστε για αυτή την καλλιτεχνική σας συνύπαρξη;

Κωστής Κριτσωτάκης: Αν και η μουσική μου έχει παιχτεί στο παρελθόν από διάφορα μουσικά σύνολα και σημαντικούς καλλιτέχνες, με την ΚΟΑ είναι η πρώτη φορά που συνεργάζομαι. Και ασφαλώς είναι μεγάλη τιμή για μένα και νιώθω μεγάλη χαρά και ενθουσιασμό.

C. N.: Στη συναυλία αυτή θα ακούσουμε το ορχηστρικό σας έργο “Suite Giocosa”. Πείτε μας λίγα λόγια για το έργο σας. Είναι η πρώτη φορά που παρουσιάζεται δημόσια;

Κ. Κ.: Είναι βασισμένο σε αρκετά μεγάλο βαθμό σε υλικό από παλιότερο έργο μου το μπαλέτο «Χάριν Παιδιάς», το οποίο επεξεργάστηκα ξανά μαζί με καινούρια θέματα, δίνοντας του μια τελείως νέα ορχηστρική μορφή που θα παιχτεί για πρώτη φορά στη συναυλία αυτή. Όπως υποδηλώνει και ο τίτλος είναι ένα έργο με εύθυμο και χιουμοριστικό χαρακτήρα και γράφτηκε με μια διάθεση για επιστροφή στην απλότητα και την αμεσότητα που πιστεύω ότι μάλλον έχει χαθεί από την σύγχρονη μουσική στις μέρες μας.

C. N.: Στη συναυλία αυτή θα παρουσιαστούν και δυο έργα των Elgar και Mendelsohn. Τι είναι αυτό που κάνει τα συγκεκριμένα έργα αγαπητά στο κοινό και ανθεκτικά στο χρόνο;

Κ. Κ.: Πιστεύω ότι εκτός από τη γερή δομή αυτό που κάνει κυρίως κάποια έργα να αντέχουν στον χρόνο είναι η ίδια η ποιότητα του μελωδικού τους υλικού και στην συγκεκριμένη περίπτωση πραγματικά και τα δυο αυτά έργα σφύζουν από πανέμορφα θέματα και μελωδίες.

C. N.: Τι σημαίνει η μουσική και η σύνθεση για σας;

Κ. Κ.: Η μουσική είναι για μένα σαν ένα είδος …μαγείας όπου ο συνθέτης ή ο μουσικός προσπαθεί να παρασύρει το κοινό του και να επικοινωνήσει μαζί του. Παράλληλα η σύνθεση δεν έχει πάψει ποτέ για μένα να είναι ένα παιχνίδι. Σοβαρό ίσως, με τους δικούς του ιδιαίτερους κανόνες, αλλά παρ’όλα αυτά ένα συναρπαστικό παιχνίδι όπου πάντα υπάρχει θέση για το απρόβλεπτο.


C. N.:: Αναφέρετε στο βιογραφικό σας για τις μουσικές σπουδές σας στο Λονδίνο. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας αυτή.

Κ. Κ.: Το Λονδίνο ήταν και είναι ένα από τα σημαντικότερα μουσικά κέντρα της Ευρώπης και θα ’λεγα ότι τα μεγαλύτερα μαθήματα τα πήρα στις αίθουσες συναυλιών, από αυτά που είδα και άκουσα. Στο Guildhall και το Royal College of Music, σπούδασα σύνθεση και μουσική για κινηματογράφο αλλά ήρθα σε επαφή και συνεργάστηκα και με ανθρώπους από άλλες τέχνες, όπως το θέατρο και ο χορός, το οποίο ήταν επίσης πολύ ενδιαφέρον.

C. N.: Σκεφτήκατε ποτέ να επιστρέψετε στο Λονδίνο; Τι θα σας ωθούσε να φύγετε από την Ελλάδα και να μετοικήσετε στο Λονδίνο;

Κ. Κ.: Στο Λονδίνο έχω ζήσει αρκετά χρόνια και δεν κρύβω ότι πάντα μου λείπουν κάποια πράγματα που έχουν να κάνουν περισσότερο με την καθημερινότητα και την έντονη καλλιτεχνική ζωή του. Από την άλλη πιστεύω υπάρχει κάτι-δεν έχω ακόμα προσδιορίσει τι- στην Ελλάδα που παρ’όλα τα προβλήματα της μας κρατάει και μας κάνει ακόμα και όταν φύγουμε να θέλουμε να ξαναγυρίσουμε κάποια στιγμή.

C. N.: Αναφέρετε επίσης πως είχατε την τύχη να γνωρίσετε και να σχετιστείτε με τον Μάνο Χατζιδάκι, γεγονός που αποτελεί μια ιδιαίτερη εμπειρία για έναν ανερχόμενο μουσικό. Τι θα θυμάστε από τη μαθητεία σας αυτή;

Κ. Κ.: Τον Μάνο Χατζιδάκι είχα την τύχη να τον γνωρίσω το 1992, όταν ήμουν μόλις 19 ετών. Γενναιόδωρος όπως ήταν με τους νέους, μου έδωσε απίστευτη ενθάρρυνση αλλά από την άλλη μου έμαθε και να είμαι αυστηρός με τον εαυτό μου. Για μεγάλο διάστημα πήγαινα σπίτι του όπου του έπαιζα καινούρια μουσική μου και μου έλεγε τη γνώμη του. Νιώθω ιδιαίτερα τυχερός γιατί μου έμαθε μεταξύ άλλων τη σημασία του «ακριβού» τραγουδιού όπως αποκαλούσε το πραγματικά έντεχνο τραγούδι.

C. N.: Πώς βλέπετε το τοπίο της σύγχρονης μουσικής σήμερα; Και ποιο πιστεύετε πως θα είναι το μέλλον της;

Κ.Κ.: Έχω την εντύπωση ότι ο χώρος της σύγχρονης μουσικής διέπεται, ακόμα και σήμερα, από έναν ακαδημαϊσμό και ίσως και έναν σνομπισμό θα έλεγα, και πολλές φορές δίνεται μεγαλύτερη σημασία στις νέες «πρωτοποριακές» τεχνικές και τις διάφορες μόδες, παρά στην ουσία και το περιεχόμενο της μουσικής. Η εμμονή στην αντίληψη ότι η μουσική γλώσσα πρέπει να εξελίσσεται διαρκώς και να προχωράει μπροστά είναι κατά την γνώμη μου ξεπερασμένη και οδηγήσει σε αδιέξοδα.

Στην πραγματικότητα, τον 20o αιώνα αλλά και τις αρχές του δικού μας αιώνα, η σοβαρή μουσική δημιουργία ακολούθησε πολλά εντελώς διαφορετικά μονοπάτια, κάποια από τα οποία αντιμετωπίζονται από μια μουσική «ελίτ», λανθασμένα κατά τη γνώμη μου, ως αναχρονιστικά ή υποδεέστερα. Στο μέλλον πιστεύω ότι θα εγκαταλειφθούν τέτοιου είδους προκαταλήψεις και τότε πραγματικά θα ανοίξουν νέοι δρόμοι και δυνατότητες για τη σύγχρονη μουσική δημιουργία.

C. N.: Ποιος είναι ο στόχος σας κάθε φορά που συνθέτετε ένα νέο έργο; Υπάρχει κάποιο στοιχείο που δεν λείπει ποτέ από τη μουσική σας;

Κ. Κ.: Όσο περνάει ο καιρός συνειδητοποιώ ότι λειτουργώ μάλλον ανεξάρτητα ως συνθέτης και έτσι η μουσική μου δεν μπορεί εύκολα να καταταχτεί κάπου. Αντλώντας έμπνευση από ποικίλες πηγές, πρωταρχικός μου στόχος είναι πάντα να πετύχω την καθαρότητα και την αμεσότητα που έχει, ας πούμε …ένα απλό τραγούδι. Πιστεύω ότι, όπως είχε πει και ο Στραβίνσκυ, η μελωδία πρέπει να ξαναβρεί τη θέση της στην κορυφή της ιεραρχίας των στοιχείων που απαρτίζουν τη μουσική. Και αλίμονο αν δεν συμβεί αυτό με εμάς που όπως και άλλοι μεσογειακοί λαοί, η μουσική μας παράδοση βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο τραγούδι.

C. N.: Ποιους συνθέτες θαυμάζετε περισσότερο και ποιες θεωρείτε ότι είναι οι επιρροές σας;

Κ. Κ.: Πιστεύω ότι αυτά που αγαπάμε μας καθορίζουν. Ένας συνθέτης που λατρεύω και με έχει σημαδέψει πολύ νωρίς από την αρχή της μουσικής μου πορείας είναι ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς.
Επίσης μεγάλη πηγή έμπνευσης για μένα είναι ο κινηματογράφος. Πιστεύω ότι μια από τις πιο σημαντικές εκφάνσεις της σοβαρής μουσικής δημιουργίας τον 20ο αιώνα ήταν η μουσική που γράφτηκε για ταινίες. Νομίζω ότι δημιουργοί όπως ο Μπέρναρντ Χέρμαν ή ο Νίνο Ρότα που θαυμάζω ιδιαίτερα, θα παραμείνουν επάξια στην ιστορία της μουσικής ως μεγάλοι συνθέτες που μεγαλούργησαν στο μέσο το οποίο εργάστηκαν.

C. N.: Πιστεύετε πως η Ελλάδα διαθέτει αξιόλογο αριθμό εκκολαπτόμενων συνθετών; Υπάρχει δημιουργική παρουσία στο χώρο της σύνθεσης;

Κ. Κ.: Πιστεύω ότι στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλος αριθμός ταλέντων στην σύνθεση, μεγαλύτερος ίσως και από άλλες χώρες που παραδοσιακά θεωρούνται υπερδυνάμεις στον χώρο της μουσικής, απλά δεν υπάρχουν δυστυχώς πάντα οι κατάλληλες προϋποθέσεις και οι ευκαιρίες για να δείξει κανείς την δουλειά του που είναι εντέλει και ο κυριότερος τρόπος για να γίνει κάποιος καλύτερος και να εξελιχτεί σαν καλλιτέχνης. Νομίζω σ’αυτό το σημείο οφείλουν να παίξουν το ρόλο τους τα ελληνικά μουσικά σύνολα και οι καλλιτέχνες –και κάποιοι το κάνουν ήδη- που θα πρέπει να δώσουν βήμα στη σύγχρονη μουσική δημιουργία και να περιλαμβάνουν πάντα κάποιον έλληνα συνθέτη στις συναυλίες τους και στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.

Περισσότερες πληροφορίες για τη συναυλία Οι πόλεις της μουσικής – Λονδίνο στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών μπορείτε να δείτε εδώ.