Ο Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς Πούσκιν (1799-1837) δημοσιεύει το 1834 την «Ιστορία της Επανάστασης του Πουγκατσιόφ», στην οποία περιγράφει με περίτεχνη αφηγηματικότητα, και, ίσως, με λιγότερη ιστοριογραφική προσήλωση, τη μεγάλη εξέγερση των καταπιεσμένων τάξεων που έλαβε χώρα στην Ανατολική Ρωσία το 1773. Δύο χρόνια αργότερα εκδίδεται το μοναδικό μεγάλο μυθιστόρημά του «Η κόρη του λοχαγού», το οποίο τοποθετεί χρονικά κατά τη διάρκεια της ίδιας περιόδου, μόνο που αυτή τη φορά πλέκει, μαζί με τα ντοκουμέντα, και μια μυθοπλασία που κινείται στο δίπολο έρωτας-πόλεμος.

Η «Κόρη του λοχαγού» άσκησε μεγάλη επίδραση στη μεταγενέστερη γενιά μυθιστοριογράφων, καθώς μπόλιασε με ένα ύφος απέριττο, περιεκτικό και συμπυκνωμένο και με μια μέριμνα για ακρίβεια τη μεγάλη σχολή του ρώσικου ρεαλισμού. Ακόμα και οι διάχυτοι τόνοι ρομαντισμού και μελοδράματος που το διατρέχουν δεν εκφεύγουν μιας κλασικότροπης οικονομίας.

Αυτό το μυθιστόρημα του Πούσκιν, που αναφέρεται στις περιπέτειες ενός στρατιώτη στην αχανή ρωσική στέπα, μεσούσης της μεγάλης Ανταρσίας, μετατρέπεται διά χειρός Κωνσταντίνου Ασπιώτη σε ένα σκηνικό παιχνίδι, όπου τόποι, ατμόσφαιρες, διάλογοι, αφήγηση και χαρακτήρες, με τη λογική μιας tour à tour εναλλαγής, συντονίζονται με τρόπο αξιοθαύμαστο. Δίνεται, μάλιστα, ισχυρή η εντύπωση πως όλες οι αρετές που κοσμούν το έργο του μεγάλου Ρώσου συγγραφέα ξεπηδούν από τις σελίδες του και μετουσιώνονται σε σκηνική πραγματικότητα. Ρυθμός, μέτρο και πιστότητα στη διαγραφή των προσώπων μεταδίδουν έντονη την αύρα του πρωτοτύπου, διεκδικώντας, την ίδια στιγμή, μια παραστατική αυταξία.

Ο απαιτητικός συνδυασμός αφηγηματικότητας και δραματοποίησης, μια διελκυστίνδα που προϋποθέτει γερή αντίληψη του μετεωρισμού ανάμεσα στη γραμμικότητα και την εν τω γίγνεσθαι δράση, εδώ επιτυγχάνεται με τους καλύτερους δυνατούς όρους. Μέσα σε μια εύχρηστη, «εύπλαστη» και κινητική σκηνογραφική δημιουργία (Ζωή Μολυβδά-Φαμέλη), με τη συμβολή διακριτικών, όσο και δηλωτικών, ενδυματολογικών στιγμάτων (Διδώ Γκόγκου), αριστοτεχνικών φωτισμών που αναδίδουν μια άλλη αίσθηση υλικότητας του χώρου (Τάσος Παλαιορούτας) και μιας μουσικής, που ως ηχητικό κυκλόραμα αγκαλιάζει τη σκηνή (Γιώργος Χριστιανάκης), οι πέντε ηθοποιοί της παράστασης (Παντελής Δεντάκης, Μιχάλης Οικονόμου, Μαριάμ Ρουχάτζε, Σταύρος Σβήγκος, Θάλεια Σταματέλου) επενδύουν σε ερμηνείες υψηλής τεχνικής.  Ο Παντελής Δεντάκης, με μια εκλεπτυσμένη μεταμορφωτική δυναμική που προδίδει βαθιά παρατήρηση και γνώση, ο Μιχάλης Οικονόμου με αυτοελέγχο και σύνεση ως προς τον χειρισμό των εκφραστικών μέσων και της κίνησης, η Μαριάμ Ρουχάτζε με χαρακτηριστικά καρατερίστικα υποκριτικά ανάγλυφα, ο Σταύρος Σβήγκος με αρτιότατες ερμηνευτικές πτυχές στις σκιαγραφήσεις του και η Θάλεια Σταματέλου με μια ανεπιτήδευτη αισθαντικότητα συνθέτουν μια ομάδα συμπαγή και καλοσμιλεμένη, της οποίας η κατάθεση αναδεικνύεται ως υπεραξία σε σχέση με το αρχικό δημιούργημα του σπουδαίου Ρώσου λογοτέχνη.

Photo Credit: Χρήστος Συμεωνίδης

Διαβάστε επίσης:

Η Κόρη του λοχαγού, του Αλεξάντρ Σεργκέγιεβιτς Πούσκιν στο Σύγχρονο Θέατρο
Κωνσταντίνος Ασπιώτης: Πολύ περίεργο σκέφτηκα, είναι του Πούσκιν αυτή η «Η Κόρη του Λοχαγού», και δεν την ξέρω καν!