Για πάνω από έναν αιώνα, στις 8 Μαρτίου γιορτάζουμε τη γυναίκα και, πιο συγκεκριμένα, τους αγώνες του κινήματος για τα δικαιώματα των γυναικών.

Την ημέρα αυτή, λοιπόν, θα πρέπει να μιλάμε όχι για λουλούδια και ‘ωραία’ φύλα, αλλά για όσα έχουμε κερδίσει, όπως και για όλα όσα μας κρατάνε πίσω και βάζουν εμπόδια στο δρόμο προς ένα μέλλον που το φύλο (ανάμεσα σε άλλα ‘διακριτικά στοιχεία’) δε θα παίζει κανένα ρόλο στο πώς αντιμετωπίζεσαι, στο πόση ελευθερία ή αξία σού δίνεται, στο πόσα μπορείς να επιτύχεις. Και να τονίζουμε για όσες φορές χρειαστεί τις δυσκολίες που οι γυναίκες αντιμετωπίζουν σε όλον τον κόσμο, όχι βέβαια μόνο λόγω του φύλου τους, αλλά και λόγω αυτού.

Αν η λογοτεχνία, όπως και γενικά η τέχνη, μπορεί να μας φέρει σε επαφή με χαρακτήρες που ίσως να μη γνωρίζαμε διαφορετικά ποτέ, να προκαλέσει το συναίσθημά μας με τρόπους συχνά αναπάντεχους, να μας δείξει μια εκδοχή του κόσμου που αγνοούσαμε, να μας θυμίσει μια εκδοχή που ξέραμε, αλλά και να μας συστήσει μια καινούρια, τότε το «Κορίτσι, Γυναίκα, Άλλο» της Μπερναρντίν Εβαρίστο είναι λογοτεχνία σημαντική και επείγουσα. Μιλάει κατευθείαν μέσα μας και μας υπενθυμίζει την αναγκαιότητα των παραπάνω αιτημάτων. Για αυτό, μεταξύ άλλων, δίκαια απέσπασε το βραβείο Booker 2019.

Στο βιβλίο, το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά σε μετάφραση Ρένας Χατχούτ από τις εκδόσεις Gutenberg, έχουμε δώδεκα χαρακτήρες, στην πλειονότητά τους μαύρες γυναίκες. Όλες ζουν στην Αγγλία, αλλά προέρχονται από διαφορετικές χώρες, περιβάλλοντα και τάξεις. Έχουν διαφορετικές ηλικίες και σεξουαλικό προσανατολισμό, γεννήθηκαν σε άλλες εποχές και έχουν αντιδιαμετρικά αντίθετες εμπειρίες. Κάνουν διαφορετικές επιλογές, βάζουν άλλες προτεραιότητες, αντιμετωπίζουν αλλιώς τον κόσμο, τις σχέσεις, την εργασία. Θα λέγαμε ότι το χρώμα μπαίνει ως κοινός παρονομαστής, ως συνδετικός κρίκος και καμβάς πάνω στον οποίο η Εβαρίστo αναδεικνύει όλες τις διαφορές των ηρωίδων της.

Photograph by Stuart Simpson / Penguin Books

Όπως και η Τόνι Μόρισον -που αποτέλεσε και ένα από τα πρότυπά της- η Εβαρίστο αποφάσισε να γράψει για τις μαύρες γυναίκες της Αγγλίας, πρώτα και δεύτερα παιδιά μεταναστών από την Αφρική, με σκοπό να τις κάνει επιτέλους ορατές· να τους δώσει φωνή και υπόσταση. Αντί να περιμένει να γράψει κάποιος άλλο για αυτές, όπως έχει πει σε κάποια συνέντευξή της στoυς New York Times, αποφάσισε να το κάνει η ίδια. Οι ηρωίδες της αγωνίζονται να επιβιώσουν σε μια χώρα που είτε τους είναι ξένη είτε τις αντιμετωπίζει ως ξένες.

Το βίωμα του ρατσισμού λόγω του διαφορετικού χρώματος, αλλά και ο αγώνας των ίδιων αφενός να ενσωματωθούν στη νέα κοινωνία και αφετέρου να μη χάσουν την πολιτισμική τους κληρονομιά, ενώνει λίγο-πολύ όλες τις ιστορίες. Η Κάρολ, για παράδειγμα, αγωνίζεται να πετύχει επαγγελματικά κόντρα σε όλη την αμφισβήτηση που έχει βιώσει και συνεχίζει να βιώνει:

«σήμερα θα πιέσει τον εαυτό της ώστε να προβάλει μια θετική προσέγγιση στη σύσκεψή της, στο κάτω κάτω, τα ράφια της είναι γεμάτα βιβλία με συμβουλές επιτυχίας που έχει παραγγείλει από την Αμερική και που της λένε “φανταστείτε το μέλλον που θέλετε να δημιουργήσετε, πιστέψτε ότι μπορείτε να το κάνετε και έχετε ήδη φτάσει στα μισά του δρόμου, και αν δώσετε την εικόνα ισχυρού ατόμου, θα προσελκύσετε το σεβασμό” μόνο που άθελά της θυμάται όλες τις μικρές πληγές, τους συνεργάτες που της κάνουν φιλοφρονήσεις για την ευφράδειά της, αδυνατώντας να κρύψουν την έκπληξή από τη φωνή τους, με αποτέλεσμα εκείνη να αναγκάζεται να παριστάνει ότι δεν προσβλήθηκε και να χαμογελάει ευγενικά, λες και η φιλοφρόνηση δεν σημαίνει τίποτα περισσότερο άθελά της φέρνει στο μυαλό της τους τελωνειακούς που την παίρνουν παράμερα όταν ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο, με το χαρτοφύλακά της και το ταγέρ της όπως όλοι οι άλλοι επιχειρηματίες που περνάνε απρόσκοπτα από το τελωνείο – χωρίς να τους παρενοχλούν» (Οι προτάσεις ξεκινάνε με μικρούς χαρακτήρες στο ίδιο το βιβλίο, ενώ οι τελείες απουσιάζουν.)

Ταυτόχρονα, όμως, η Εβαρίστο θέλει να δείξει πόσο διαφορετικές μπορούν να είναι μεταξύ τους οι γυναίκες αυτές. Έτσι, επέλεξε να δημιουργήσει δώδεκα διαφορετικές ιστορίες γυναικών που όμως συνδέονται μεταξύ τους και δίνουν ένα έργο που ακροβατεί μεταξύ μυθιστορήματος, ενίοτε ποιήματος, αλλά και διηγημάτων, αφού φαινομενικά κάθε ιστορία είναι ξεχωριστή. Αυτός άλλωστε ήταν και ο στόχος της ίδιας: να δώσει ένα υβριδικό δημιούργημα που δε θα υπακούει σε παραδεδομένες νόρμες και συμβάσεις, αλλά θα ρέει ελεύθερα και θα της επιτρέπει να εκφράσει χωρίς περιορισμούς ό,τι βιώνουν και σκέφτονται οι χαρακτήρες της.

Η Εβαρίστο παρουσιάζει έτσι την αντιπρότασή της στα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις της κοινωνίας όχι μόνο μέσω του περιεχομένου του βιβλίου της αλλά και μέσω της ίδιας της φόρμας. Οι παράγραφοι ξεκινούν με μικρό γράμμα και οι τελείες απουσιάζουν παρασύροντας τον αναγνώστη στη ροή και το ρυθμό της αφήγησης. Επηρεασμένη από το πειραματικό θέατρο, το οποίο επίσης υπηρέτησε στα νεανικά της χρόνια, απορρίπτει τον περιορισμό της δημιουργικότητας μέσα στις παραδοσιακές φόρμες και επιλέγει να σκεφτεί και να γράψει -όσο γίνεται- ελεύθερα.

Οι περιγραφές της είναι ζωντανές, καθώς δίνει όλες εκείνες τις λεπτομέρειες που μας επιτρέπουν να σχηματίσουμε τη μορφή των γυναικών στο μυαλό μας, να τις θαυμάσουμε, να τις νοιαστούμε, να τις ακολουθήσουμε στη διαδρομή τους – γεμάτη τόσες δυσκολίες και αγωνίες, αλλά και τόση αγάπη, φιλία, χαρά.

Σημαντικό είναι επίσης ότι δεν υπάρχουν τέλειοι χαρακτήρες, ούτε καλοί ούτε κακοί. Είναι γυναίκες με καθημερινά προβλήματα, φόβους, ανησυχίες, φιλοδοξίες, που επηρεάζουν τις πράξεις και τις ζωές τους. Όταν άλλωστε επιτρέπεις στον εαυτό σου να ακολουθήσει το δικό του δρόμο, θα πρέπει να υπάρχει και χώρος για λάθος. Η Εβαρίστο αποφεύγει τα στερεότυπα –όχι μόνο τα αρνητικά, αλλά και τα θετικά– και χτίζει πολυδιάστατους χαρακτήρες που έχουν πολλές διαφορετικές ιδιότητες.

Ταυτόχρονα, εκθέτει τις υπερβολές ή την υποκρισία που μπορεί να γεννά η εμμονή σε συγκεκριμένες ιδέες. Για παράδειγμα, ενώ η ίδια είναι φεμινίστρια και ο φεμινισμός έχει κεντρικό ρόλο στο έργο, βλέπουμε, όπως αναφέρει και η μεταφράστρια της ελληνικής έκδοσης Ρένα Χατχούτ στο εισαγωγικό της σημείωμα, ότι «ο φεμινισμός, όπως και άλλες θεωρίες και κινήματα, αντιμετωπίζονται με μια ελαφρώς κριτική, καμιά φορά ακόμα και ειρωνική διάθεση ως προς τις υπερβολές τους, αλλά και με άφθoνο χιούμορ».

Δείχνει έτσι πώς οι ομάδες που δημιουργούνται προτάσσοντας αυτές τις θεωρίες είναι ενίοτε ερμητικά κλειστές σε οτιδήποτε διαφορετικό θεωρώντας το a priori εχθρό τους. Δείχνει επίσης συμπεριφορές που περιμένει να βρει κανείς σε ετερόφυλη σχέση, όπως ο εκφοβισμός και η ψυχολογική κακοποίηση, να παρουσιάζονται και σε μια ομόφυλη σχέση γυναικών που προέτασσαν ακριβώς την απελευθέρωσή τους από την αντρική καταπίεση.

Πρόκειται έτσι για ένα κολάζ φωνών που δε βρίσκουν συχνά το δρόμο τους στη λογοτεχνία και παρουσιάζονται εδώ με όλη την αλήθεια τους, χωρίς ωραιοποιήσεις, με γραφή σκληρή αλλά και τρυφερή, όπως είναι η ίδια η ζωή. Θα έλεγε κανείς ότι πρόκειται για φεμινιστικό μανιφέστο που δίνει φωνή στις αγωνίες εκείνες που συνήθως δεν αρθρώνονται, ούτε στη λογοτεχνία αλλά συχνά ούτε και στην ίδια τη ζωή, και αμφισβητεί όλα τα άφθονα κλισέ για τη ‘γυναικεία φύση’ (παρότι δείχνει πως είναι παρόντα και μας επηρεάζουν).

Η Μπερναρντίν Εβαρίστο κάνει τη διαφορετικότητα γιορτή και μας θυμίζει γιατί καθεμία μας θα πρέπει ως γιορτή να αντιμετωπίζει τη μοναδικότητά της – να την αγαπάει και να την αγκαλιάζει. Μας θυμίζει επίσης ότι κάπου υπάρχει καλά κρυμμένη μέσα μας μια φωνή που οφείλουμε πρώτα να ακούσουμε εμείς και ύστερα να την κάνουμε να ακουστεί και στους γύρω μας. Αλλά και ότι έχουμε δικαίωμα στην επιλογή και στον προσωπικό δρόμο. Και αυτό ας το υπενθυμίζουμε σε εμάς τις ίδιες, σήμερα και κάθε μέρα. Ας διαφυλάσσουμε όσα κερδήθηκαν και ας αγωνιζόμαστε για όσα δεν έχουν ακόμη κερδηθεί, σήμερα και κάθε μέρα.

Φωτογραφίες θέματος: Photograph by Stuart Simpson / Penguin Books