Νέο φως στην προσέγγιση του Ίρβινγκ Πεν (Irving Penn) στην τέχνη της φωτογραφίας ρίχνει η έκθεση της Collection Pinault στη Villa Les Roches Brunes στην γαλλική πόλη Ντινάρ: 74 πορτρέτα καλλιτεχνών, εκ των οποίων κάποια εκτίθενται για πρώτη φορά, κοσμούν τους τοίχους του εμβληματικού κτηρίου της Μπελ Επόκ.

Σύμφωνα με τον Matthieu Humery, επιμελητή και σύμβουλο για θέματα φωτογραφίας της Collection Pinault, δεν είναι μόνον το ότι από την Ντινάρ κατάγεται ο François Pinault, αλλά και έχει καρδιά φωτογράφου. «Η πρώτη φωτογραφία του Irving Penn που απέκτησε ο Pinault ήταν η “Cuzco Children” το 2007, όταν διηύθυνα την πρώτη μου δημοπρασία στου Christie’s στη Νέα Υόρκη. Στη συνέχεια έχτισε τις συλλογές του με διαφορετικά κριτήρια. Σήμερα, πιθανώς είναι ο κορυφαίος συλλέκτης έργων του Irving Penn» είπε.

Πορτρέτα των Salvador Dalí -το συγκεκριμένο επελέγη για την αφίσα της έκθεσης -, Georgia O’Keeffe, Marcel Duchamp, Albertο Giacometti, Louis Armstrong, Saul Steinberg, Anouk Aimée, Truman Capote, Francis Bacon, μεταξύ άλλων. Η έκθεση είναι οργανωμένη θεματικά και ανοίγει με τα διάσημα «corner portraits» του Penn· αυτή η άσκηση σε φωτογραφικό ύφος ενέπνεε αλλά και αναστάτωνε τα φημισμένα μοντέλα του, τα οποία κυριολεκτικά «έβαζε στη γωνία». 

Η έκθεση “Irving Penn. Artists Portraits. Photographs from the Pinault Collection”, που ξεκίνησε τη λειτουργία της στις 11 Ιουνίου, θα διαρκέσει έως τη 1η Οκτωβρίου 2023.

Ίρβινγκ Πεν – Βιογραφικό

Ο Ίρβινγκ Πεν (Irving Penn) ήταν ένας από τους σπουδαίους φωτογράφους του εικοστού αιώνα, γνωστός για τις εντυπωσιακές του εικόνες και τις αριστοτεχνικές εκτυπώσεις του.

Γεννήθηκε 16 Ιουνίου 1917 στο Plainfield του Νιου Τζέρσεϊ από γονείς μετανάστες. Παρακολούθησε ζωγραφική και εφαρμοσμένες τέχνες στο Philadelphia Museum School of Industrial Arts την περίοδο 1934–38.

Για ένα διάστημα στη Νέα Υόρκη υπήρξε βοηθός του Alexey Brodovitch στο Harper’s Bazaar. Το 1940 εργάστηκε ως καλλιτεχνικός διευθυντής στην Saks Fifth Avenue, ενώ, το 1941 φεύγει από τη μεγαλούπολη για να περάσει ένα χρόνο ζωγραφίζοντας και φωτογραφίζοντας στο Μεξικό και σε όλες τις ΗΠΑ.

Επιστρέφει στη Νέα Υόρκη και το 1943, ο Alexander Liberman νέος καλλιτεχνικός διευθυντής της Vogue, τον προσέλαβε ως συνεργάτη του για να προετοιμάζει σχέδια και να προτείνει ιδέες για εξώφυλλα στους φωτογράφους του περιοδικού.

Κάποια στιγμή ο Λίμπερμαν κοίταξε τις φωτογραφίες του από τα πρόσφατα ταξίδια του και αναγνώρισε «ένα μυαλό και ένα μάτι που ήξερε τι ήθελε να δει». Αμέσως τον ενθάρρυνε να αρχίσει να τραβάει τις φωτογραφίες που οραματιζόταν, ξεκινώντας μια μακρά και γόνιμη καριέρα καθώς και μια συνεργασία που άλλαξε τη σύγχρονη φωτογραφία.

Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο απέκτησε γρήγορα φήμη για το εντυπωσιακό του στυλ στη νεκρή φύση και στο πορτραίτο. Προτιμούσε να φωτογραφίζει στο ελεγχόμενο περιβάλλον ενός στούντιο, όπου μπορούσε να κόψει οτιδήποτε δεν ήταν απαραίτητο στα θέματά του. Ωστόσο, η εμπορική επιτυχία του δεν εμπόδισε τις καλλιτεχνικές του εξερευνήσεις και το 1949-1950, άρχισε να φωτογραφίζει μια σειρά από εξαιρετικά αφηρημένα γυμνά.

Το 1950 πήγε στο Παρίσι για να φωτογραφίσει τις συλλογές υψηλής ραπτικής για τη Vogue. Εκεί δούλευε με την Lisa Fonssagrives, ένα από τα πιο περιζήτητα μοντέλα μόδας της εποχής και την οποία παντρεύτηκε την ίδια χρονιά.

Την δεκαετία του 1960, ερεύνησε μεθόδους του δέκατου ένατου αιώνα που θα μπορούσαν να προσφέρουν μεγαλύτερο έλεγχο στις λεπτές παραλλαγές και τις αποχρώσεις που αναζητούσε σε μια εκτύπωση. Συνέχισε τις έρευνες και τους πειραματισμούς του μέχρι να τελειοποιήσει μια πολύπλοκη διαδικασία εκτύπωσης σε μέταλλα πλατίνας.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, έκλεισε το στούντιο του στο Μανχάταν και αφοσιώθηκε στην εκτύπωση πλατίνας στο εργαστήριο που κατασκεύασε στην οικογενειακή φάρμα στο Λονγκ Άιλαντ της Νέας Υόρκης. Αυτό οδήγησε στις τρεις μεγάλες του σειρές : “Cigarettes” (1972) , που παρουσιάστηκε στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης το 1975, “Street Material” (1975–76), που παρουσιάστηκε στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης το 1977 και “Archaeology” (1979–80) που παρουσιάστηκε στην γκαλερί Marlborough το 1982.

Το 1984 τιμήθηκε με μια αναδρομική έκθεση σε επιμέλεια του John Szarkowski στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, η οποία περιόδευσε σε όλο τον κόσμο μέχρι το 1989.
Κατά τη διάρκεια της ζωής του, ίδρυσε το The Irving Penn Foundation.

Ο Irving Penn πέθανε στις 7 Οκτωβρίου 2009 στη Νέα Υόρκη, σε ηλικία 92 ετών.

Η Φωτογραφία στη συλλογή Pinault

Η φωτογραφία έχει καταλάβει σημαντική θέση στη συλλογή Pinault από το 2006. Από τον Gustave Le Gray μέχρι τη Cindy Sherman και από τον Irving Penn μέχρι τη LaToya Ruby Frazier η συλλογή αντικατοπτρίζει τον πλούτο και την ποικιλομορφία του φωτογραφικού μέσου – από το ιστορικό στο σύγχρονο.

Εστιάζοντας σε μεγάλα σύνολα έργων, η Συλλογή Pinault το 2014 απέκτησε μία από τις έξι εκδόσεις της «Master Collection» του Henri Cartier-Bresson, ένα χαρτοφυλάκιο 385 φωτογραφιών. Πιο πρόσφατα, η Συλλογή Pinault απέκτησε ένα εξαιρετικό σύνολο εικόνων από το φωτογραφικό αρχείο του Condé Nast, μια επιλογή των οποίων βρίσκεται επί του παρόντος στο Palazzo Grassi στη Βενετία, ως μέρος της έκθεσης «Chronorama: Photographic Treasures of the Twentieth Century».

Πηγές: ΑΠΕ, pinaultcollection.com, irvingpenn.org
Photo Credit: Salvador Dalí by Irving Penn, New York 1947 | © The Irving Penn Foundation | Collection Pinault