Βασισμένη στο ομώνυμο εικονογραφημένο μυθιστόρημα της Πόζυ Σίμοντς (το οποίο αρχικά είχε βασιστεί στο μυθιστόρημα του Τόμας Χάρντι Far From the Madding Crowd), αυτή η …
μοντέρνα εκδοχή της βρετανικής εξοχής, απέχει πάρα πολύ από το Γουέσεξ του Χάρντι.
Η βρετανική εξοχή της Ταμάρα Ντρου, είναι γεμάτη με πομπώδεις συγγραφείς, πλούσιους ταξιδιώτες, μποέμ τύπους, ένα ξαναμμένο ροκ σταρ κι ένα πλήθος κοτόπουλων και αγελάδων- είναι ένα μέρος πολύ πιο χαρούμενο. Όταν η Ταμάρα επιστρέφει στο βουκολικό χωριό των παιδικών της χρόνων, η ζωή των ντόπιων γυρνάει ανάποδα.
Η Ταμάρα– το άλλοτε ασχημόπαπο- έχει μεταμορφωθεί σε καλλονή (με τη βοήθεια της πλαστικής χειρουργικής). Ο έρωτας, οι ζήλιες, οι εξωσυζυγικές σχέσεις, και οι επαγγελματικές φιλοδοξίες συγκρούονται ανάμεσα στους κατοίκους των κοντινών αγροικιών, με την Ταμάρα στο κέντρο να πυροδοτεί όλο το παιχνίδι, χρησιμοποιώντας την αρχαιότερη μαγεία όλων: το σεξαπίλ.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η Στόουνφιλντ και η Γουίναρντς είναι δύο κοντινές φάρμες στην εξοχή κάπου στη δυτική Αγγλία. Ενώ χρονολογούνται αιώνες πριν, το σκηνικό είναι αρκετά μοντέρνο. Το γραφικό χωριό Γιούνταουν έχει γίνει παραθεριστικό κέντρο πλούσιων λονδρέζων και συγγραφέων που αναζητούν ησυχία κι έμπνευση.
Ο διάσημος συγγραφέας Νίκολας Χάρντιμεντ (Ρότζερ Άλλαμ), διάσημος για τη σειρά βιβλίων του “Doctor Inchcombe”, μαζί με τη γυναίκα του Μπεθ (Τάσμιν Γκρέιγκ), διευθύνουν το Στόουνφιλντ, όπου οι επισκέπτες απολαμβάνουν την εκπληκτική μαγειρική της Μπεθ, και τις περιαυτολογίες του Νίκολας.
Ενώ η Μπεθ δουλεύει ακατάπαυστα για τη διατήρηση του ειδυλλιακού θέρετρου- κουζίνα, κήπος, ζώα, όπως και συντακτικές συμβουλές- ο Νίκολας παράγει μπεστ σελλερ και ενδίδει σε εξωσυζυγικές σχέσεις. Η Μπεθ είναι ελκυστική με τη μητρική της παρουσία, αλλά ο Νίκολας αναζητά νεότερες γυναίκες.
Η γειτονική φάρμα Γουίναρντς, είναι το πατρικό του Άντυ Κομπ (Λουκ Έβανς), ένας όμορφος νεαρός που δουλεύει ως κηπουρός και εργάτης για τη Μπεθ. Όταν ο Άντυ, ήταν μικρό παιδί, η οικογένεια του πούλησε τη φάρμα, στην πλούσια οικογένεια των Ντρου, και τώρα εκείνος ζει σε ένα μικρό εξοχικό στο Στόουνφιλντ. Ως ντόπιος, σιχαίνεται τους ξένους, αλλά κι αυτός και η Μπεθ, δουλεύουν πολύ σκληρά για να διατηρούν το Στόουνφιλντ.
Ένα δραματικό βράδυ θα ζήσουν όλοι οι καλεσμένοι, όταν θα ακούσουν τον έντονο καβγά της Μπεθ και του Νίκολας, όταν εκείνη θα ανακαλύψει την απιστία του άντρα της. Μετά από λίγες έντονες μέρες ωστόσο, θα τους δούνε να περπατάνε μαζί πιασμένοι χέρι- χέρι- είναι ξεκάθαρο ότι δεν το περνάνε για πρώτη φορά αυτό.
Ο Γκλεν (Μπιλ Καμπ), ένας καταδεκτικός κι αξιολύπητος ακαδημαϊκός, που προσπαθεί να ξεπεράσει το συγγραφικό του μπλόκο, μισεί το Νίκολας, και δεν βοηθά καθόλου το γεγονός, ότι αρχίζει να ερωτεύεται τη Μπεθ.
Μια μέρα, ο Άντυ και ο Γκλεν, ακούν το συναγερμό από το Γουίναρντς, που παρέμενε ακατοίκητο από το θάνατο της κ. Ντρου. Ο εισβολέας είναι η Ταμάρα Ντρου (Τζέμα Άρτερτον), που έχει έρθει να ελέγξει την περιουσία της. Ο Άντυ σχεδόν δεν την αναγνωρίζει, χωρίς την τεράστια και στραβή μύτη που κάποτε είχε, και όπως παραδέχτηκε αργότερα- του άρεζε και κάπως.
Η νέα – χωρίς το ράμφος- Ταμάρα είναι εκθαμβωτική, και κατά κάποιο τρόπο διάσημη για τη στήλη της σε μια λονδρέζικη εφημερίδα. Ο Άντυ αναπολεί τα ερωτικά σκιρτήματα με την Ταμάρα που πήγαινε ακόμα σχολείο, αλλά τώρα που είναι μια πανέμορφη δημοσιογράφος, θεωρεί ότι δεν μπορεί πλέον να την έχει- και δε θέλει άλλωστε καθώς θεωρεί ότι η πόλη την έχει μολύνει. Ωστόσο, η Ταμάρα τον φωνάζει συχνά να τη βοηθήσει με τις δουλειές της, όσο κι αν αυτό ενοχλεί τη Μπεθ. Δεν είναι μόνο ο Άντυ όμως, που μαγεύτηκε από εκείνη, όλοι παρασύρονται από το σαγηνευτικό της χαμόγελο- όλοι εκτός από τον Νίκολας, ο οποίος την παρακολουθεί με τα κιάλια του όταν δεν τον βλέπει κανείς.
Ταυτόχρονα οι έφηβες Κέισι (Σαρλότ Κρίστι) και Τζόντυ (Τζέσικα Μπάρντεν), βρίσκουν τόσο βαρετή τη ζωή στην εξοχή που έχουν βαλθεί να κατασκοπεύουν τους πάντες για να διασκεδάσουν.
Η κατασκοπία θα γίνει εμμονή, όταν η Ταμάρα, θα γυρίσει στο σπίτι της με το ροκ είδωλο τους Μπεν (Ντομινίκ Κούπερ), ένα σαχλό αλλά σέξι ντράμερ, που μόλις τα έφτιαξε με την Ταμάρα. Σπινάρει με την Πόρσε του, το σκυλί του τρομοκρατεί τις αγελάδες- είναι εκτός τόπου και χρόνου σε αυτό το ευγενές χωριό. Όταν οι δυο τους ανακοινώνουν ότι θα παντρευτούν, όλοι μένουν έκπληκτοι.
Το σκηνικό έχει ως εξής: Θα αφήσει ο Μπεν το Λονδίνο, για να ακολουθήσει την Ταμάρα στη φάρμα ή το αντίθετο; Ο Νίκολας θα ομολογήσει το πάθος του για την Ταμάρα; Ο Άντυ θα μείνει με την γκαρσόνα που βγαίνει ή θα διεκδικήσει την Ταμάρα (και το πατρικό του ταυτόχρονα); Οι δύο έφηβες θα γνωρίσουν το είδωλο τους; Κι αυτός ο αηδιαστικός σκύλος- θα σταματήσει ποτέ να κυνηγάει τις αγελάδες;
Σχετικά με την παραγωγή
Η Ταμάρα Ντρου είναι σίγουρα γοητευτική- αλλά τι είναι αυτό που γοήτευσε τον Στίβεν Φρίαρς σχετικά με το σενάριο και το εικονογραφημένο μυθιστόρημα; «Το σενάριο με κάνει και γελάω, είναι πάρα πολύ αστείο, πολύ σέξι, επίκαιρο και μοντέρνο.
Επίσης, η μεταφορά από ένα κόμικ, είναι μια ιδιαίτερα απελευθερωτική διαδικασία. Μπορείς να κάνεις τα πάντα- σου λύνει τα χέρια με έναν υπέροχο τρόπο. Τα κόμικ είναι συνήθως για υπερήρωες, αλλά το συγκεκριμένο είναι και ιδιαίτερα έξυπνο και σχετίζεται με πράγματα που όλοι αναγνωρίζουμε. Δεν έχω ξανακάνει μια ταινία σαν αυτή- έπρεπε να επανεξετάσω πως κάνω τα πράγματα.»
Η παραγωγός Άλισον Όουενς θυμάται: «με την Ταμάρα, είδα την ευκαιρία να κάνουμε μια ενδιαφέρουσα ανεξάρτητη ταινία, με σπουδαίους χαρακτήρες, δράμα, κωμωδία (έξυπνη όμως κωμωδία), όπως επίσης κι ένα κοινωνικό σχόλιο».
Η τύχη έπαιξε ιδιαίτερο ρόλο στη γέννηση της Ταμάρα Ντρου. «Ήξερα τη δουλειά της Πόζυ και πάντα μου άρεσε» λέει η Άλισον Όουεν (το εικονογραφημένο μυθιστόρημα πρωτοεμφανίστηκε ως σειρά στην εφημερίδα Guardian). «Μόνο όμως όταν τυπώθηκε ως πλήρες μυθιστόρημα, είδα τη δυνατότητα του να γίνει μια υπέροχη ταινία».
Είδα το βιβλίο το σαββατοκύριακο, και τη Δευτέρα είχα λάβει ένα αντίτυπο από τον λογοτεχνικό ατζέντη Άντονυ Τζόουνς, ο οποίος προφανώς είχε την ίδια σκέψη με εμένα. Είχε στείλει κι ένα αντίγραφο στην Κριστίν Λάνγκαν (Καλλιτεχνική διευθύντρια της BBC Films), με την οποία συναντήθηκα τυχαία σε ένα ντελικατέσεν με τα βιβλία στα χέρια μας! Και οι δύο το ερωτευτήκαμε αμέσως, και το BBC ήθελε να το κάνει, οπότε στήθηκε πολύ εύκολα».
Ο Στίβεν Φρίαρς γοητεύτηκε επίσης με τη μοναδική ομορφιά και πρόκληση του μυθιστορήματος: «Θε μου. Το ήξερα ότι ήταν κάτι αυθεντικό». Η Κριστίν Λανγκάν μου το έστειλε λέγοντας μου «Έχω κάτι για σένα». Ήμουν στην πτήση για Νέα Υόρκη όταν άνοιξα το φάκελο. Δεν το πίστευα. Το ίδιο είχα πάθει με το Πιτσιρίκι (The Snapper). Δεν πίστευα τι μου στείλανε. Πάρα- μα πάρα πολύ ωραία!».
Αυτή η ευνοϊκή τύχη και η δυναμική του υλικού, συνεχίστηκαν όταν η ‘Αλισον, έφτιαχνε την ομάδα της: «Ο πρώτος σεναριογράφος που το στείλαμε ήταν η Μόιρα Μπαφίνι, και ήθελε να το κάνει. Το προσχέδιο που έστειλε ήταν υπέροχο.
Υπήρξαν μικροαλλαγές, αλλά αυτό το προσχέδιο στάλθηκε στο Στίβεν Φρίαρς, ο οποίος θέλησε να το κάνει άμεσα. Ήμασταν στο σημείο που πιστεύαμε ότι ο Θεός ήταν με το μέρος μας, ότι ολόκληρο το σύμπαν συνωμοτούσε για το καλό μας.»