Ως Ελληνίδα πιανίστα που έχει διακριθεί στη διεθνή μουσική σκηνή για την ερμηνευτική της τέχνη – «ένα απόσταγμα

μουσικής ευφυΐας, υπερβατικής δεξιοτεχνίας, γνησιότητας συναισθήματος και οραματισμού» – αλλά και την προσήλωσή της να φέρει στο προσκήνιο σημαντικά έργα του κλασικισμού και του μοντερνισμού του 20ού αιώνα, η Δανάη Καρά δεν θα μπορούσε να απουσιάζει από τις εκδηλώσεις του Κύκλου του Μεγάρου με όλες τις Σονάτες για Πιάνο του Μπετόβεν.

Τις ξεχωριστές μουσικές βραδιές με τη συμμετοχή βιρτουόζων εκτελεστών κάποιων αριστουργηματικών έργων που γράφτηκαν κατά την επονομαζόμενη «μέση ή ηρωική περίοδο» του συνθέτη, ενδεικτικών τόσο των υφολογικών καταβολών του όσο και των επιρροών που εκείνος άσκησε σε μεταγενέστερους συναδέλφους του.
Με αυτό ακριβώς το σκεπτικό, η Δανάη Καρά πραγματοποιεί το δικό της ρεσιτάλ – με τίτλο «Μπετόβεν και επιρροές στον Μοντερνισμό του 20ού αιώνα» – την Τετάρτη 27 Φεβρουαρίου, στις 8.30 το βράδυ, στην Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος, παρουσιάζοντας την Σονάτα αρ.4 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 7, την επονομαζόμενη και ως «Grand Sonata» του «τιτάνα» της μουσικής στην εξέλιξη του πιανιστικού είδους αλλά και την υψηλών τεχνικών απαιτήσεων Σονάτα του αρ.21 σε ντο μείζονα, έργο 53, γνωστή ως «Waldstein» ή «L’Aurora», παρεμβάλλοντας στο πρόγραμμά της τη μοναδική σονάτα που ο κορυφαίος Ούγγρος Μπέλα Μπάρτοκ συνέθεσε για σόλο πιάνο, τη Σονάτα (1926) που αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα έργα του είδους τα οποία γράφτηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα.

Πιο συγκεκριμένα, η Δανάη Καρά ξεκινά το ρεσιτάλ της με την τετραμερή Σονάτα αρ.4 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 7 που ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν (1770-1827) έγραψε το 1797 και αφιέρωσε σε μια μαθήτριά του, την κοντέσα Μπάρμπαρα (Μπαμπέτ) φον Κέλεβικς, που ήταν ερωτευμένη μαζί του. Η επονομαζόμενη και ως «Grand Sonata» ανήκει σε μια λαμπρή σειρά αντίστοιχων πιανιστικών συνθέσεων στο ύφος των Μότσαρτ και Χάυντν, μέσα από τις οποίες ο κορυφαίος μουσουργός επέβαλε την – πρωτοποριακή για την εποχή της – αντίληψη πως μια σονάτα μπορεί να είναι εξίσου επιβλητική με μια συμφωνία. Το έργο ξεκινά με ένα δραματικό Allegro (molto e con brio, σε μι ύφεση μείζονα) που ξεχειλίζει από ζωτική ενέργεια φέρνοντας στο νου μία σκέρτσο-τοκάτα ενώ το μεγαλειώδες δεύτερο μέρος της, Largo, con gran espressione (σε ντο μείζονα), καταδεικνύει την επαναστατική χρήση της σιωπής από μέρους του Μπετόβεν. Το ακόλουθο Allegro σε μι ύφεση μείζονα και μι ύφεση ελάσσονα – κάτι ανάμεσα σε μινουέτο και σκέρτσο – αποτελεί προπομπό για πιανιστικές φόρμες που μελλοντικά συναντάμε σε έργα των Σούμπερτ και Μπραμς ενώ μόνο στο τελευταίο μέρος της, το Rondo: Poco allegretto e grazioso σε μι ύφεση μείζονα, η σονάτα πλησιάζει το παραδοσιακό στυλ γραφής των έργων μουσικής δωματίου.

Η Σονάτα (1926) του Μπέλα Μπάρτοκ (1881-1945) που παρεμβάλλεται στο ρεσιτάλ με σονάτες του Μπετόβεν της Δανάης Καρά, αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα έργα για σόλο πιάνο που γράφτηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα. Η τριμερής σονάτα (Allegro moderato, Sostenuto e pesante, Allegro molto), η μοναδική που γράφτηκε για σόλο πιάνο από τον σπουδαίο Ούγγρο συνθέτη και πιανίστα, συγκαταλέγεται στα αριστουργήματα που τον έκαναν διεθνώς γνωστό, σηματοδοτώντας την περίοδο της συνθετικής του ωριμότητας.

Η βραδιά ολοκληρώνεται με τη Σονάτα αρ.21 σε ντο μείζονα, έργο 53, «Waldstein» που θεωρείται μία από τις κορυφαίες σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν, όπως επίσης μία από τις τρεις πιο αξιοσημείωτες σονάτες που συνέθεσε κατά τη διάρκεια της επονομαζόμενης «μέσης ή ηρωικής περιόδου» του (μαζί με την Appassionata, έργο 57 και την Les Adieux, έργο 81 α). Το ιδιαίτερων τεχνικών απαιτήσεων έργο που ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 1804, πήρε το όνομά του από την αφιέρωση του συνθέτη στον κόμη Φέρντιναντ Ερνστ Γκάμπριελ φον Βαλντστάιν της Βιέννης, γνωστό μαικήνα της εποχής και στενό φίλο του Μπετόβεν. Η τριμερής σονάτα είναι επίσης γνωστή και ως «L’Aurora» (Χάραμα, στα ιταλικά) από την αντίστοιχη «εικόνα» στην οποία παραπέμπουν οι συγχορδίες που ανοίγουν το τρίτο της μέρος, Rondo.

Ο Κύκλος Οι Σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν περιλαμβάνει στο σύνολό του δώδεκα ρεσιτάλ βιρτουόζων πιανιστών, που θα παρουσιάσουν τις περίφημες 32 Σονάτες για πιάνο του κορυφαίου Γερμανού συνθέτη, καθώς επίσης και τις 32 Παραλλαγές, WoO 80, αλλά και τις Παραλλαγές «Eroica». Έργα που γράφτηκαν κατά την επονομαζόμενη «μέση ή ηρωική περίοδο» του συνθέτη, όταν η βαρηκοΐα του Γερμανού μουσουργού είχε ήδη αρχίσει να εξελίσσεται σε κώφωση, και ο ίδιος προβληματιζόταν με τον εν γένει προσανατολισμό της συνθετικής του πορείας. Ο Κύκλος συναυλιών με όλες τις σονάτες για πιάνο του Μπετόβεν δίνει την ευκαιρία στους ακροατές να διαπιστώσουν τις υφολογικές καταβολές του, τα στοιχεία που επιβίωσαν από τους συνθέτες και το μουσικό κλίμα της εποχής, τις λεπτές διαφοροποιήσεις, τα άλματα στην έκφρασή του και τη συνολική γενικότερα συνεισφορά του στη μουσική εξέλιξη.

Γεννημένη στην Κωνσταντινούπολη το 1953, η Δανάη Καρά άρχισε μαθήματα μουσικής σε ηλικία πέντε ετών στο Δημοτικό Ωδείο της Κωνσταντινούπολης. Μεταναστεύοντας στην Ελλάδα, συνέχισε με υποτροφία στο Ωδείο Αθηνών απ’ όπου και αποφοίτησε με Δίπλωμα Πιάνου και Πρώτο Βραβείο παμψηφεί  (τάξη Μαρίας Χαιρογιώργου) και, ταυτόχρονα, με Δίπλωμα Ανώτερων Θεωρητικών και Πτυχίου Ειδικού Αρμονίας με Άριστα παμψηφεί (τάξη Κ. Κυδωνιάτη). Το Ωδείο Αθηνών της απένειμε τη διάκριση «Χρυσό Μετάλλιο Ι. & Α. Συγγρού». Ολοκλήρωσε τις ανώτερες σπουδές της – ως υπότροφος – στην φημισμένη Juilliard School of Music της Νέας Υόρκης, με Bachelor’s Master’s Degree in Music.

Στη Juilliard, όπου και δίδαξε ως βοηθός καθηγητή μετά το πέρας των σπουδών της, μυήθηκε στην πιανιστική τέχνη δίπλα στη θρυλική μορφή του πιάνου Jacob Lateiner, στην μονογραφία του οποίου αναφέρεται μεταξύ των πέντε αντιπροσωπευτικών μαθητών του. Παράλληλα μαθήτευε πλάι σε φυσιογνωμίες της μουσικής όπως τους: Felix.Galimir και Jane Carlson (μουσική δωματίου και παιδαγωγία), Abraham Kaplan (διεύθυνση), Renée Long (ανώτερη θεωρία) και με τον Αμερικανό συνθέτη David Diamond (ιστορία, μορφολογία, ανάλυση) που υπήρξε και μέντορας της.

Με εναρκτήρια πρώτη εμφάνιση σε ηλικία 16 ετών, η Δανάη Καρά ακολούθησε μία καλλιτεχνική πορεία με συναυλίες και μεγάλες περιοδείες σε 24 χώρες, πραγματοποιώντας ρεσιτάλ και εμφανίσεις ως σολίστ με πάνω από τριάντα ορχήστρες, μεταξύ των οποίων οι Symphony Orchestra of Aalborg, Mozarteum-Orchester Salzburg, BBC Philharmonic,  Bangkok State Orchestra, Orquesta Sinfonica de Cervantino, London Festival Orchestra, Lithuania State Orchestra, Orchestre National de Montpellier, Moscow Virtuosi Orchestra, Sofia Philharmonic, Wiener Κammerorchester, κ.ά.

Συνεργάστηκε με πολλούς διακεκριμένους μαέστρους όπως τους Giancarlo Andretta, Matthias Bamert, Philippe Entremont, John Georgiadis, Hans Graf, Μιλτιάδης Καρύδης, Jacob Kowalski, Alexander Lazarev, Friedemann Layer, Cristian Mandeal,  Ross Pople, Ch.Olivieri-Munroe, Robertas Servenikas, Vladimir Spivakov, Δ.Αγραφιώτη, Τάτση Αποστολίδη, Β.Φιδετζή, και Αλέξανδρο Μυράτ.

Η Δανάη Καρά έχει προσκληθεί κατ’ επανάληψη στo Φεστιβάλ Αθηνών καθώς και σε φεστιβάλ του εξωτερικού (Cervantino, Santander, Διεθνές Φεστιβάλ Πιάνου Κολομβίας κ.ά). Στις δραστηριότητές της συμπεριλαμβάνονται συνεργασίες με τον βαθύφωνο Φραγκίσκο Βουτσίνο, την μεσόφωνο Μαρκέλλα Χατζιάνο, το βαρύτονο Χριστόφορο Σταμπόγλη, τη βιολονίστα Hideko Udagawa και τα κουαρτέτα Voces, Auer και Kroger.

Έχει προσκληθεί να διδάξει  σεμινάρια (master classes) σε διεθνή φεστιβάλ πιάνου κι έχει δώσει διαλέξεις με θέμα τη Ρωσική Σχολή πιάνου και τη μεγάλη παιδαγωγό Isabella Vengerova. Πολυάριθμες υπήρξαν οι εμφανίσεις της στην ΕΡΤ (από το 1980 έως το 2006) καθώς και σε ξένα ραδιοτηλεοπτικά δίκτυα (France Musique, Radio France, ΒΒC 3 με την Φιλαρμονική του BBC, Radio UNAM, Radio Educacion του Μεξικού, ΡΙΚ της Κύπρου, WDR Γερμανίας, WGBH Βοστώνης, WQXR Νέας Υόρκης κ.ά.).

Η καλλιτεχνική ταυτότητα της Δανάης Καρά προσδιορίζεται από την προσήλωση της να φέρει στο προσκήνιο σημαντικά έργα, την αναβίωση έργων του κλασικισμού αλλά και τις πρώτες παγκόσμιες εκτελέσεις έργων του μοντερνισμού του 20ου αιώνα, επιλογές που αποτυπώνονται στην 25ετή δισκογραφία της (1980-2005) με τα Τρία Κοντσέρτα για πιάνο του Mendelssohn, τις 62 Σονάτες του Cimarosa με την διάκριση «5 diapasons», έργα των De Falla και Brahms, τα Δύο Κοντσέρτα για πιάνο και ορχήστρα του Σκαλκώτα, το Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα του Σισιλιάνου, τα πάνω από 130 πιανιστικά έργα κλασικών και Ελλήνων συνθετών. Το σύνολο της δισκογραφίας της, με «ερμηνείες αναφοράς», αρχειοθετήθηκε στο Διεθνές Πιανιστικό Αρχείο του Πανεπιστήμιου Maryland των ΗΠΑ. Στην Ελλάδα τιμήθηκε με το Βραβείο Δισκογραφίας 2000 από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών Θεάτρου και Μουσικής. Για τις πολυάριθμες εκτελέσεις έργων της σύγχρονης ελληνικής μουσικής που έκανε ανά τον κόσμο – με ενδεικτικό παράδειγμα τη πρεμιέρα του κολοσσιαίου Τρίτου Κοντσέρτου για πιάνο του Νίκου Σκαλκώτα στο Παρίσι – τιμήθηκε από το Εθνικό Συμβούλιο Μουσικής και μέλος του IMC/UNESCO με το Ελληνικό Βραβείο Μουσικής 2003.