Το βιβλίο του Αλεξάντρ Πούσκιν, Η ντάμα πίκα, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση του Νίκου Δημητρίου.

Η νουβέλα αυτή θεωρείται ένα από τα εξοχότερα δείγματα της πένας του Ρώσου ποιητή, δραματουργού και πεζογράφου Αλεξάντρ Πούσκιν (1799-1837). Η υποδοχή που επιφύλαξαν στο έργο οι συγγραφείς και οι αναγνώστες, στη Ρωσία και αλλού, του εξασφάλισε μια υψηλή θέση στην παγκόσμια λογοτεχνική παράδοση, ενώ ενέπνευσε και τον Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι να συνθέσει μια οπερατική εκδοχή της ιστορίας. Χάρη σε μια απροσδόκητη συνέργεια της μοίρας, τα τρία κεντρικά πρόσωπα της αφήγησης, η κόμισσα Άννα Φεδόντοβνα, η υπηρέτριά της Ελισάβετ και ο νεαρός αξιωματικός του μηχανικού Έρμαν, θα εμπλακούν σ’ ένα παράδοξο και θανατηφόρο παιχνίδι. Ο Πούσκιν χειρίζεται άριστα τους κώδικες της ρομαντικής πεζογραφίας, ενώ η πλοκή και η δομή της αφήγησης διεγείρουν την περιέργεια του αναγνώστη μέχρι το τέλος.


Ο Αλέξανδρος Σεργκέγεβιτς Πούσκιν γεννήθηκε στη Μόσχα, στις 26 Μαΐου 1799 και πέθανε στην Πετρούπολη, στις 29 Ιανουαρίου 1837. Το έργο του αποτελείται από λυρικά και επικά ποιήματα, μυθιστορήματα (πεζά και σε στίχους), διηγήματα, ιστορικές πραγματείες και κριτικές. Ο Πούσκιν θεωρείται όχι μόνον ο μεγαλύτερος συγγραφέας της χώρας του, αλλά και κάτι περισσότερο: η προσωποποίηση του ρωσικού πνεύματος. Από την πλευρά τού πατέρα του, κατάγεται από μία από τις παλαιότερες οικογένειες της ρωσικής αριστοκρατίας, ενώ από την πλευρά της μητέρας του ήταν απ’ ευθείας απόγονος ενός αβησσυνού πρίγκηπα. Παιδί ακόμη έχει την ευκαιρία να γνωρίσει τα μεγαλύτερα πνεύματα της εποχής, όπως τον ιστορικό Καραζμίν. Το 1811 σε ηλικία 12 ετών μπαίνει στο αυτοκρατορικό Λύκειο του Τσάρκογε Σέλο, όπου έλαβε ανώτερη μόρφωση. Τα ποιήματά του της εποχής του λυκείου είναι ποικίλα: δημοφιλή ρομάντζα, πατριωτικοί στίχοι, τοπία του Όσιαν, στιχάκια έντονα επηρεασμένα από τον Παρνύ και τον Ντερζάβιν, επιστολές κ.λπ. Το 1817 αποπειράται ένα μεγάλο ποίημα πατριωτικού χαρακτήρα, το “Ρουσλάν και Λιουντιμίλα” ένα σύνθετο έργο, κάπως ψυχρό μα έξοχο και με άριστη δομή, το οποίο καθιερώνει την προκαθεδρία του στη ρώσικη λογοτεχνία. Βαθιά επηρεασμένος από τον άνεμο του φιλελευθερισμού που σάρωνε την Ευρώπη, ο Πούσκιν ασχολείται συστηματικά με πολιτικά θέματα στα λυρικά του ποιήματα. Το 1820 εκτοπίζεται στη Βεσαρραβία και από τις εντυπώσεις του από τον Καύκασο γεννήθηκαν πολλά σημαντικά έργα: “Ο αιχμάλωτος του Καυκάσου”, “Το συντριβάνι του Μπαχτσέ-Σαράι”, “Οι αδελφοί ληστές” και πολλά άλλα λυρικά ποιήματα. Την περίοδο αυτή 1820-1821γράφει πολλά σκωπτικά ποιήματα και την “Γαβριηλιάδα”. Το καλοκαίρι του 1823 πετυχαίνει τη μετάθεσή του στην Οδησσό όπου ξεκινά τους “Τσιγγάνους” και γράφει τα δύο πρώτα κεφάλαια του ποιήματος “Ευγένιος Ονιέγκιν” που οφείλει τη φόρμα του στην επιρροή του Μπάιρον. Το 1824 αρχίζει να γράφει τον “Μπορίς Γκοντούνωφ” και το 1826 η εξορία του τερματίζεται και ο Τσάρος Νικόλαος Α τον υποδέχεται θερμά στη Μόσχα, όπου μένει μόνο για δύο μήνες και ξαναγυρνά στο Μιχαηλόφσκογιε, όπου αρχίζει το πρώτο του πεζό “Ο Νέγρος του Μεγάλου Πέτρου”. Το 1829 γράφει μέσα σε δεκαπέντε μέρες την “Πολτάβα”, ένα αξιόλογο ποίημα που παρουσιάζει για πρώτη φορά την Ουκρανία στη ρώσικη λογοτεχνία. Μετά από ανεπιτυχείς προτάσεις γάμου ταξιδεύει στον Καύκασο απ’ όπου επιστρέφει με μερικά ωραία ποιήματα και με το “Ταξίδι στο Ερζερούμ”, ένα από τα καλύτερα πεζά του. Άλλα έργα του είναι: “Παραμύθια του τσάρου Σαλτάν” (1831), “Ντάμα Πίκα” (1834) κ.ά.


Ο Γιάννης Αντωνιάδης γράφει κριτική για το βιβλίο.