Είναι τόσο πλούσια η ελληνική μυθολογία που όσα και να γράψεις δεν μπορείς να την εξαντλήσεις. Οι αρχαίοι ελληνικοί μύθοι δεν παύουν να συγκινούν τους Έλληνες και ξένους συγγραφείς, οι οποίοι καταπιάνονται με αυτούς και τους δίνουν νέα πνοή μέσα από μία δική τους εκδοχή. Οι μύθοι αυτοί είναι μία επινόηση των ανθρώπων ώστε να ερμηνεύσουν τη ζωή και τα γεγονότα της και μία πρώτης τάξεως ευκαιρία να έρθει ο άνθρωπος σε αναμέτρηση με τις ίδιες του τις αδυναμίες και τα τρωτά του σημεία. Η Κλυταιμνήστρα αποτελεί κεντρικό πρόσωπο στην ιστορία της ελληνικής μυθολογίας, είναι η γυναίκα εκείνη που έχασε δύο παιδιά και άντρα, τον Τάνταλο και αναγκάστηκε να παντρευτεί τον Αγαμέμνονα, έναν άντρα κατά γενική ομολογία βίαιο και απαξιωτικό ως προς το πρόσωπό της. Η συγγραφέας Κονστάντζα Κασάτι γράφει ένα πολύ πλούσιο σε εικόνες και συμβολισμούς μυθιστόρημα, ένα μυθιστόρημα που μιλά ανοιχτά για τον ρόλο της γυναίκας στην αρχαιότητα.
Μια θαρραλέα γυναίκα στέκεται με δυναμικότητα απέναντι στην ανδρική κυριαρχία
Η Κασάτι φιλοτεχνεί με εξαιρετική δεξιότητα το πρόσωπο της Κλυταιμνήστρας, ήδη από την παιδική ηλικία και την εφηβεία προσφέροντάς μας μια συνολική εικόνα του χαρακτήρα και της έντονης φυσιογνωμίας, αποκαλύπτοντας δηλαδή μια γυναίκα πολύ δυναμική που ξεχωρίζει για την αποφασιστικότητά της. Περιτριγυρίζεται από άντρες που θέλουν τις γυναίκες έρμαιά τους, το ίδιο πράττει άλλωστε και η μητέρα της Λήδα που την συμβουλεύει να μην πηγαίνει ενάντια στις αποφάσεις του πατέρα της του Τυνδάρεω. Σε σχέση με τις αδελφές της δείχνει από την πρώτη στιγμή πως θέλει να πλάσει ένα άλλο μέλλον για τον εαυτό της, να κάνει μια μικρή δική της επανάσταση και να μην υποκύψει στα ανδρικά τερτίπια, είναι όμως κάτι που έχει τη δύναμη να το καταφέρει;
«Δεν θυμάται πολλά από τον γάμο. Ο κόσμος της είναι μουντός, άμορφος, σαν άθαφτη ψυχή, καταδικασμένη να περιφέρεται στον κόσμο των ζωντανών, βουβή και αόρατη. Η μόνη αληθινή αίσθηση είναι το άγγιγμα της Τιμάνδρας και της Ελένης στα χέρια της». Η Κλυταιμνήστρα θα γνωρίσει πολλές απογοητεύσεις, θα γευτεί την απώλεια των παιδιών και του νόμιμου συζύγου της, θα δεχτεί την απαξίωση του Αγαμέμνονα και του περιβάλλοντός του και όμως θα ορθώσει ανάστημα και θα δείξει πως είναι μια γυναίκα που αντέχει, που μπορεί και υπομένει παρά τα ισχυρά χτυπήματα από έναν άντρα που ποτέ δεν την αγάπησε, που την παντρεύτηκε από καθαρό συμφέρον και εκείνη από τη μεριά της μέρα με τη μέρα αύξανε το μίσος της απέναντί του για όλα αυτά που της είχε καταφέρει τόσο άδικα.
Οι αρχαίοι Έλληνες είχαν πολλούς λόγους να ανατρέξουν στην άνωθεν εξήγηση των όσων τους συνέβαιναν και έτσι έπλασαν τους θεούς, τους ημίθεους και όλες τις ιστορίες των μύθων, ιστοριών δηλαδή που οι άνθρωποι έχουν ανάγκη να αφηγούνται για να εξηγούν τα πολλές φορές ανεξήγητα και δυσερμήνευτα. Η ελληνική μυθολογία είναι “προϊόν” δύο βασικών λόγων που αξίζει να αναφερθούν. Ο πρώτος λόγος είναι πως οι αρχαίοι Έλληνες, όντας ένας λαός με πληθώρα εμπορικών συναλλαγών στην ευρύτερη περιοχή και πάντα ανοιχτοί και φιλικοί σε φροντίδα των ξένων επισκεπτών που έρχονταν σε διάφορες ελληνικές πόλεις ήρθαν σε επαφή με πολλούς λαούς κυρίως στην Μεσόγειο, την θάλασσα μας όπως συνηθίζει να λέγεται. Αφενός λοιπόν επηρεασμένοι από τα ταξίδια τους ίσως να γνώρισαν την πανίσχυρη μυθολογία των αρχαίων Αιγυπτίων και να άντλησαν από εκεί στοιχεία για το “χτίσιμο” ενός δικού τους μυθικού κόσμου όπως εμείς τον γνωρίζουμε σήμερα μέσα από τα βιβλία και θαμπωνόμαστε από την ομορφιά του.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Ο δεύτερος λόγος ενδεχομένως να είναι το γεγονός πως οι ίδιοι αντιμετώπιζαν καθημερινά χίλια δύο προβλήματα, αναζητούσαν απαντήσεις σε καίριες ερωτήσεις της ζωής τους, σε φαινόμενα που οι ίδιοι δεν ήταν σε θέση να αποκρυπτογραφήσουν. Είναι η γη επίπεδη ή όχι; Είναι ο κόσμος αυτός που ξέρουμε ή υπάρχει και κάτι πέρα από αυτό που βλέπουμε γύρω μας; Γιατί η γη φέτος δεν έδωσε τους καρπούς που έδωσε τον προηγούμενο χρόνο; Σε τι οφείλεται η καταστροφή συνέπεια μιας καταιγίδας ισχυρής και πως μπορούμε να φυλαχτούμε; Αυτά τα απλά αλλά και πιο περίπλοκα ερωτήματα απασχολούσαν κάθε άνθρωπο ανάλογα με την τάξη του και βέβαια τους φιλοσόφους. Οι απλοί άνθρωποι κυρίως είναι αυτοί που δεν είχαν την επιστημοσύνη και άρα την ικανότητα για αναλύσεις οπότε χρειάζονταν μία ανώτερη δύναμη για να μπορέσουν να ρίξουν φως σε συμβάντα. Δεήσεις, θυσίες, τελετές, χρησμοί και άλλες εκφάνσεις λατρείας όπως η προσφυγή στα περίφημα μαντεία ήταν τα δικά τους μέσα με τα οποία απευθύνονταν στις θεότητες και ζητούσαν μία ανταπόκριση σε φόβους και ανησυχίες.
Το ερώτημα βέβαια που εύλογα τίθεται είναι το εξής: έχει η ελληνική μυθολογία ερείσματα στη σημερινή εποχή; Είναι οι ιστορίες αυτές ικανές ακόμα και σήμερα να μας διδάξουν και να μας αλλάξουν τον τρόπο σκέψης μας; Την απάντηση την δίνει ο πρώην Υπουργός Παιδείας της Γαλλίας και διανοούμενος Luc Ferry στο βιβλίο του “Μαθαίνοντας να ζούμε” όπου ξεδιπλώνει όλη την σοφία που κρύβουν οι μύθοι και μας προσφέρει τη δυνατότητα να ανατρέξουμε σε αυτούς και να διδαχτούμε αλλάζοντας το νόημα της ζωής μας. Εξάλλου, μη λησμονούμε πως η φιλοσοφία που γεννήθηκε στον ελλαδικό χώρο είναι αποτέλεσμα μελέτης και βαθιάς κατανόησης των μύθων αυτών, οι οποίοι παραμένουν συμπερασματικά διαχρονικοί και πλούσιοι σε μαθήματα για την ευζωία και την ευδαιμονία. Η Κλυταιμνήστρα της Κασάτι μας φέρνει πιο κοντά στο να αγαπήσουμε και πάλι την αξεπέραστη ελληνική μυθολογία.
Απόσπασμα από το βιβλίο «Κλυταιμνήστρα»
«Η μνήμη είναι παράξενο πράγμα, μοχθηρό. Όσο περισσότερο θέλει κάποιος να ξεχάσει, τόσο πιο πολύ θυμάται. Σαν τον αρουραίο που ροκανίζει το δέρμα, αργά και επώδυνα – δεν μπορείς να τον αγνοήσεις»