Η Ιταλοκουβανή συγγραφέας Άλμπα ντε Σέσπεντες γεννήθηκε στη Ρώμη το 1911 και πέθανε στο Παρίσι το 1997, υπήρξε κόρη του Κουβανού πρεσβευτή στην Ιταλία και μεγάλωσε σε μια προοδευτική οικογένεια η οποία είχε τη δυνατότητα να της εξασφαλίσει παιδεία και μόρφωση. Στο «Απαγορευμένο τετράδιο» η Σέσπεντες υπογράφει μια μαρτυρία για μια ιστορική εποχή μέσα από την απεικόνιση της ζωής μιας γυναίκας της δεκαετίας του ‘50, πνιγμένης από τους κώδικες αξιών και τις νοοτροπίες της αστικής ζωής, η οποία αποφασίζει να καταγράψει τις σκέψεις και τα συναισθήματα της σε ένα μαύρο τετράδιο, κρυφά αγορασμένο από κάποιο καπνοπωλείο μια Κυριακή, μέρα που το καπνοπωλείο απαγορεύεται να πουλήσει οτιδήποτε άλλο πέρα από καπνό.

Το τετράδιο γίνεται σταδιακά η προέκταση της ψυχής της, μια απαγορευμένη ελπίδα για όνειρα και φιλοδοξίες, μια ανάσα ζωής για τη γυναίκα αυτή, τη Βαλέρια, που γνωρίζει καλά ότι η ζωή της είναι γεμάτη μιζέρια, παγιδευμένη σε έναν οικογενειακό ιστό που απομυζά την ατομικότητά της. Το τετράδιό της θα γίνει η αφετηρία μιας προσωπικής άνοιξης, καθώς, σημειώνοντας εκεί ό,τι θεωρεί άξιο να μνημονευτεί, αντικρίζει στις σελίδες του το μάταιο της δικής της αφοσίωσης στην οικογένεια, την ασφυκτική αίσθηση καθήκοντος απέναντι της, τις συγκρουσιακές σχέσεις που αναπτύσσονται στους κόλπους της, τις συγκινητικές και επικριτικές διακυμάνσεις των σχέσεών της με τα παιδιά της και τον άντρα της, τη σεξουαλικότητα και τον χαμένο ρομαντισμό, τις οικονομικές συνθήκες που την αναγκάζουν πέρα από νοικοκυρά να είναι και εργαζόμενη.

Η Σέσπεντες καταρρίπτει με δύναμη κάθε εύθραυστη ισορροπία στη ζωή της ηρωίδας της. Φέρνει στην επιφάνεια όλα όσα ματαιώνουν την προσωπική επιτυχία μιας γυναίκας και φανερώνει όλα όσα κρύβονται πίσω από την καλογυαλισμένη επιφάνεια της οικογενειακής ευμάρειας. Μόνο που η Βαλέρια πρέπει να επινοεί κρυψώνες κάθε φορά για το τετράδιό της, αρνείται να το αφήσει άθυρμα στα χέρια των υπολοίπων μελών της οικογένειάς της, θέλει να διατηρήσει κρυφή αυτή της τη δραστηριότητα με κάθε τρόπο, προφυλάσσοντας επί της ουσίας την ίδια της την ταυτοτική συνείδηση και το γεγονός αυτό τις δημιουργεί φοβίες και ενδοιασμούς.

Το μυθιστόρημα είναι έτσι δομημένο που θυμίζει ημερολόγιο καταγραφής της γυναικείας εναντίωσης στις πατριαρχικές δομές μιας κοινωνίας. Η πάλη της Βαλέρια με τις επικρατούσες έμφυλες κοινωνικές αξίες γίνονται αυτοσκοπός και η γραφή ο τρόπος της νεαρής γυναίκας να συνομιλήσει αρχικά με τον εσώτερο εαυτό της και ύστερα με το περιβάλλον της, να αντιμετωπίσει τον συμβατικό γάμο της, τα παιδιά της, τις επιλογές της ζωής της που την κρατούν δέσμια των παρελθοντικών προϋποθέσεων ενόσω η νέα τάξη πραγμάτων που αναφαίνεται μέσα από την άνοδο του φεμινιστικού κινήματος την καλεί. Γι’ αυτόν τον λόγο εμφανιζόμενο στην αγορά, πρώτα ως συνέχειες και ύστερα ως βιβλίο, το «Απαγορευμένο τετράδιο» θα πρέπει να λειτούργησε παρεμβατικά στη λιμνάζουσα για τη γυναικεία υπόσταση εποχή και να έκανε αίσθηση.

Η Σέσπεντες φέρνει καλά στο προσκήνιο τη γυναικεία ανάγκη για αυτοδιάθεση και ανέλιξη και η γραφή παίζει πρωταρχικό ρόλο στην ανάπλαση της ψυχής. Γίνεται το εφαλτήριο μιας παράνομης διαδικασίας και ταυτόχρονα γίνεται το αντιστύλι μιας γυναίκας στη μοναξιά, στο πέρασμα του χρόνου, στις ματαιωμένες φιλοδοξίες και στις επιθυμίες που καταπιέστηκαν. Ένας μικρόκοσμος που θα αποτελέσει το μελλοντικό σύμπαν της Βαλέριας στο μικροαστικό κοινωνικό πλαίσιο της δεκαετίας του ’50 στο οποίο ζει.

Η ίδια αναγνωρίζει πρώτη από όλους την καταλυτική δύναμη του ημερολογίου στη ζωή της και από την πρώτη στιγμή, στην εναρκτήρια φράση του βιβλίου, ομολογεί πως: «Κακώς αγόρασα αυτό το τετράδιο, πολύ κακώς. Ωστόσο είναι πια πολύ αργά για να το μετανιώσω, η ζημιά έχει γίνει». Κι αυτό επειδή φοβάται και η ίδια τις αλήθειες και τις ενδόμυχες σκέψεις που θα καταγράψει στις σελίδες του. Το τετράδιο γίνεται μια απειλή. Πρέπει να το κρύψει από τον άντρα της και τα παιδιά της, η ασφάλειά της είναι πλέον επισφαλής, το ίδιο το σπίτι της δεν της εξασφαλίζει κανενός είδους ιδιωτικότητα και αυτή η διαπίστωση την πονά περισσότερο όσο την κατακλύζει ο φόβος να μην ανακαλύψουν τις σκέψεις της ο άντρας της και τα παιδιά της. Η γυναίκα που επί χρόνια έχει μεταβληθεί μόνο σε σύζυγος και μητέρα ανακαλύπτει εκ νέου την ανάγκη να είναι ο εαυτός της. Κι έτσι η γραφή μετατρέπεται στη μέγιστη επανάσταση της. Η εξέγερση έχει γεννηθεί. Η ισορροπία διαταράσσεται, καθώς «μεταβάλλεται εντός της ο ρυθμός του κόσμου». Τίποτα πια δεν θα είναι ξανά το ίδιο, αφού μέσω της γραφής θα ανακαλύψει για πρώτη φορά τον εαυτό της και τις δικές της ανάγκες.

Γραμμένο με ρεαλισμό και ρέουσα γλωσσική αγωγή, το βιβλίο αυτό είναι ένα καυστικό μανιφέστο για τις έμφυλες ισορροπίες και αξίες της ζωής. Ο Σταύρος Παπασταύρου υπογράφει με επιτυχία τη μετάφραση.

Διαβάστε επίσης:

Άλμπα ντε Σέσπεντες – Απαγορευμένο τετράδιο: Ένα αριστουργηματικό βιβλίο της προφεμινιστικής γενιάς