Η αλληλογραφία του Φραντς Κάφκα με τη Μίλενα Γέσενσκα άρχισε το 1920, όταν εκείνη μετέφραζε στα τσέχικα τα πρώτα σύντομα διηγήματά του. Η επαγγελματική σχέση τους σύντομα μετατράπηκε σε φλογερό έρωτα που διήρκεσε ως το 1923. Η νεαρή τότε Τσέχα μεταφράστρια τον θαύμαζε και είχε εκτιμήσει τη μεγαλοφυΐα του πολύ πριν από τους περισσότερους ανθρώπους του περιβάλλοντός τους. Και εκείνος της εμπιστεύτηκε τα ημερολόγιά του ξεγυμνώνοντας μπροστά της την καρδιά και τη συνείδησή του.

Τα γράμματα αυτά κατέχουν ιδιαίτερη θέση στην πλούσια αλληλογραφία του Κάφκα. Είναι ακριβή στη διατύπωσή τους και άψογα στον συμβολισμό τους. Μεστά από ανθρώπινο μεγαλείο αλλά και αδυναμία, πάθος αλλά και δειλία, μαρτυρούν μια συνταρακτική ιστορία αγάπης που παρέμεινε επί της ουσίας σχέση δι’ αλληλογραφίας.

Φραντς Κάφκα

Ο Φραντς Κάφκα γεννήθηκε στην Πράγα το 1883. Ήταν γιος πλούσιου Εβραιο-Τσέχου εμπόρου. Ύστερα από σύντομες σπουδές στη φιλολογία και στην ιατρική, στράφηκε στα νομικά. Στην Πράγα πήρε και το διδακτορικό του κι έπιασε δουλειά σε μια ασφαλιστική εταιρία, ενώ αργότερα εργάστηκε στο ημικρατικό Ίδρυμα Ασφάλισης Εργατικών Ατυχημάτων. Στο γράψιμο αφοσιώθηκε τα τελευταία χρόνια της ζωής του. Το 1914 αρραβωνιάστηκε, αλλά διέλυσε τον αρραβώνα επειδή ένιωθε ανίκανος να αντιμετωπίσει τον γάμο.

Άλλη μια απόπειρά του να παντρευτεί κατέληξε σε αποτυχία, αφού έγινε αντιληπτό ότι έπασχε από φυματίωση και μπήκε σε σανατόριο. Οι άτυχοι έρωτές του, η κακή σχέση με τον πατέρα του − έναν αυτοδημιούργητο άντρα που δεν έδειχνε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις λογοτεχνικές φιλοδοξίες του γιου του − και η σχεδόν ψυχοπαθητική ευαισθησία του έκαναν την υγεία του να κλονιστεί. Το τελευταίο χτύπημα έδωσαν τα «χρόνια της πείνας» που πέρασε στο Βερολίνο μετά το 1918. Πέθανε το 1924.

Αν και Τσέχος, ο Κάφκα έγραψε όλα τα βιβλία του στα γερμανικά. Εφτά από αυτά εκδόθηκαν όσο ζούσε. Από τις εκδόσεις Κέδρος κυκλοφορούν σε μετάφραση Αλέξανδρου Κοτζιά, Η δίκη και Ο πύργος και σε μετάφραση Τέας Ανεμογιάννη, τα Γράμματα στη Μίλενα.