Η λογοτεχνία δεν μπόρεσε να σώσει τον Κάφκα. Θα φύγει από τη ζωή νέος, ρημαγμένος εσωτερικά από το ανέφικτο της γαλήνης, την αδυναμία να βρεθεί πραγματικά κοντά σε όσα και όσους αγάπησε, τις αμφιβολίες για τα γραπτά του, πρωτίστως για τον εαυτό του. Πεπεισμένος πως το λογοτεχνικό του αποτύπωμα είναι αμελητέο, ο Κάφκα αφήνει ρητή εντολή να καταστραφούν όλα του τα γραπτά, ελπίζοντας ίσως πως μαζί τους θα διαλυθούν οι φόβοι και οι ματαιώσεις που τα είχαν υπαγορεύσει.

Μια ασφυκτική αμφιβολία δονεί υπόγεια κάθε σελίδα του Κάφκα ακόμα και στις πιο εύθυμες στιγμές της τέχνης του. Αυτήν την αμφιβολία και ματαίωση αντανακλούν οι τρεις αφηγήσεις που ανθολογούνται στην παρούσα έκδοση. Αν η Σωφρονιστική Αποικία μπορεί να διαβαστεί ως μια παραβολή για την εξουσία που μολύνει ύπουλα τις ανθρώπινες σχέσεις –καθέτως και οριζοντίως– ακυρώνοντας κάθε απόπειρα επικοινωνίας, κατανόησης, συγχώρεσης και οίκτου, ο Καλλιτέχνης της Πείνας και η Ζοζεφίνα, οι έσχατες λογοτεχνικές του δημιουργίες, αντανακλούν με διαύγεια τις βασανιστικές σκέψεις που τον κατατρύχουν λίγο πριν το τέλος.

[Από το Σημείωμα του μεταφραστή]

UNGEZIEFER: Ο Κάφκα είναι ένας παραβολέας – ένα αφηγηματικό παράσιτο που μπαίνει στο μυαλό σου και μιλάει πάνω στα λόγια της ηθικής σου συνείδησης: πάνω στον Γιαχβέ, πάνω στον Χριστό, πάνω στον Καντ, πάνω στον Ρουσό. Ο Κάφκα μιλάει ακόμη και πάνω στον Κάφκα, επιμένοντας πως ο Κάφκα δεν μίλησε ποτέ – διότι τα ακατάλληλα για θυσία μιαρά έντομα δεν μιλούνε ποτέ.

Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΕΣΥ: Ο Κάφκα είναι από μόνος του ένα λογοτεχνικό είδος. Το είδος αυτό είναι μια σειρά από βιβλικής φόρμας παραδειγματικές παραβολές που ωστόσο δεν αποσκοπούν στη διδαχή – δεν διδάσκουν διότι δεν υπάρχει ούτε δάσκαλος, ούτε θρανίο, ούτε σχολείο, ούτε μαυροπίνακας. Υπάρχει ένας καθρέφτης γύρω σου και το μαρτύριο είναι ότι δεν ξέρεις σε ποια πλευρά του καθρέφτη είναι ο αληθινός σου εαυτός, ο -αληθινός εσύ-.

ΟΝΟΜΑΣΙΑ: Ας ονομάσουμε αυτήν τη διδαχή που δεν διδάσκει -αποδιδαχή-. Αυτό είναι το είδος του Κάφκα.

[Από το Επίμετρο του βιβλίου]