Το έργο

Όταν, πριν από 20 χρόνια, είδα στον κινηματογράφο το Dogville, δύο πράγματα χαράχτηκαν στη μνήμη μου: το πρώτο ήταν η έντονα θεατρική σκηνοθεσία του Lars von Trier και το δεύτερο, οι βάναυσες ανθρώπινες συμπεριφορές που παρουσίαζε ο Δανός σκηνοθέτης. Με πολύ ενδιαφέρον προσήλθα στο θέατρο για να παρακολουθήσω τη σκηνική του μεταφορά και οφείλω να ομολογήσω ότι το αποτέλεσμα με αποζημίωσε πλήρως. Η Λίλλυ Μελεμέ κατάφερε να αναδείξει τα θέματα που θίγει το συγκεκριμένο έργο φωτίζοντας διαχρονικές και πανανθρώπινες συμπεριφορές. Ακολουθώντας την οδό του επικού θεάτρου και της μπρεχτικής αποστασιοποίησης, η σκηνοθέτις παρουσίασε τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα που συμβαίνουν σε μια κοινωνία πετυχαίνοντας να προβληματίσει το κοινό της, και όχι να το συγκινήσει με θεατρικές ευκολίες.

Περίληψη – Δραματουργική ανάλυση

Η Γκρέις φτάνει σε ένα μικρό χωριό της Αμερικής, το Dogville, κυνηγημένη από κάποιον άνδρα. Ο Τομ, ένας νέος που ζει εκεί, την κρύβει, λέγοντας παράλληλα ψέματα στον μεσήλικο άνδρα που την κυνηγάει. Ο Τομ προσπαθεί να πείσει τους συγχωριανούς του να αφήσουν την Γκρέις να μείνει μαζί τους, στο μέρος που ο ίδιος περιγράφει σαν έναν μικρό παράδεισο επί Γης. Μετά από πολλή προσπάθεια, τα καταφέρνει και δίνεται καταφύγιο στην Γκρέις, υπό την προϋπόθεση ότι θα κάνει θελήματα και θα βοηθάει όλους τους κατοίκους, με δοκιμαστική περίοδο δύο εβδομάδων. Μετά από αυτό το διάστημα, το χωριό καλείται να αποφασίσει εκ νέου για την τύχη της κοπέλας. Όλοι δέχονται να παραμείνει, και μάλιστα αρχίζουν να την πληρώνουν για τις δουλειές που κάνει πλέον, ενώ με το μισθό της τής παραχωρούν και μια μικρή κάμαρα για να μένει. Σταδιακά δηλαδή έχουν αρχίσει να την κάνουν μία από αυτούς. Ως τη στιγμή που η αστυνομία ανακοινώνει ότι την αναζητά επ’ αμοιβή. Θορυβημένοι οι άνθρωποι του Dogville, αποφασίζουν, ότι επειδή διακυβεύουν πολύ περισσότερα λέγοντας ψέματα στην αστυνομία και κρύβοντας την Γκρέις, θα πρέπει η κοπέλα να δουλεύει περισσότερο και για λιγότερα χρήματα. Η Γκρέις δέχεται και πάλι, μόνον που πλέον η ανάγκη της γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από τους ηθικούς κατοίκους του Dogville, οι οποίοι είναι καλοί χριστιανοί και καλοί οικογενειάρχες. Αυτοί οι «οικογενειάρχες» και «ευυπόληπτοι» κάτοικοι αρχίζουν να κακοποιούν, να εκμεταλλεύονται και να κακομεταχειρίζονται την Γκρέις, μέχρι που την αλυσοδένουν σαν σκυλί. Η αλτρουίστρια και αιθεροβάμων Γκρέις έρχεται αντιμέτωπη με το χειρότερο πρόσωπο των ανθρώπων, αυτό της εξουσίας.

Το Dogville, σε αντίθεση με όσα έλεγε ο Τομ, δεν είναι ένας επίγειος παράδεισος, αλλά η αληθινή κόλαση.

Η Γκρέις, όπως ομολογεί και το όνομά της (=χάρη), φτάνει στο Dogville, σαν άλλη σύγχρονη και θηλυκή Μεσσίας για να σώσει τους ανθρώπους. Υπομένει με στωικότητα και καρτερία τα βασανιστήρια και τις δοκιμασίες στα οποία την υποβάλλουν οι συνάνθρωποί της, χωρίς όμως να υπάρξει η παραμικρή πιθανότητα αλλαγής τους. Αντιθέτως, όλοι προσπαθούν να κάνουν την Γκρέις σαν αυτούς, δηλαδή ανήθικη, ζηλόφθονη και εκμεταλλεύτρια. Συνηθισμένοι να ζουν στα ψέματα και τις ατιμίες τους, καταφέρνουν να μολύνουν το μοναδικό λουλούδι που άνθισε και ομόρφυνε τον τόπο τους, την Γκρέις.

Η Γκρέις στο τέλος αποδεικνύεται περισσότερο πραγματίστρια από τον Ιησού Χριστό. Συνειδητοποιώντας ότι στους ανθρώπους τελικά πρέπει να δίνεις αυτό που μπορούν, δολοφονεί τον Τομ (και μαζί του κάθε ελπίδα για αγνή αγάπη), ενώ πυρπολεί όλο το χωριό μαζί με τους κατοίκους του.

Η ελπίδα πλέον έχει πεθάνει για το ανθρώπινο είδος.

Η σκηνοθεσία

Η Λ. Μελεμέ πέτυχε να σχολιάσει τα τεκταινόμενα, τόσο σε τοπική, όσο και σε παγκόσμια κλίμακα, αποδεικνύοντας ότι η θεματολογία του Trier είναι σήμερα εξίσου, ίσως και περισσότερο, επίκαιρη όσο και στις αρχές του 21ου αιώνα. Η ανθρώπινη εκμετάλλευση και υποκρισία, η γυναικεία κακοποίηση, η ψευδαίσθηση της εξουσίας και οι συνέπειές της είναι μερικά μόνον από τα θέματα που θίγονται. Χωρίς ίχνος επίκλησης στο συναίσθημα, η σκηνοθέτις κατάφερε να κερδίσει το ενδιαφέρον και την προσοχή του κοινού προκειμένου να προβληματίσει αναφορικά με τις σύγχρονες κοινωνίες και τη λειτουργία τους. Αποφεύγοντας τις υπερβολές και κρατώντας το μέτρο, με έναν τόσο γρήγορο, όσο χρειάζεται, ρυθμό, η Λ. Μελεμέ μίλησε για όλα όσα αφορούν στην κοινωνία στις μέρες μας.

Οι ηθοποιοί

Σημαντικό όπλο στη σκηνοθετική φαρέτρα υπήρξαν οι ηθοποιοί. Αρχικά, ο Στέλιος Μάινας, ο οποίος με μέτρο, χωρίς βερμπαλισμούς ή ευκολίες, απέδειξε ότι διαθέτει στόφα εξαιρετικού ηθοποιού. Αναλαμβάνοντας διάφορους ρόλους, υποδύθηκε κυρίως τον Πατέρα, δείχνοντας ότι φιλεύσπλαχνος πατέρας είναι επίσης ο ρεαλιστής και κυνικός, αυτός που προστατεύει το παιδί του από τους υπόλοιπους, αφού ο Πατέρας όλων των θνητών μάς έχει πλέον εγκαταλείψει. Υπέροχη ήταν η Έλλη Τρίγγου, η οποία με απροσποίητη φυσικότητα απέδωσε το ρόλο του σύγχρονου θεανθρώπου που θυσιάζεται, χωρίς ελπίδα, για το ανθρώπινο γένος. Πολύ καλή επίσης η Νικολέττα Βλαβιανού, η οποία απέδειξε ότι είναι μια γνήσια κωμική ηθοποιός, αποδίδοντας όμως εξαιρετικά και την μύχια τραγικότητα της ηρωίδας της. Ο Βαγγέλης Αλεξανδρής ξεχώρισε με τη φυσικότητα του στη σκηνή, ενώ πολύ καλοί ήταν επίσης ο Αλέξανδρος Μαυρόπουλος και ο Πάρης Λεόντιος που απέδωσαν την αλήθεια της βασανισμένης τους ψυχής και του μυαλού τους. Πολύ καλοί επίσης ήταν ο Ανδρέας Νάτσιος και η Φωτεινή Παχριστοπούλου. Ο Θοδωρής Κατσαφάδος πέτυχε να μεταμορφωθεί από καλοκάγαθος ηλικιωμένος σε έναν σάτυρο, αποδεικνύοντας την υποκριτική του δεινότητα. Καλή τέλος και η Νίνα Έππα.

Λοιποί Συντελεστές

Η μετάφραση του Αντώνη Γαλέου παρέδωσε ένα κείμενο ταυτόχρονα οικείο, αλλά και εξαιρετικά σύγχρονο, χωρίς επεμβάσεις ή αλλοιώσεις στο αρχικό έργο. Τα λιτά και λειτουργικά κοστούμια (Βασιλική Σύρμα) και σκηνικά (Θάλεια Μέλισσα) εξυπηρέτησαν τη σκηνοθετική γραμμή, τοποθετώντας την ιστορία σε ένα άχρονο και δυστοπικό μέρος. Η κινησιολογική επιμέλεια (Κική Μπάκα) επίσης συνέβαλε στον πολύ καλό ρυθμό της παράστασης. Τέλος, οι φωτισμοί (Μελίνα Μάσχα) μολονότι καλοί και απολύτως λειτουργικοί, υπογραμμίζοντας συναισθήματα και καταστάσεις, κάποιες φορές έμοιαζαν έκκεντροι.

Επιλογικά

Η παράσταση του Dogville που ανεβαίνει στην Αθήνα μοιάζει πιο επίκαιρη από ποτέ. Καλοστημένη, με πολύ καλές ερμηνείες και σημαντικά μηνύματα δύναται να τοποθετηθεί μεταξύ των πιο ενδιαφερόντων παραστάσεων του φετινού χειμώνα. Η Λ. Μελεμέ ακολούθησε με μοναδική συνέπεια τις μπρεχτικές αρχές του επικού θεάτρου και δημιούργησε ένα θεατρικό σύμπαν το οποίο μιλάει απευθείας στον καθένα από τους θεατές και σε όλους μαζί, συνολικά.

Διαβάστε επίσης: 

Dogville, του Λαρς Φον Τρίερ σε σκηνοθεσία Λίλλυς Μελεμέ στο θέατρο Νέος Ακάδημος