Η gallery genesis παρουσιάζει την έκθεση ζωγραφικής του Τίμο Μπατινάκη, με τίτλο “Εν προόδω”, σε επιμέλεια της Ίριδας Κρητικού.
 
 
Εν προόδω: το μοντέλο και ο καλλιτέχνης του

Οι ώρες και οι ημέρες που αντιστοιχούν στις μικρές στοίβες σχεδίων που απλώνονται στο δάπεδο του εργαστηρίου του Τίμου Μπατινάκη, παραπέμπουν σε έναν φρενήρη δημιουργικό ρυθμό, όπου η εμμονή της γραμμής και η αγάπη για την ακρίβεια συνδιαλέγονται έξοχα με εκείνα που το βλέμμα του ζωγράφου μόλις θωπεύει και που ο θεατής καλείται απλά να μαντέψει.

Αρκετά χρόνια μετά την ολοκλήρωσή της, η ενότητα αυτή των σχεδίων που δημιουργήθηκε χωρίς σχέδιο για την άσκηση και την τέρψη του ίδιου του ζωγράφου, πρωτοβλέπει το φως ψιθυρίζοντάς μας αναπόφευκτα τα ονόματα του Peter Paul Rubens και του Antoine Watteau, την αδυναμία στους οποίους διόλου δεν κρύβει. Βλέποντας σήμερα εκθέσεις με τα περίφημα σχέδια του Rubens, σημειώνει ο μελετητής του John A. Parks, «πρέπει πρωτίστως να θυμόμαστε ότι ο ίδιος ποτέ δεν τα έκανε για να τα παρουσιάσει: τα σχέδια ωστόσο αυτά, είτε επρόκειτο για τα εκατοντάδες αντίγραφα των έργων του Tobias Stimmer και του Hans Holbein, είτε επρόκειτο για τα μεταγενέστερα ελεύθερα σχέδια του ζωγράφου με αφετηρία τα αριστουργήματα του Tiziano, του Michelangelo και του Raphael, δημιουργήθηκαν ως μία προσωπική εικονογραφική αρχειοθήκη, μια τράπεζα πληροφοριών για μεταγενέστερη χρήση». Με αντίστοιχο τρόπο ο Watteau, χρησιμοποιώντας διαφορετικά χρώματα κιμωλίας και επιλέγοντας διαφορετικές τονικότητες χαρτιού για να πλάσει τη γυμνή σάρκα, γέμιζε μπλοκ σχεδίων με αυθόρμητες σπουδές μοντέλων σε πόζα, με την επιθυμία να τις χρησιμοποιήσει αργότερα.

Δουλεύοντας με το ίδιο γυναικείο μοντέλο καθημερινά εκ του φυσικού για δύο περίπου χρόνια και επιλέγοντας το γοργό σχέδιο ως τακτική ανάπαυλα από την αργή διαδικασία της ζωγραφικής σε καμβά, ο Μπατινάκης δημιουργεί έναν εκθαμβωτικό αθόρυβο κόσμο που κατοικεί ανάμεσα στον μπαρόκ και τον ενεστώτα χρόνο, που υφαίνεται με σπάνιες χροιές και τονικότητες, με έξεργες πλαστικές φόρμες και στέρεες αισθητικές ποιότητες.

Σχεδιάζοντας άλλοτε επάνω σε χειροποίητο χαρτί και χαρτί ακουαρέλας και άλλοτε σε αδρό στρατσόχαρτο, έχοντας ως ευκίνητα εφόδια το μολύβι ή το κάρβουνο, τη σαγκίνα, τη λευκή κιμωλία και τα soft pastel και αποζητώντας την πρωτογενή ομορφιά της φόρμας αλλά αποτάσσοντας την καλλιέπειά της, ο ζωγράφος ανιχνεύει τις ανεπαίσθητες κινήσεις των μελών και τις βραχύνσεις του σώματος, τις ελαφρές συστροφές του κεφαλιού και του βλέμματος ή τις απαλές μετατοπίσεις της κόμης, επιτυγχάνοντας να τις αυτονομίσει σχεδόν από τη δισδιάστατη επιφάνεια, να αιχμαλωτίσει τα χνώτα, τα φώτα και τις σκιάσεις του έκπαγλου γυμνού τους στερεώματος, εμφυσώντας συναρπαστικούς νέους ρυθμούς σε οικείες σχεδιαστικές λύσεις.

Ίρις Κρητικού