Elvedon ονομάζεται η δουλειά του Χρήστου Παπαδόπουλου που θα παρουσιαστεί στο Θέατρο Πόρτα από τις 2 Μαρτίου 2015 και για 5 μόνο παραστάσεις, κάθε Δευτέρα στις 21.15.
H δεύτερη παράσταση του χοροθεατρικού κύκλου του Θεάτρου Πόρτα βασίζεται στο μυθιστόρημα της Βιρτζίνια Γουλφ «Τα κύματα».
Η ζωή έξι φίλων από τα παιδικά τους χρόνια μέχρι προχωρημένη ηλικία. Έξι ιστορίες, έξι διαφορετικές οπτικές της πραγματικότητας μέσα σε έναν κόσμο μεγάλο, ρευστό και αεικίνητο σαν τα «κύματα» της θάλασσας.
Το κύριο στοιχείο από το έργο της Γουλφ που αποτελεί έμπνευση και θεματική της παράστασης, είναι η διαρκής συμπαντική ροή του χρόνου: μια πανίσχυρη δύναμη αλλαγής που ορίζει έναν κόσμο διαρκώς μεταβαλλόμενο όπου γέννηση και θάνατος, έρωτας και φιλία, ατομικό και κοινωνικό αποτελούν ενοποιημένη συνέχεια, καθώς και την έκφανση μιας αδιατάρακτης νομοτέλειας.
ΜΗΝ ΧΑΣΕΙΣ!
Η έννοια αυτή της διαρκούς ροής αποτελεί τον πυρήνα της παράστασης,όπου η κίνηση μέσα απο την επανάληψη και τη σταδιάκη οργανική εξέλιξή της, αποτελεί τον βασικό τρόπο αφήγησης.
Χορογραφία Χρήστος Παπαδόπουλος
Μουσική Coti K
Κοστούμια Παναγιώτα Κοκκoρού
Φωτισμοί Νίκος Βλασσόπουλος
Βοηθοί χορογράφου Κατερίνα Σπυροπούλου, Χαρά Κότσαλη
Χορεύουν Ιωάννα Παρασκευοπούλου, Ερμής Μαλκότσης, Χαρά Κότσαλη, Νώντας Δαμόπουλος, Αλέξανδρος Βαρδαξόγλου, Νάντη Γώγουλου
Φωτογραφίες-Βίντεο: Πάτροκλος Σκαφίδας
Διάρκεια: 60 λεπτά
Για το έργο
Τα «Κύματα» είναι, όπως τα αποκαλούσε η ίδια η Virginia Woolf, μια «σύσκεψη» έξι φωνών. Μια ιστορία που πραγματεύεται τόσο τη συνέχεια όσο και τη διαφορετικότητα, τόσο την αστάθεια όσο και την αφοσίωση στον εαυτό μας και στη φιλία: «Γεννιόμαστε και παραμένουμε διαφορετικοί, για πάντα.» Είναι η καταγραφή έξι χαρακτήρων που προσπαθούν να πουν «είμαι αυτό, είμαι εκείνο», μα είναι ταυτόχρονα και μια απόδειξη της κοινής τους ταυτότητας.
Στην ουσία είναι ένα συμβατικό αφηγηματικό τόξο που ξεκινά από τις συνυφασμένες ζωές τους στην παιδική ηλικία, περνά μέσα από την πρώτη αναγνώριση της ατομικότητας του καθενός, στην εφηβεία, στην ενηλικίωση, στη μέση ηλικία: συναντιούνται, χωρίζουν, αγαπούν και αγαπιούνται, γίνονται γονείς, γερνούν, θρηνούν. Ωστόσο όλη η δουλειά σ’ αυτό το έργο (και η απεικόνιση της φιλίας) βασίζεται όχι τόσο στην πλοκή, όσο στον ρυθμό και στις εικόνες που επανέρχονται στις έξι φωνές: το πτερύγιο ενός ψαριού, μακριά στο βάθος της θάλασσας, οι αναδυόμενοι αφροί, τα χρυσόψαρα, εικόνες κυκλικές και ευθύγραμμες, το συλλογικό και το «Εγώ…. Εγώ…» που ηχούν ξανά και ξανά, όπως τα κύματα που υψώνονται από τον ωκεανό και σκάνε στην ακτή. Ίσως είναι η Virginia Woolf που μιλά μέσω του Bernard προς το τέλος του έργου όταν γράφει: «Πόσο δύσκολο να τους ταξινομήσεις σωστά: να αποκόψεις τον καθένα ξεχωριστά, ή να δώσεις την εικόνα του όλου… όπως η μουσική».
Ίσως τελικά η Woolf καταφέρνει να πετύχει εκεί όπου ο Bernard αποτυγχάνει, με το να παρατηρεί αυτή τη μουσική, με το να επιτρέπει αυτό το συγχρονισμό: οι έξι τους είναι για πάντα μεμονωμένα άτομα, μόνοι και παρόλα αυτά για πάντα δεμένοι σφιχτά μ’ αυτή την «περιπλανώμενη κλωστή» της συλλογικής τους εμπειρίας, όπως βιώθηκε μέσα από την ποίηση της πρόζας, «που συνέδεε απαλά το ένα πράγμα με το άλλο».
Τα «Κύματα» εκδόθηκαν το 1931 και θεωρούνται ένα από τα αριστουργήματα της Virginia Woolf, ένα έργο διάχυτο από λυρισμό και ανθρωπισμό. Οι κριτικές της εποχής στην εφημερίδα New York Times μιλούσαν για «ποιητική λάμψη»: “Poetic Brilliance in the New Novel By Mrs. Woolf”. Η αρχική πρόθεση της Woolf ήταν να ονομάσει το έργο «Οι νυχτοπεταλούδες (The Moths) αλλά τελικά το μετονόμασε σε «Κύματα» (εξάλλου η Woolf είχε εμμονή με το νερό και τη θάλασσα).
Το έργο γράφτηκε μέσα σε 19 μήνες, από το Σεπτέμβριο του 1929 ως το Φεβρουάριο του 1931 και είναι χαρακτηριστικά τα τελευταία λόγια της Woolf καθώς ολοκληρώνει τη συγγραφή του: «…Έγραψα τις λέξεις “O Death” πριν δεκαπέντε λεπτά, αφού προηγουμένως διατρέχοντας τις τελευταίες δέκα σελίδες βίωσα κάποιες στιγμές τόσης έντασης και μέθης που το μόνο που ένιωθα ήταν να σκοντάφτω πάνω στη φωνή μου ή πολύ περισσότερο πάνω στη φωνή κάποιου ομιλητή (όπως τότε που ήμουν τρελή). Σχεδόν φοβήθηκα ενθυμούμενη τις φωνές που είχα μέσα μου κάποτε. Τέλος πάντων, αυτό ήταν, τέλειωσε: και αυτά τα τελευταία δεκαπέντε λεπτά είμαι σε μια κατάσταση μεγαλοπρέπειας και γαλήνης… Μα πόσο φυσική είναι αυτή η αίσθηση του θριάμβου και της ανακούφισης!…»
Σημείωμα χορογράφου
Το σημαντικότερο που ανάγνωσα στο έργο, πέρα από τις εκφάνσεις της ζωής των ηρώων, είναι η έννοια της ροής του χρόνου μέσα σε αυτές. Ανεξάντλητος και ασταμάτητος. Η ζωή μας είναι κάτι που ξεκινά και κινείται. Δεν έχουμε καμία επιλογή, δεν μπορούμε να σταματήσουμε, να κάνουμε μια παύση, μια ανάπαυλα. Μέσα σε αυτή τη συνθήκη ζούμε.
Αυτή η απλή παραδοχή που υπάρχει διάχυτη μέσα σε όλο το κείμενο της Γουλφ, με γοήτευσε και με ώθησε να το κάνω παράσταση χορού.
Τα κύματα έχουν έναν σταθερό ρυθμό, ρυθμολογία, επαναληπτικότητα. Και είναι ο συντονισμός αυτού του ρυθμού με τον ρυθμό μέσα μας που κάνει τη στιγμή που στεκόμαστε απεναντί τους πολύτιμη. Η ενατένιση με την ενδοσκόπηση άρρηκτα δεμένες. Η στιγμή που το μυαλό μας είναι ενεργό, καθαρό και ελεύθερο. Αυτή η στιγμή με ενδιαφέρει. Το στοίχημα να δημιουργήσεις ένα έργο που να αφηγείται λίγα ενώ παράλληλα να επιτρέπει στο κοινό να σκεφτεί και να νιώσει πολλά περισσότερα.
Χρήστος Παπαδόπουλος
Λίγα λόγια για τον χορογράφο
Ο Χρήστος Παπαδόπουλος γεννήθηκε στη Νεμέα. Σπούδασε χορό και χορογραφία στο SNDO (School for New Dance Development Holland), θέατρο στη δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και πολιτικές επιστήμες στο Πάντειο πανεπιστήμιο. Έχει παρουσιάσει τις προσωπικές δουλειές “De Perdidos”, ”Gandau” και “Counter Reset” (Melkweg Τheater Amsterdam). Σαν χορευτής έχει συνεργαστεί με τους Δημήτρη Παπαϊωάννου, Φώτη Νικολάου, Μαριέλλα Νέστορα, Alexandra Waierstall Noema dance company, Kirstin Andersen WEGO Company, Robert Stein, Ria Higler. Ως χορογράφος έχει συνεργαστεί στο θέατρο με τους Θωμά Μοσχόπουλο, Γιάννη Καλαβριανό, Γιάννη Κακλέα, Βασίλη Νικολαΐδη, Βασίλη Μαυρογεωργίου, Κώστα Γάκη. Μέλος της χορογραφικής ομάδας των τελετών έναρξης και λήξης των Ολυμπιακών αγώνων Αθήνα 2004.