«Ουρανός Κατακόκκινος: Χρόνος Πριν, Χρόνος Μετά» είναι ο τίτλος της παράστασης που παρουσιάζεται στο Bios σε σύλληψη, σκηνοθεσία και δραματουργική επεξεργασία Ελένης Παργινού. Ηπαράσταση αντλεί έμπνευση από το συγγραφικό σύμπαν της Λούλας Αναγνωστάκη και με τη χρήση νέων μέσων αφηγείται την ιστορία της Σοφίας Αποστόλου, της ηρωίδας του ομώνυμου έργου, που ισορροπεί αριστοτεχνικά στα μεταιχμιακά δίπολα της συγγραφέως. Η Σοφία Αποστόλου μοιάζει να αρθρώνεται ανάμεσα στο συλλογικό και το προσωπικό, το ιδιωτικό και το δημόσιο, την προσδοκία και την απελπισία, ανάμεσα σ’ ένα παρελθόν και ένα παρόν, ένα διαρκές μέσα-έξω όπου το ένα επιδρά στην ουσία του άλλου. Ένα πρόσωπο-σύμβολο μιας προσωπικής/συλλογικής πληγής που προσπαθεί να βρει την ακολουθία της σ’ ένα ασαφές σήμερα.

***

-Τι σας έκανε να στραφείτε στο έργο της Λούλας Αναγνωστάκη;

Τα τελευταία ένα με δύο χρόνια, βρισκόμασταν ήδη σε ερευνητική καλλιτεχνική διαδικασία γύρω από την δραματουργία της Λ. Αναγνωστάκη, οπότε η συγκεκριμένη παράσταση έρχεται μάλλον σαν συνέχεια της προηγούμενης διαδικασίας. Το συγκεκριμένο έργο, μοναδικός μονόλογος της συγγραφέως αποτέλεσε για εμάς, καμβά στον οποίο συμπυκνώνονται χαρακτηριστικά στοιχεία της δραματουργίας της συγγραφέως και έτσι αποφασίσαμε να το επιλέξουμε.

-Πώς θα περιγράφατε τη δική σας παρέμβαση στο «σύμπαν» της; Και τι νέα μέσα έχετε “επιστρατεύσει” για το ανέβασμα στο BIOS exploring urban culture;

Ήταν ζητούμενο ν’ ανοίξουμε μία δημιουργική συνομιλία με το έργο αλλά και το συγγραφικό σύμπαν της Λ. Αναγνωστάκη συνολικότερα, επιδιώκοντας μ’ αυτόν τον τρόπο να δουλέψουμε από την μια πάνω στην σκηνική γλώσσα που προσπαθήσαμε ν’ αρθρώσουμε και από την άλλη να εστιάσουμε σε έννοιες και ζητήματα από το έργο της που επιλέξαμε να φωτίσουμε. Η χρήση νέων μέσων ήχου και εικόνας εξυπηρέτησαν τόσο την μια και την άλλη κατεύθυνση επί μέρους, όσο λειτούργησαν και αλληλεπιδραστικά προτείνοντας νέες, για εμάς, παραστατικές δυνατότητες.

-Γιατί επιλέξατε να αναιρέσετε τον μονολογικό χαρακτήρα του έργου;

Στην παράστασή μας, τρία πρόσωπα ενεργοποιούν ένα μηχανισμό μνημονικής λειτουργίας διαμορφώνοντας μια συνθήκη αναμέτρησης της κεντρικής ηρωίδας, που στην προκειμένη αναλαμβάνει η Σοφία Κορώνη, με τον εαυτό της. Στην πραγματικότητα κάθε άλλο παρά αναιρείται ο μονολογικός χαρακτήρας του έργου. Παραμένει αλλάζοντας όμως πλαισίωση.

-Στο διαδίκτυο υπάρχει η ανάγνωση αυτού του κειμένου, από την ίδια τη Λούλα Αναγνωστάκη. Λειτούργησε ως «εργαλείο» για να κατανοήσετε βαθύτερα το έργο της;

Στην αρχική διαδικασία των προβών που αφορούσε περισσότερο σε έρευνα πάνω σε κείμενα και αναφορές στην δραματουργία της Λ. Αναγνωστάκη, ανατρέξαμε σε κάθε σχετική πηγή. Ο ηχογραφημένος μονόλογος που η ίδια η Αναγνωστάκη διαβάζει, αποτέλεσε υλικό της παραπάνω διαδικασίας. Η φωνή της ίδιας της συγγραφέως, η εκφορά, ο τρόπος της, μαρτυρούν ίσως κατευθύνσεις, όμως η βαθύτερη κατανόηση του έργου της, για εμάς, διαμορφώθηκε και συνεχίζει να διαμορφώνεται από την συνολικότερη διαδικασία μέχρι και σήμερα.

Φωτογραφία παράστασης | Photo Credit: Δήμητρα Παπαγεωργίου

-Στα μάτια σας, τι είναι αυτό που καθιστά την (αντι)ηρωίδα, Σοφία Αποστόλου, ένα πρόσωπο – σύμβολο;

Μέσα από την προσωπική ιστορία κατάρρευσης της Σοφίας Αποστόλου αλλά και την ιστορία κοινωνικής παρέκκλισης του γιού της, Γιάννη, η Λ. Αναγνωστάκη αποτυπώνει και συμβολοποιεί μια σταδιακή έκπτωση κοινωνικών αξιών και κυρίως την κατάρρευση ενός συλλογικού οραματισμού. Η Σοφία Αποστόλου απορρίπτει τον κόσμο που πρώτος την έχει απορρίψει και αντιστέκεται κατ’ ουσίαν στην κοινωνική υποκρισία, υπερβαίνει την κούφια καθημερινότητα και την επίπλαστη ευημερία. Φλερτάρει με τις σκοτεινές και επικίνδυνες πλευρές του εαυτού της για να τις υπερβεί. Και τις υπερβαίνει. Κοιτάζει από την ταράτσα της τον ουρανό κατακόκκινο αναζητώντας ένα ιδανικό.

-Ποιες οι σκέψεις σας για αυτήν την «ροπή προς το κακό», που εκφράζει η Σοφία Αποστόλου στο έργο;

Την συγκεκριμένη φράση του έργου «ροπή προς το κακό» επιλέξαμε να την βάλουμε στο κέντρο της δραματουργικής μας προσέγγισης. Τοποθετώντας στο κέντρο την συγκεκριμένη φράση, η παράσταση προτείνει μία συνθήκη αναμέτρησης εαυτού, όπου η ηρωίδα έρχεται αντιμέτωπη με τις σκοτεινές πτυχές του εαυτού της διερωτώμενη για αυτό το εγγενές κακό προς το οποίο ρέπει η ίδια αλλά και ο άνθρωπος, η ανθρωπότητα γενικότερα. Ποια είναι αυτή η σκοτεινή «γοητεία του κακού»; Τί είδους αντιστάσεις οφείλουμε να προβάλλουμε; Είναι ερωτήματα και περιοχές που μας απασχόλησαν σε όλη την διαδικασία.

-Υπάρχει κάποια άλλη φράση του κειμένου που σας έχει εντυπωθεί, και έχετε θελήσει να τονίσετε σε αυτό το ανέβασμα;

Εάν η φράση «ροπή προς το κακό» αποτέλεσε κέντρο της δραματουργικής μας προσέγγισης, τότε η φράση με την οποία η ίδια η συγγραφέας επέλεξε να ξεκινήσει τον μοναδικό μονόλογό της «Here Iam an old woman in a dry month», αναφορά στο ποίημα «Gerontion» του T. SEliot, αποτέλεσε ένα παράκεντρο που μας επέτρεψε να δημιουργήσουμε μια γέφυρα ανάμεσα στην ποιητική και την πολιτική Λ. Αναγνωστάκη.

Διαβάστε επίσης: 

«Ουρανός Κατακόκκινος: Χρόνος Πριν, Χρόνος Μετά», της Ελένης Παργινού στο Bios