Στην ενότητα αυτή δουλειάς της με τίτλο “Αστικό τοπίο / Urban setting” η Θεοδώρα Πανταζοπούλου παρουσιάζει μία σειρά έργων μικτής τεχνικής σε καμβά μνημειακών διαστάσεων. Οι αφαιρετικές συνθέσεις των έργων της, παραπέμπουν σε γιγάντια αρχιτεκτονικά σχέδια στα οποία όμως το χρώμα, οι φόρμες και οι υφές αποδίδουν αλλού με μινιμαλιστική λιτότητα και αλλού με εντάσεις και έμφαση στην κίνηση, ένα εντελώς ζωγραφικό και άκρως ενδιαφέρον αποτέλεσμα με έντονα προσωπικό χαρακτήρα.

Διάσπαρτα γεωμετρικά σχήματα συναντιούνται, κάποιες στιγμές ταυτίζονται και κάποιες άλλες υπερκαλύπτονται αναπτύσσοντας μια σειρά από θραύσματα μιας κρυμμένης γλώσσας που σταδιακά οργανώνεται σε καθαρές φόρμες.

Τα έντονα χρώματα συνδιαλέγονται με το άσπρο και το μαύρο που καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος των συνθέσεων. Υπάρχει ένα μέτρο στη χρήση χρώματος, συνήθως δεν υπερβαίνει τα τρία ή τέσσερα χρώματα με τις αντίστοιχες τονικότητες τους, η κάθε μία σύνθεση. Αντίθετα τα βασικά συνθετικά σχήματα επάνω στα οποία χτίζεται το κάθε έργο, είναι ιδιαιτέρως πληθωρικά. Οι σπειροειδείς συνθέσεις και οι διαγώνιοι άξονες που δεσπόζουν και δημιουργούν εντάσεις, είναι χαρακτηριστικά της δουλειάς αυτής και προσδίδουν την αίσθηση της κίνησης και του πολυδύναμου στοιχείου των σύγχρονων μεγαλουπόλεων στα έργα.

Ταχύτητα και ρυθμός μιας πόλης, ενός αστικού τοπίου που βίαια συνεπαίρνει, καταπίνει, σαγηνεύει και στέκει μοναχικά θορυβώδες, ακίνητο μέσα στην ταραχή του.

Ήχοι, χρώματα, μυρωδιές είναι τα αλλεπάλληλα στρώματα της ανθρώπινης παρουσίας αποτυπωμένα πάνω σε μια επιφάνεια. Η πυκνότητα μιας ύλης με όγκο και σχήμα που μεταβάλλεται. Αυτό που γεννιέται διαδέχεται εκείνο που χάθηκε για να μένει το όλο πάντα όλο και ο άνθρωπος το θραύσμα της γης να πληθαίνει, να υπερκαλύπτει και να αφήνει απομηνάρια στον τόπο που πατάει. Η ύπαρξη, το χνάρι που χαράζεται ακόμα και όταν τα μάτια δεν το βλέπουν πια, στέκεται και παραμένει ανεξίτηλο στον χρόνο κάτω από επαναλαμβανόμενες στρώσεις θύμησης.

Ο λόγος είναι η αρχή της χειρονομίας. Κάθε φορά μια πρόταση ή λέξη γίνεται η αφορμή για να χτιστεί πάνω της η εικόνα ενός ταραγμένου κόσμου, να απλωθεί άναρχα το αποτύπωμα της ύπαρξης και για μια στιγμή να παύσει.