Η έκθεση τελεί υπό την αιγίδα της Αυστριακής Πρεσβείας στην Αθήνα και θα διαρκέσει έως την Κυριακή 20 Μαΐου 2018.

Ο Δημήτρης Μανίκας γεννήθηκε το 1938 στην Ερμούπολη της Σύρου. Σπούδασε Αρχιτεκτονική στο Πολυτεχνείο της Βιέννης από όπου αποφοίτησε το 1967. Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του έχει εργασθεί ως ελεύθερος επαγγελματίας με έδρα τη Βιέννη και έχει συνεργαστεί με πολλά σημαντικά γραφεία στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Από το 1988 είναι επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Τεχνών της Βιέννης, ενώ από το 1999 έγινε καθηγητής.

Με το έργο του, αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό, έχει συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση του σύγχρονου προσώπου της αυστριακής πρωτεύουσας. Στην παρουσίαση περιλαμβάνονται εμβληματικά έργα του Δημήτρη Μανίκα από την Αυστρία, όπως η αποκατάσταση και επέκταση του πολιτιστικού κέντρου Wiener Urania, η αναμόρφωση και επέκταση του Ιστορικού Μουσείου της Πόλης της Βιέννης και τα κτήρια γραφείων της Siemens-Kasern στο Σάλτσμπουργκ.

Έχει επίσης συμμετάσχει σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς στην Ελλάδα (για το Μουσείο της Ακρόπολης, την Πλατεία Συντάγματος στην Αθήνα, όπου και απέσπασε το πρώτο βραβείο, τον άξονα της οδού Αριστοτέλους στη Θεσσαλονίκη, κ.λπ.) αποδεικνύοντας έτσι έμπρακτα την αγάπη του και την αδιάκοπη ενασχόλησή του με τον γενέθλιο τόπο.

Ο ίδιος σημειώνει:

«Δεν είναι εύκολο για έναν αρχιτέκτονα να γράφει για τα δικά του έργα ή να δίνει θεωρητικές εξηγήσεις. Δεν μπορεί να περιγράψει κανείς την αρχιτεκτονική. Την αρχιτεκτονική θα πρέπει κανείς να τη βλέπει, να τη διατρέχει, να την αισθάνεται, να τη νιώθει, να τη ζει. Για μένα η αρχιτεκτονική είναι κατά κύριο λόγο συγκίνηση, αυθορμητισμός, κατανόηση, συναίσθημα, ευαισθησίες, σκέψεις και ιδέες, οι οποίες φτάνουν στην αρχιτεκτονική έκφραση με συγκεκριμένες μορφές και λειτουργικές στοχεύσεις. Η θεωρία αποτελεί απλώς την προϋπόθεση για τη σύλληψη ενός δομικού έργου. Η πρακτική μεταβολή ενός σκεπτικού, ενός προσχεδίου, είναι μια πολύπλοκη εργασία. Η ικανοποιητική της εκπλήρωση δεν εξαρτάται από το που κτίζει κανείς, αλλά από το πως κτίζει.»

Ο αρχιτέκτονας το 2017 δώρισε το αρχείο του στο Μουσείο Μπενάκη, το οποίο μεταφέρθηκε από τη Βιέννη στην Αθήνα χάρη στην ευγενική χορηγία του Υπουργείου Πολιτισμού της Αυστρίας. Η παρουσίαση αυτή είναι μια διαδρομή στο αρχείο η οποία σηματοδοτεί τη δωρεά του αρχείου του προς τα Αρχεία Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη και γνωστοποιεί το έργο του στο ευρύτερο κοινό. Στην Βιέννη έχει ήδη, από το 1988, παρουσιαστεί το έργο του σε έκθεση στο Τεχνικό Επιμελητήριο, ενώ το 2013 πραγματοποιήθηκε αναδρομική έκθεση του έργου του στο Kunstlerhaus στη Βιέννη.

Στην Ελλάδα κυκλοφόρησε το 2012 μονογραφία του από τις εκδόσεις ΚΑΠΟΝ.

Στην έκθεση, το έργο του παρουσιάζεται μέσα από την προσωπική επιλογή του ίδιου, ξεκινώντας από τα πρώτα έργα έως τα πιο πρόσφατα, ιχνογραφώντας τη συνολική πορεία που ακολούθησε κατά την επαγγελματική του σταδιοδρομία.

Πρόκειται για έργα που αφορούν τόσο την Ελλάδα όσο και την Αυστρία, πραγματοποιημένα ή όχι, από «τον Έλληνα-Αυστριακό, τον Αυστριακό-Έλληνα, αυτόν τον ιδιαίτερα ταλαντούχο αρχιτέκτονα» σύμφωνα με τα λόγια του Wilhelm Holzbauer, στενού συνεργάτη του επί σειρά ετών. Μας προσφέρει μια ευκαιρία να αναγνωρίσουμε και να ανακαλύψουμε την πόλη μας και τη χώρα μας και να «ταυτίσουμε» το χτισμένο περιβάλλον με τους δημιουργούς του. Στην συγκεκριμένη έκθεση μοιράζεται μαζί μας την προσωπική του ματιά πάνω στο έργο του – όπως χαρακτηριστικά έχει γράψει και ο ίδιος:

«Αν ένας αρχιτέκτονας διαλογιστεί για την αντίληψη μιας έκθεσης της προσωπικής του εργασίας, βρίσκεται προ του διλήμματος τι θέλει να δείξει, τι πρέπει να δείξει; Τη βεβαιότητα των εκτελεσθέντων έργων ή την αβεβαιότητα εκείνων των εργασιών που έμειναν ανεκτέλεστες, φυλαγμένες στα συρτάρια;».

Την έκθεση έχει επιμεληθεί ο ίδιος ο αρχιτέκτονας.


Κεντρική φωτογραφία άρθρου: Μετατροπή και επέκταση του παιδικού σταθμού Schweizerspende στη Βιέννη, 1993-1995