Έπιασα στα χέρια μου το κείμενο εφτά χρόνια πριν. Με συγκίνησε βαθιά. Νομίζω στη ζωή οδηγούμαι σε αποφάσεις από ανάγκη. Από ανάγκη λοιπόν και παρά τον κίνδυνο είπα “αυτή την ιστορία θα τη μοιραστείς” και θα κοπιάσεις γι’ αυτό. Η σκέψη έγινε λέξεις και ύστερα πράξεις πρίν από ενάμισι χρόνο, μετά από μια κουβέντα που είχα με το φίλο μου Δημήτρη (Καπουράνη) που παίζει στην παράσταση. Ακολούθησαν πολλά. Έρευνα, στοχασμός, διαφωνίες. Φτιάξαμε μια ομάδα ανθρώπων τους 400 lbs που ψάξαμε από την αρχή με μεγάλη επιμονή έναν τρόπο να υπάρξουμε μαζί εντός και εκτός σκηνής. Πώς θα ακουμπήσει πρώτα εμάς κι ύστερα αυτόν που θα καθίσει απέναντί μας αυτή η ιστορία; Τί οδηγεί έναν άνθρωπο τόσο νέο να θέλει να μην υπάρχει πια; Πώς σ’ ένα σώμα παλεύουν την ίδια στιγμή η δίψα για ζωή κι η αγωνία του θανάτου;

To 1772, ο Carl Wilhelm Jerusalem αυτοκτονεί στην επαρχιακή πόλη του Wetzlar της Γερμανίας. O νεαρός τότε Goethe αναστατώνεται από το θάνατο εκείνου τον οποίο αποκαλούσε «ο ερωτευμένος», όταν τον συναντούσε να περιπλανιέται στο φεγγαρόφωτο. Η σύνδεση του Jerusalem με τον Goethe ως προς την περιφρονητική στάση της κοινωνίας στο πρόσωπό τους, την κακή σχέση που και οι δύο είχαν με τους προϊσταμένους τους καθώς και τη σύμπτωση του να ερωτευτούν χωρίς ανταπόκριση, οδηγεί τον έναν στην αυτοκτονία και τον άλλον στη συγγραφή του επιστολογραφικού μυθιστορήματος «Τα πάθη του νεαρού Βέρθερου». Ο Γκαίτε, σε ηλικία μόλις είκοσι τεσσάρων χρόνων, με αυτό το επιστολογραφικό μυθιστόρημα προκαλεί υστερία. Πίστη για το υπαρκτό ή το ανύπαρκτο, ορμή και ακόρεστη δίψα για τα πάντα, επιμονή στα όρια της τρέλας και της εμμονής, λατρεία για τη φύση, όλα όσα εμπίπτουν το κίνημα του Ρομαντισμού. Νέοι της τότε εποχής έφτυσαν κατάμουτρα την εξουσία της ύλης, τη δύναμη του ανθρώπινου μυαλού και οδήγησαν τους εαυτούς του μέχρι και σε μαζικές αυτοκτονίες.

Μια τέτοια ηχηρή απάντηση στο σύστημα σήμερα δεν ξέρω ποια θα ήταν. Ένα challenge αυτοκτονίας στο TikTok που ξεκινά μια influencer; Η αντιστρόφως, απόπειρες δολοφονιών των ισχυρών του κόσμου; Δεν γνωρίζω και δεν με αφορά πραγματικά αυτό για να είμαι ειλικρινής. Δεν υπάρχει καμία προτροπή στο να φλερτάρει κανείς με τέτοια όρια οδηγούμενος από τα αισθήματά του. Στην έρευνα συνειδητοποίησα πως αυτό που με συγκινεί περισσότερο απ’ όλα μ’ αυτή την ιστορία είναι όχι η ίδια η πράξη αλλά “τι συνέβη πριν από αυτή”;

Εκεί λοιπόν είδαμε όλοι μια μεγάλη προσπάθεια. Ο Βέρθερος είναι ένας από εμάς. Όλοι κρύβουμε μέσα μας έναν τέτοιο άνθρωπο. Αλλά είναι πολύ προσεκτικά και στοχευμένα θαμμένος βαθιά. Έτσι μάθαμε! Γιατί; Πολύς φόβος υποθέτω. Αυτός ο εικοσιτετράχρονος συγκρούεται, ερωτεύεται, γελοιοποιείται, τιμωρεί και αυτοτιμωρείται διαρκώς. Είναι απολύτως αδύναμος. Δυστυχώς οι περισσότεροι από εμάς σήμερα βρισκόμαστε στην απέναντι πλευρά το νήματος και αυτό είναι τρομερά ανησυχητικό κατά τη γνώμη μου.

Στην παράσταση εν αρχή προσπαθούμε λοιπόν να πλησιάσουμε το θεατή σαν να γίνεται ο έμπιστός μας, ο καλύτερός μας φίλος, όπως αυτό συμβαίνει και στο μυθιστόρημα. Μέσω της ιστορίας αυτής που είναι σκληρή και τρυφερή ταυτόχρονα και κόντρα στην εποχή μας επιδιώκουμε μια πραγματική συνάντηση ανθρώπων. Έστω και μικρή.

Διαβάστε επίσης:

«Βέρθερος ή έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα», σε σκηνοθεσία Δημήτρη Χαραλαμπόπουλου στο ΠΛΥΦΑ