Ο Δημήτρης Μυστακίδης έχει συνδέσει το όνομά του σε μεγάλο βαθμό με το ρεμπέτικο, διασκευάζοντας επιτυχημένα αρκετά τραγούδια του είδους. Η επαγγελματική του πορεία βέβαια, είναι πλούσια σε εκλεκτές δισκογραφικές δουλειές και επί σκηνής συνεργασίες. Ονόματα όπως Νίκος Παπάζογλου, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Γιώργος Νταλάρας, είναι λίγοι μόνο από όσους «συναντήθηκε» δημιουργικά όλα αυτά τα χρόνια.

Έχει ωστόσο διδάξει και στη σχολή Μουσικής Τεχνολογίας, ενώ  διαθέτει βιβλιογραφία σχετικά με την εκμάθηση εγχόρδων.

Αυτό το διάστημα βρίσκεται στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο παρουσιάζοντας τα «Ρεμπέτικα της Κιθάρας» και μας μιλά για την ανεξάντλητη αξία τους, τον νέο του δίσκο, καθώς και τα επόμενα μουσικά του βήματα.


– Σας βρίσκουμε για ακόμα μία φορά στην σκηνή του «Γυάλινου Μουσικού Θεάτρου» με μια παράσταση αφιερωμένη στα «Ρεμπέτικα της Κιθάρας». Τι περιλαμβάνει το πρόγραμμα;

Περιέχει όπως πάντα μια επιλογή ρεμπέτικων τραγουδιών από όλες τις περιόδους της δημιουργίας του διασκευασμένα για λαϊκές κιθάρες. Είναι κυρίως τραγούδια που περιέχονται στις δισκογραφικές μου δουλειές. Από πέρυσι έχω καθιερώσει και μια θεματική στην οποία με την βοήθεια κάποιων βίντεο παρουσιάζω ένα ιδιαίτερο κάθε φορά γεγονός της ιστορίας του ρεμπέτικου. Φέτος ασχολούμαι με την λογοκρισία. Και φυσικά στο δεύτερο μέρος της παράστασης παρουσιάζουμε τραγούδια σχετικά με την ελληνική μετανάστευση στην Αμερική.

– Μιας και για τον περισσότερο κόσμο το συγκεκριμένο είδος έχει συνδεθεί με έγχορδα όπως το μπουζούκι και ο μπαγλαμάς, ποια διαφορετική ακουστική δυναμική θεωρείτε πως αποκτούν τα κλασικά ρεμπέτικα τραγούδια με την συνοδεία κιθάρας;

Στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν παρουσιάζονται με μια κιθάρα αλλά με τρεις. Είναι σαφώς πολύ διαφορετικά σε σχέση με το πρωτότυπο, αλλά έχουν γοητεία, μιας και ο ήχος της κιθάρας είναι οικουμενικός και κατά συνέπεια πιο εύκολα γίνεται αποδεκτός από «αυτιά» που δεν είναι εθισμένα στον παραδοσιακό ήχο. Ακόμη όμως και για τους γνώστες του είδους είναι κάτι διαφορετικό. Τώρα, ως προς το κομμάτι του προγράμματος που παίζω μόνος, ο κόσμος φαίνεται να αρέσκεται στην εσωστρέφεια και στον μινιμαλισμό που εκπέμπουν τα κομμάτια όταν παίζονται με αυτόν τον τρόπο. Προφανώς η ανάγκη για ενδοσκόπηση και ηρεμία υπάρχει σε πολλούς.

– Είναι γνωστό πως ένα μεγάλο κομμάτι της μουσικής σας πορείας το αφιερώσατε στην έρευνα και την γνωριμία εκ νέου των ακροατών με το ρεμπέτικο. Τελικά, αυτές οι συνθέσεις διαπερνούν τις εποχές και προσφέρονται για σχετικούς πειραματισμούς ή  επαναπροσδιορισμούς;

Σαφώς. Τα ρεμπέτικα είναι τόσο ζωντανά και τόσο σπουδαία πρώτη ύλη που είναι πολύ λογικό κάποια στιγμή να θελήσεις να ασχοληθείς και με άλλους τρόπους μαζί τους. Αρκεί αυτό να γίνεται με γνώση και σεβασμό. Όχι φυσικά αγιοποίηση αλλά ούτε και αμετροέπεια. Η χρυσή τομή υπάρχει και εδώ και όλοι παλεύουμε να την βρούμε.

– Πιστεύετε πως το ρεμπέτικο έχει βρει τη θέση που του αναλογεί στο ελληνικό, αλλά και σε ένα πιο «οικουμενικό» μουσικό στερέωμα;

Τουλάχιστον στην Ελλάδα το ρεμπέτικο αυτή την εποχή βρίσκεται κατά την γνώμη μου στην καλύτερή του φάση. Τόσο σε επίπεδο μουσικών όσο και συνειδητοποιημένου ακροατηρίου. Και είμαι σίγουρος ότι θα πάει ακόμη καλύτερα γιατί όπως είπα και πριν, η πρώτη του ύλη είναι σπουδαία. Τώρα στο εξωτερικό με τις ανάλογες σοβαρές κινήσεις μπορεί πολύ εύκολα να αποκατασταθεί η βλάβη που έχει υποστεί, γιατί πολλά χρόνια το παρουσιάζαμε σαν «εξωτικό φρούτο» αφήνοντας στην άκρη την πραγματική και μεγάλη του καλλιτεχνική αξία. Είμαστε θεωρώ στον σωστό δρόμο.

– Οι στίχοι αρκετών «κλασικών» ρεμπέτικων τραγουδιών καθρεπτίζουν το κοινωνιολογικό περιβάλλον της εποχής που γράφτηκαν. Στο σημερινό λαϊκό ρεπερτόριο, γράφονται κατά τη γνώμη σας κομμάτια που αναδύουν μια κοινωνική αυθεντικότητα ή είναι περισσότερο σχηματικά;

Εξαρτάται από το τι εννοείτε «λαϊκό» ρεπερτόριο. Αν εννοείτε τα καψουροτράγουδα που γεμίζουν πίστες, σαφώς και δεν καθρεπτίζουν την κοινωνία και τις ανάγκες της. Υπάρχουν όμως δημιουργοί που γράφουν καταπληκτικά τραγούδια που αποτυπώνουν το στίγμα της εποχής μας με πάρα πολύ ωραίο τρόπο. Δυστυχώς, δεν έχουν την αποδοχή των εμπορικών τραγουδιών. Αλλά υπάρχουν και περιμένουν.

– Σχετικά πρόσφατα κυκλοφόρησε και ο τελευταίος σας δίσκος. Ποιο το περιεχόμενό του και ποια η ιδιαίτερη σημασία της ονομασίας «Amerika», που επιλέχθηκε;

Ο δίσκος Amerika περιέχει τραγούδια που γράφτηκαν από Έλληνες μετανάστες στην Αμερική. Προσπάθησα μέσα από τα τραγούδια να περιγράψω όλη την οδυνηρή διαδικασία της αναγκαστικής μετανάστευσης, και ταυτόχρονα να υπενθυμίσω πως η ιστορία δυστυχώς επαναλαμβάνεται. Και οι ρόλοι  πολύ εύκολα εναλλάσσονται. Ο θύτης γίνεται θύμα και ο ικέτης , ισχυρός. Σ αυτή την κατεύθυνση κινήθηκε και ο τίτλος του δίσκου. «Amerika» με «k» για να υπενθυμίσω τον αγώνα των Ελλήνων για μια καλύτερη ζωή σε μια ξένη χώρα.

– Πώς σχεδιάζετε ή ονειρεύεστε την συνέχεια της μουσικής αυτής πορείας;

Δυστυχώς η ευτυχώς δεν κάνω όνειρα. Σχεδιάζω όμως μια επόμενη δουλειά με ολόκληρη ορχήστρα αυτή την φορά, μιας και με το Amerika ο κύκλος ενασχόλησης μου με την λαϊκή κιθάρα αποκλειστικά, έκλεισε.


Διαβάστε επίσης: 

Ο Δημήτρης Μυστακίδης στο Γυάλινο Up Stage, με τα «Ρεμπέτικα της Κιθάρας»