Διαβάζοντας το εμβληματικό μυθιστόρημα της Τζέιν Όστεν «Περηφάνια και Προκατάληψη» ποιος δεν αγάπησε τον αφοπλιστικό δυναμισμό της Ελίζαμπεθ Μπένετ, αλλά και την ευγενική υπεροψία του Φιτζγουίλιαμ Ντάρσι. Η σπουδαία αυτή Βρετανίδα συγγραφέας έγραψε το έργο το 1787, σε  ηλικία μόλις 22 ετών. Ωστόσο, περίμενε 16 χρόνια για την έκδοση του, καθώς δεχόταν συνεχώς την απόρριψη των εκδοτικών οίκων της εποχής. Σήμερα, αποτελεί ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα μυθιστορήματα στον κόσμο, που κερδίζει τον αναγνώστη του εξαιτίας του θάρρους, του πάθους, αλλά και της ευφυούς σάτιρας της Όστεν προς την κοινωνία της Αγγλίας του 18ου αιώνα. Έχοντας μεταφερθεί δεκάδες φορές στον κινηματογράφο και την τηλεόραση, φέτος μπορεί να ανακαλύψει κανείς την ιστορία αυτών των δύο μοναδικών χαρακτήρων στη σκηνή του θεάτρου Αλκυονίς, σε πρωτότυπη θεατρική διασκευή Ιόλης Ανδρεάδη και Άρη Ασπρούλη. 

Στην παράσταση στον ρόλο του Ντάρσι, του απρόσιτου αριστοκράτη με την ρομαντική καρδιά, συναντάμε τον Δημήτρη Μοθωναίο, ο οποίος μας μιλάει για τον αμετανόητο έρωτα του προς την δεσποινίδα Μπένετ -στην παράσταση την υποδύεται η Ευγενία Δημητροπούλου – και τις προσκλήσεις του ρόλου, λέγοντας: «Προσεγγίζω πάντα το ρόλο με την καθοδήγηση του σκηνοθέτη μου στα πλαίσια των προβών και της συνολικής δουλειάς. Δεν είναι μια μοναχική, αυτιστική διαδικασία και, όπως κάθε φορά, κάποια στοιχεία του ήρωα είναι πιο κοντά και κάποια τα νιώθω πιο μακριά μου. Με διασκεδάζει πολύ η υπεροψία του Ντάρσι.»


-Έχεις διαβάσει το βιβλίο «Περηφάνια και Προκατάληψη»ή και άλλα έργα της Τζέιν Όστεν; Τι ήταν αυτό που σου κίνησε το ενδιαφέρον;

Πρωτοδιάβασα Jane Austen μικρός, από το πρωτότυπο, στα αγγλικά. Με ενδιαφέρει πολύ η λογοτεχνία και με γοητεύει η θεατρική μεταφορά των μυθιστορημάτων-δεν είναι η πρώτη φορά που μου τυχαίνει τέτοια θεατρική συνθήκη. Το έχω ξαναζήσει στην πρώτη μου παράσταση, τον «Ηλιθιο» του Ντοστογιεφσκι και στη «Μεγάλη Χίμαιρα» του Καραγάτση και μάλιστα με μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό.

– Το «Περηφάνια και Προκατάληψη» αποτελεί κυρίως μια σπουδή της μοίρας της γυναίκας σε μια κοινωνία όπως αυτή του 18ου αιώνα, οπού ήταν αδύνατο να αντιμετωπιστεί κοινωνικά με ίσους όρους, δηλαδή ως άνθρωπος με κρίση, απόψεις και επιλογές, χαρακτηριστικά που αποδίδονταν αποκλειστικά στους άντρες. Ποια πιστεύεις πως είναι η θέση της γυναίκας σήμερα σε σχέση με το κατά πόσο κάποιος λαμβάνει υπόψιν τη γνώμη της σε σημαντικά θέματα;

Θα ήθελα να σταθώ στο γεγονός ότι η σκηνοθέτις μας είναι γυναίκα, όπως και οι περισσότεροι συνεργάτες της εν λόγω παράστασης.

– Πώς προσέγγισες το ρόλο του Φιτζγουίλιαμ Ντάρσι και ποια κομμάτια του σε άγγιξαν και σε δυσκόλεψαν περισσότερο;

Προσεγγίζω πάντα το ρόλο με την καθοδήγηση του σκηνοθέτη μου στα πλαίσια των προβών και της συνολικής δουλειάς. Δεν είναι μια μοναχική, αυτιστική διαδικασία και, όπως κάθε φορά, κάποια στοιχεία του ήρωα είναι πιο κοντά και κάποια τα νιώθω πιο μακριά μου. Με διασκεδάζει πολύ η υπεροψία του Νταρσι. Αυτό θα είχα να σημειώσω.

– Ο ήρωας που υποδύεσαι, ο Φιτζγουίλιαμ Ντάρσι ερωτεύεται την ασυμβίβαστη για την εποχή της κι ανεξάρτητη Ελίζαμπεθ Μπένετ. Υπάρχουν κάποια στοιχεία της ηρωίδας που θα μπορούσες να ερωτευτείς και εσύ ως Δημήτρης;

Θα μπορούσα να ερωτευτώ όλα της τα στοιχεία. Μέχρι να κατεβεί το έργο οφείλω να παραμείνω ερωτευμένος με την Ελιζαμπεθ Μπένετ!

-Τι το ξεχωριστό φέρνει η σκηνοθετική ματιά της Ιόλης Ανδρεάδη στο έργο; 

Αν και δε μου αρέσει να μιλώ εξ´ονόματος άλλων, για να μη γίνονται παρερμηνείες, θα έλεγα, με επιφύλαξη, ίσως, τη διάσταση του χιούμορ ως απόλυτη έκφραση ερωτισμού.

-Πώς ένα μυθιστόρημα που γράφτηκε το 1797 μπορεί και συγκινεί μέχρι και σήμερα; Ποιο πιστεύεις ότι είναι το δυνατότερο στοιχείο του έργου; 

Οι ερωτικές ιστορίες και δη οι αδιέξοδες συγκινούν πάντα. Εγώ κρατώ τη μετάλλαξη των χαρακτήρων που προκύπτει λόγω του έρωτα, και εν προκειμένω, όσον αφορά το ρόλο μου, την «αγιοποίηση», αν θέλετε, του Ντάρσι, με αφορμή τη συνάντησή του με την Ελίζαμπεθ Μπένετ.

Πώς αποφάσισες να ασχοληθείς με τον κόσμο της υποκριτικής; Οι προσδοκίες σου μέχρι τώρα επαληθεύονται;

Ήταν μια επιλογή που προέκυψε τυχαία. Δεν έχω αυτή τη νοοτροπία σε σχέση με τις προσδοκίες και την επαλήθευσή τους, υπ’ αυτή την έννοια, προσπαθώ να ζω το σήμερα.

– Πώς διαχειρίζεσαι την επαγγελματική απογοήτευση;

Νιώθω ευλογημένος στον τομέα της δουλειάς, δεν έχω βιώσει καμιά ιδιαίτερη απογοήτευση ως τώρα, αν και όλα είναι ζήτημα οπτικής, αν με ρωτάτε. Επιλέγω να στέκομαι πάντα στη θετική πλευρά των πραγμάτων. Αυτό ίσως να απαιτεί περισσότερο κόπο, αλλά οπωσδήποτε αξίζει!


Διαβάστε επίσης:

Περηφάνια και Προκατάληψη, της Τζέιν Όστεν από την Ιόλη Ανδρεάδη στο Θέατρο Αλκυονίς