Η Γκαλερί Citronne ολοκληρώνει τη φετινή καλοκαιρινή της περίοδο στον Πόρο με την έκθεση ζωγραφικής του Αλέκου Κυραρίνη «Καρδία Νήφουσα».

 

Με κεντρικό άξονα μια αυστηρά προσωπική αναζήτηση, ο καλλιτέχνης ανακαλεί συλλογικές μνήμες. Στην εικαστική του γλώσσα κυριαρχεί ο «δράκος», το σύμβολο του κακού. Από την αρχαία ελληνική μυθολογία ο «δράκων» φοβερίζει, απειλεί, καταστρέφει – έως ότου συναντήσει τον λυτρωτή, τον ελευθερωτή, υπό την μορφή ενός ήρωα, ενός ανδρείου, ενός Αγίου.

Ο ίδιος αναφέρει: “Προσπάθησα να συγκλίνουν η ιδεολογία μου, η πίστη μου, η φιλοσοφία μου, η θεώρησή μου σαν άνθρωπος, με τη ζωγραφική μου. Να συγκλίνουν αβίαστα και να φτιάξω έναν κορμό στέρεο, στον οποίο θα αναπτυχθεί πάνω σαν κισσός η ζωγραφική για να σταθεί. Δεν αρκεί από μόνη της. Χρειάζεται έναν στέρεο κόσμο δίπλα της. Και μάλιστα όσο πιο αφαιρετική είναι, όσο αποστασιοποιείται από το συναίσθημα και από την τρέχουσα αποδοχή και μόδα, τόσο πιο πολύ χρειάζεται μια ισχύουσα φιλοσοφία.

Και ακριβώς αυτό προσπάθησα να κάνω εγώ. Να αξιοποιήσω δυνάμεις που δεν είναι δικές μου. Ανήκουν και στους παππούδες μου και στους γονείς μου και στην πατρίδα μου. Ακριβώς αυτό προσπάθησα να κάνω για να είναι πιο πλήρης η συμπεριφορά μου καλλιτεχνικά.”

Ο «δράκων» του Κυραρίνη παραπέμπει στα αρχαία μυθικά τέρατα, την Μέδουσα και την Λερναία Ύδρα• αλλά και στον όφι του προπατορικού αμαρτήματος, στους δρακοκτόνους Βυζαντινούς Αγίους, στο φτερωτό ερπετό – πειρασμό των ερημιτών και των μοναχών, στον «κατηραμένο όφι» του Καραγκιόζη, στον δράκοντα των λαικών τραγουδιών και παραμυθιών. Η «Καρδία Νήφουσα», ευχή, προσευχή και στόχος, είναι το επίτευγμα της πάλης εναντίον του κακού, του πονηρού, του διαβολικού. Ο δράκων εξορκίζεται διά της πίστης, η αρετή κυριαρχεί, η ψυχή ηρεμεί, η καρδία «νήφει».

Ο Αλέκος Κυραρίνης γεννήθηκε το 1976 στην Αθήνα και μεγάλωσε στον τόπο καταγωγής του, την Τήνο. Εργάστηκε με τον μαρμαρογλύπτη πατέρα του Γιάννη Κυραρίνη από την ηλικία των έντεκα ετών μέχρι και την εισαγωγή του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας το 1997. Φοίτησε στην ΑΣΚΤ από το 1997 έως και το 2003, με καθηγητές τους Δημήτρη Μυταρά και Γιάννη Ψυχοπαίδη.

Την έκθεση επιμελείται η Ιστορικός Τέχνης Τατιάνα Σπινάρη-Πολλάλη.