Πώς θα ένιωθες αν ξυπνούσες στο απόλυτο σκοτάδι; Εκεί, όπου κρύβονται οι χειρότεροι φόβοι σου;

Η Ναντίν έχει από μικρή το χάρισμα να κλείνει τα μάτια και να ταξιδεύει με την ψυχή της στον αστρικό κόσμο. Μέχρις ότου, αυτό που ως τώρα τη βοηθούσε να ξεφεύγει από τις δυσκολίες μετατράπηκε σε κίνδυνο για την ίδια της την ύπαρξη. Στο τελευταίο της ταξίδι δεν επιστρέφει στο σώμα της, αλλά ξυπνά σε ένα μέρος ζοφερό, όπου το Σκότος κυριαρχεί και κρύβει πλάσματα βγαλμένα από τους πιο τρομακτικούς εφιάλτες. Όμως, εκεί δεν είναι μόνη. Για πρώτη φορά στη ζωή της βρίσκεται μαζί με άλλους αποκομμένους αστρικούς ταξιδευτές, που μοιράζονται το ίδιο χάρισμα. Για πρώτη φορά νιώθει ότι ανήκει κάπου. Και παρ’ όλα αυτά, θα κάνει τα πάντα για να επιστρέψει στην κανονική της ζωή και στους ανθρώπους που αγαπά. Πρέπει να δαμάσει τις νέες δυνάμεις που έχει αποκτήσει και να βοηθήσει το Φως στην αιώνια μάχη του, παραμένοντας σε έναν κόσμο όπου οι ισορροπίες είναι λεπτές, ενώ ένα και μόνο λάθος αρκεί για να χαθούν τα πάντα. Η Ναντίν καλείται να επιλέξει ανάμεσα στις δικές της επιθυμίες και στο να βοηθήσει σε μια αρχέγονη μάχη, όσο οι Δαίμονες καραδοκούν στο σκοτάδι, έτοιμοι να την κατασπαράξουν.

***

-Αρχικά, θα θέλατε να μας πείτε λίγα λόγια για τα πρώτα σας βήματα στον χώρο της συγγραφής; Πότε και πώς έγιναν;

Παρότι είχα κάνει (αποτυχημένες) απόπειρες ως παιδί να γράψω κάποιες ιστορίες, άρχισα να ασχολούμαι πιο συνειδητοποιημένα με τη συγγραφή περίπου στα 19-20 μου χρόνια. Ήταν η εποχή που στην Ελλάδα άνθιζαν οι σειρές του φανταστικού, από τον δρόμο που άνοιξε η τρετραλογία «Λυκόφως», και οι δυστοπίες τύπου «Αγώνες Πείνας». Είχα πέσει με τα μούτρα στο διάβασμα, ρουφώντας ό,τι βιβλίο τέτοιου είδους μεταφραζόταν, και κάπως έτσι άρχισε να ξυπνάει η φωνή του αφηγητή στο κεφάλι μου. Αποφάσισα ότι ήθελα κι εγώ να δημιουργήσω κάτι δικό μου, αλλά δεν με ενέπνεε να το κάνω μόνη μου. Έτσι, μέσα από μια διαδικτυακή κοινότητα που διαχειριζόμουν, ενωθήκαμε 11 διαφορετικά άτομα για να γράψουμε ένα κοινό μυθιστόρημα. Αυτά τα άτομα ήταν οι πρώτοι μου συνεργάτες, οι πρώτοι που με διάβασαν και χωρίς την ενθάρρυνσή τους δεν ξέρω αν θα έφτανα εδώ. Μπορεί εκείνη η πρώτη προσπάθεια να μην προχώρησε, αλλά εγώ γνώρισα ανθρώπους που άλλαξαν τη ζωή μου και αποτελούν ακόμα και σήμερα κομμάτι της.

-Ποιες είναι οι βασικές λογοτεχνικές σας επιρροές;

Σίγουρα η φανταστική και η δυστοπική λογοτεχνία, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν έχω επηρεαστεί και από άλλα είδη. Όπως λέω συχνά, ένας συγγραφέας επηρεάζεται από τα πάντα, παίρνει παραδείγματα προς μίμηση και προς αποφυγή όλη την ώρα.

-Το «Αίμα από Ασήμι» είναι το πρώτο σας βιβλίο. Θα θέλατε να μας περιγράψετε όσα πραγματεύεται, καθώς και τι σας ενέπνευσε για να γράψετε αυτήν την ιστορία;

Το «Αίμα από Ασήμι» είναι ένα βιβλίο φαντασίας και μυστηρίου, το πρώτο μέρος μιας τριλογίας. Ακολουθεί την ιστορία της Ναντίν Βιλνέβ, η οποία έχει το χάρισμα της αστρικής προβολής: η ψυχή της μπορεί να βγαίνει από το σώμα της και να ταξιδεύει στον αστρικό κόσμο, παρά τους κινδύνους που κρύβει.

Στο τελευταίο της ταξίδι, η ψυχή της αποκόπηκε εντελώς από το σώμα της, με αποτέλεσμα να περάσει στα ενδότερα του αστρικού κόσμου, ο οποίος κυριεύεται από το απόλυτο σκότος. Ξυπνά στην Άβυσσο, όπου σύντομα αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι μόνη… Και πως αυτό που υπάρχει τριγύρω δεν θέλει το καλό της.

Ευτυχώς, εμφανίζεται ο Σεμπάστιαν, τη σώζει και την οδηγεί στην Ακαδημία: μία κοινότητα που έχουν δημιουργήσει άλλοι αποκομμένοι αστρικοί ταξιδευτές, για να μπορέσουν να προστατευτούν από το σκοτάδι και τους δαίμονες που κρύβονται σε αυτό.

Η έμπνευσή μου προήλθε από την ανάγκη μου να δημιουργήσω κάτι πρωτότυπο και εντελώς δικό μου. Δεν ήταν η πρώτη ιστορία που άρχισα να γράφω, είναι όμως η πιο πολύτιμη. Έχω περάσει χρόνια να φτιάχνω τον αστρικό κόσμο και νιώθω πολύ μεγάλη χαρά που τώρα τον μοιράζομαι με τους αναγνώστες.

-Ποια πιστεύετε πως είναι τα δυνατά στοιχεία των χαρακτήρων του βιβλίου;

Νομίζω το ότι είναι όλοι άνθρωποι της καθημερινότητας λίγο πολύ, με τις αδυναμίες και τις δυνάμεις τους, τα δικά τους θέλω και πιστεύω. Ήθελα, γράφοντας το βιβλίο, να μπορεί σχεδόν κάθε αναγνώστης να διακρίνει πράγματα από τον εαυτό του σε εκείνους και να πει «ναι, κι εγώ αυτό θα σκεφτόμουν ή θα έκανα».

-Ποιες ήταν οι μεγαλύτερες προκλήσεις σε ό,τι αφορά τη δόμηση του κόσμου που περιγράφετε, δηλαδή του αστρικού πεδίου και όσων αυτό εμπεριέχει;

Αχ, μεγάλο θέμα αυτό! Ο αστρικός κόσμος έπρεπε να φτιαχτεί και να οριοθετηθεί από το μηδέν. Φανταστείτε τον σαν έναν μαύρο καμβά –μιας και καταλαμβάνεται από το σκότος–, στον οποίο δεν υπάρχει απολύτως τίποτα. Όλα έπρεπε να εξηγηθούν και να αποτυπωθούν με έναν τρόπο που να βγάζει νόημα και να εξηγείται λογικά, γιατί, παρόλο που μιλάμε για έναν κόσμο φαντασίας, και αυτός διέπεται από τους δικούς του νόμους και κανόνες και δεν είναι όλα δυνατά. Η αποφυγή των plot holes ήταν μία μεγάλη πρόκληση, αλλά νομίζω ότι απόλαυσα την κοσμοπλασία στο έπακρο.

-Πώς καταλήξατε στην επιλογή του είδους για το πρώτο σας βιβλίο;

Το πρώτο έργο, εκείνο το ομαδικό, ήταν φαντασίας, ύστερα δοκίμασα να γράψω ένα κοινωνικό-ρομαντικό-μυστηρίου, και έπειτα αποφάσισα ότι ήθελα να ασχοληθώ με έναν εντελώς άλλο κόσμο. Η συγγραφή για εμένα είναι δημιουργία, μου αρέσει να βρίσκω λύσεις σε προβλήματα που προκύπτουν, απαντήσεις στους γρίφους που δημιουργούνται, και δρόμους για να πάω από το Α στο Β. Έτσι, ήθελα να ασχοληθώ με κάτι που θεωρούσα πως θα ήταν απαιτητικό. Το παράκανα λιγάκι, βέβαια…

-Πιστεύετε πως οι Έλληνες αναγνώστες διαβάζουν βιβλία φαντασίας;

Πιστεύω ότι τα τελευταία χρόνια, από τη γενιά μου κι έπειτα, είμαστε πολύ περισσότεροι οι φαν της φανταστικής λογοτεχνίας. Ίσως οι γενιές που γαλουχήθηκαν με Χάρι Πότερ και Άρχοντα των Δαχτυλιδιών και μεγάλωσαν με αυτά τα βιβλία και τις ταινίες. Και πολύ χαίρομαι που έχει ανέβει το είδος και στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, γιατί για κάποιον λόγο παραμένει στην κορυφή στις χώρες του εξωτερικού.

-Ποιες θα λέγατε πως είναι οι προοπτικές για το μέλλον της λογοτεχνίας του φανταστικού στην Ελλάδα;

Βάσει αυτών που είπα παραπάνω, εκτός από τους αναγνώστες του είδους, τα τελευταία χρόνια υπάρχει τεράστια αύξηση και στους Έλληνες συγγραφείς που καταπιάνονται με αυτό και το δοκιμάζουν. Η κοινότητά μας μεγαλώνει, γίνονται μέχρι και φεστιβάλ αφιερωμένα στο είδος και αυτό μόνο καλό μπορεί να κάνει. Στο κάτω κάτω, οι υπέρμαχοι της λογοτεχνίας του φανταστικού είμαστε οπλισμένοι με δόρατα και καβαλάμε δράκους. Η νίκη είναι μονόδρομος.

-Τι συμβουλές θα δίνατε σε νέους συγγραφείς;

Έχω δώσει πολλές κατά καιρούς. Παρότι το πρώτο μου βιβλίο κυκλοφόρησε πρόσφατα, βρίσκομαι στον χώρο των εκδόσεων μία δεκαετία τώρα, και τον έχω δει στα καλά και στα κακά του. Θα τους έλεγα, λοιπόν, να μην απελπίζονται με τις καταστάσεις, να αξιολογούν αυστηρά τις συνεργασίες τους, να προσπαθούν να σχεδιάσουν την πορεία τους, να εξελίσσουν την πένα και τις γνώσεις τους και, φυσικά, να γράφουν όσο περισσότερο μπορούν.

Διαβάστε επίσης:

Αγγελίνα Παπαδημητρίου – Αίμα από Ασήμι: Ένα βιβλίο φαντασίας από τις εκδόσεις Χάρτινη Πόλη