Ορμώμενη από τη Μισαλλοδοξία (Intolerance), τη μνημειώδη, σπονδυλωτή, βωβή ταινία του D.W. Griffith, η σκηνοθέτις Ιώ Βουλγαράκη συνθέτει, με σημερινούς θεατρικούς όρους, ένα βωβό μουσικοθεατρικό έπος, πολιτικο- κοινωνικής και υπαρξιακής αυτογνωσίας, το οποίο παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.

Στη δική της Μισαλλοδοξία, η Ιώ Βουλγαράκη δραματοποιεί μόνο την τελευταία από τις τέσσερις ιστορίες της ταινίας, στην οποία ένας αθώος καταδικάζεται για ένα έγκλημα που δεν διέπραξε ποτέ, με φόντο τον άγριο καπιταλισμό και πουριτανισμό της Αμερικής του 1914-15.

Πόσο έχουν, άραγε, αλλάξει οι άνθρωποι από τότε; Είναι τόσο δύσκολο τελικά να συνυπάρξουμε, να πλησιάσουμε και να αγκαλιάσουμε τον διπλανό μας;

Ο Griffith έλεγε πως: «Η πλειονότητα των ανθρώπων προτιμά οτιδήποτε άλλο εκτός απ’ την ειρήνη». Και δυστυχώς ο λόγος του ακούγεται σήμερα ανατριχιαστικά επίκαιρος, γιατί βλέπουμε καθημερινά σε όλο τον κόσμο ότι οι άνθρωποι συσπειρώνονται πιο εύκολα για χάρη του μίσους, παρά της αγάπης… Η μισαλλοδοξία επιβιώνει πάντοτε και παντού, μέσα και γύρω μας. Το θέμα είναι τι κάνουμε εμείς οι ίδιοι για να ξεφύγουμε από αυτή.

Με αφορμή την παράσταση στη Στέγη, ο Νίκος Χατζόπουλος, χαμηλών τόνων καλλιτέχνης που μιλάει όμως «ηχηρά» μέσα από την δουλειά του, μοιράστηκε μαζί μας τις σκέψεις του για την παράσταση, την ανθρώπινη μισαλλοδοξία που «δυναμιτίζει τη συνύπαρξη» και το αντίθετό της που θα μπορούσε να είναι η αγάπη.

«Αγάπη με στόχο την κοινή συνύπαρξη, για να μπορέσουμε να βαδίσουμε μαζί μπροστά ως ανθρωπότητα», όπως αναφέρει και ο ίδιος χαρακτηριστικά.

Ας δούμε λοιπόν αυτή την παράσταση ως μήνυμα αισιοδοξίας για ένα καλύτερο μέλλον…


Με σημείο εκκίνησης την Μισαλλοδοξία του Griffith

Ο D.W. Griffith υπήρξε από τους πρωτοπόρους, επαναστάτες σκηνοθέτες και ταυτόχρονα από τους ανθρώπους που άφησαν τεράστια παρακαταθήκη στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ένας καλλιτέχνης που άνοιξε καινούρια κεφάλαια στην ιστορία αυτού του μέσου. Η Μισαλλοδοξία (Intolerance) ήταν μια σπονδυλωτή ταινία, που είχε παράλληλα τέσσερις ιστορίες, οι οποίες αναφέρονταν στην ανθρώπινη μισαλλοδοξία ανά τους αιώνες. Η σκηνοθέτις μας, Ιώ Βουλγαράκη διάλεξε τη μία από αυτές τις ιστορίες, την σύγχρονη, που αφορούσε μία προσωπική ιστορία σε ένα περιβάλλον κοινωνικής αναταραχής -με τις διεκδικήσεις των εργαζομένων, τις απεργίες, τις απολύσεις, τις μεταναστεύσεις- στις αρχές του 20ου αιώνα στην Αμερική. Η ιστορία αυτή κρατήθηκε, ως μία ιστορία που θα είχε αναφορά και σε σημερινές καταστάσεις, οι οποίες είναι ακόμα ζωντανές. Το θέμα «Μισαλλοδοξία», ειδικά στην εποχή μας, νομίζω είναι σε όξυνση.

Εσείς, πως θα ορίζατε την «μισαλλοδοξία»;

Η μισαλλοδοξία, εξ’ ορισμού, είναι το να θέλω εγώ να σου επιβάλλω τη γνώμη μου ή τον τρόπο ζωής μου ή την άποψή μου για την δική σου ζωή, τη στάση σου, την ηθική σου, τα πιστεύω σου κ.ο.κ. Η μη ανοχή της διαφορετικότητας, αν θέλετε. Η μη ανοχή του ότι κάποιος δίπλα μας μπορεί να ζει με τους δικούς του κανόνες (ηθικούς, πολιτικούς, πολιτιστικούς) και να μπορεί να συνυπάρξει παρ’ όλα αυτά μαζί μας. Αυτό που δυναμιτίζει η ανθρώπινη μισαλλοδοξία είναι η συνύπαρξη. Οι άνθρωποι όμως για να συνυπάρξουν έχουν ανάγκη την διαφορετικότητα.

Γιατί πιστεύετε ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να δεχτούν τη διαφορετικότητα του άλλου και να συνυπάρξουν αρμονικά;

Αυτό πραγματικά δεν το ξέρω. Επειδή είναι ένα θέμα που παρατηρείται ανά τους αιώνες, σύμφυτο με την ιστορία της ανθρωπότητας και δεν μπορούμε να πούμε που οφείλεται. Ίσως έχει να κάνει και με την διάθεση του ανθρώπου να αντιτίθεται στο γεγονός ότι σχηματίζει αγέλες, ως ζων οργανισμός, για να μπορέσει να ζήσει. Ίσως έχει  να κάνει με την επιθυμία για εξουσία· για να έχει κάποιος την ασφάλεια ότι διατηρεί την εξουσία πρέπει να «πνίξει» όλες τις πιθανόν αποκλίνουσες φωνές. Όπως και να’ χει, πάντα η ανθρώπινη σκέψη προσπαθεί να πάει κόντρα, να επιβάλλει κανόνες πολιτισμού και φιλοσοφίας, με στόχο την ειρηνική συνύπαρξη. Δυστυχώς όμως φαινόμενα μισαλλοδοξίας όπως: η βία, ο πόλεμος, η επιβολή του ενός στον άλλο, δεν σταματάμε να βλέπουμε συνεχώς γύρω μας…

Θα μπορούσατε να αναφέρετε μερικά παραδείγματα μισαλλοδοξίας που αντικρίζετε καθημερινά και επιστρέφουν στο μυαλό σας με αφορμή την παράσταση;

Πάρα πολλά.. Για παράδειγμα, η άρνηση του ότι υπάρχουν μειονότητες οι οποίες μπορούν να ζουν με τον δικό τους τρόπο και έχουν κι αυτές δικαίωμα σε μια αξιοπρεπή ζωή. Επίσης, το θέμα μισαλλοδοξία διεθνώς, με τις φονταμενταλιστιστικές ενέργειες ένθεν και ένθεν, είναι πολύ ζωντανό και πολύ φλέγον. Όλες οι ολοκληρωτικές μορφές κυβερνήσεων, που ουσιαστικά επιβάλλουν ένα δικό τους κώδικα, εξουδετερώνουν κάθε τι διαφορετικό, την ποικιλότητα του ανθρώπινου είδους και σκέψης.

Καλείστε λοιπόν να μεταφέρετε από τον βωβό κινηματογράφο στη σκηνή μία ιστορία για την μισαλλοδοξία, χωρίς καθόλου λόγια.

Ως φόρος τιμής στον Griffith και στην ταινία του, θα μπορούσαμε να πούμε, επιλέχθηκε σαν συνθήκη η παράσταση να είναι βωβή. Οι ιστορίες μεταφέρονται στη σκηνή και με νοήματα, όπως στο θέατρο κωφαλάλων ή στην παντομίμα. Στη δική μας περίπτωση όμως, το θέμα ήταν να βρούμε έναν τρόπο ώστε να μην χρειάζονται καθόλου τα λόγια. Δηλαδή, να μπορεί η σκηνική συμπεριφορά μας, η σωματική μας δράση, να είναι αρκετή ώστε να μεταφέρει στον θεατή την ιστορία που αφηγούμαστε.

Ακούγεται αρκετά δύσκολο το εγχείρημα, αν λάβουμε υπόψιν πως πρόκειται για έναν δεκαμελή θίασο..

Είναι όντως πολύ δύσκολο να γίνει. Όπως καταλαβαίνετε, ο καθένας είχε τη δική του προσέγγιση. Έπρεπε λοιπόν να εφεύρουμε εξ’ αρχής μία κοινή γλώσσα επικοινωνίας, που δεν θα ήταν τα λόγια –κοινή παραδοχή σε όλους- αλλά μία νέα σκηνική γλώσσα, ομοιογενή. Αυτό που κάνουμε στην «Μισαλλοδοξία» έχει μεγάλη σχέση και με τον χορό, μία τέχνη δηλαδή που επικοινωνεί πράγματα χωρίς να χρειάζονται λόγια. Η παράστασή μας βασίζεται ταυτόχρονα σε πολλούς κώδικες: της κίνησης –της σκηνικής δράσης δηλαδή των ηθοποιών-, της μουσικής η οποία είναι ζωντανή με τέσσερις μουσικούς επί σκηνής, και με την συνδρομή –όπου  αυτό είναι αναγκαίο και συμπληρωματικό- γραπτού κειμένου, σε μορφή υπερτίτλων. Κι αυτό επίσης είναι μία αναφορά στον βωβό κινηματογράφο, που χρησιμοποιούσε μεσότιτλους όταν ήταν απαραίτητο για να μεταδώσει πληροφορίες οι οποίες δεν περνούσαν μόνο από την εικόνα. Χρησιμοποιήσαμε λοιπόν και αυτό το μέσο. Επομένως, αυτό που μεταφέρεται στον θεατή είναι ένας συνδυασμός πολλών πραγμάτων, η αφήγηση συντίθεται από πολλά επίπεδα, από πολλές «γλώσσες».

Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, ποιος είναι ο προσδοκώμενος αντίκτυπος αυτής της παράστασης στον θεατή;

Και μόνο το θέμα της μισαλλοδοξίας, που βρίσκεται σε έξαρση παντού γύρω μας σήμερα, είναι πολύ σημαντικό νομίζω… Το να σκεφτούμε δηλαδή κάποια πράγματα σε πιο προσωπικό επίπεδο, για το πώς μπορούμε να ξεφύγουμε από την μισαλλοδοξία στην καθημερινότητά μας. Το αντίθετο της μισαλλοδοξίας θα μπορούσε να είναι η αγάπη! Κι όταν λέω αγάπη εννοώ σε κοινωνικό επίπεδο που σημαίνει: ανοχή της διαφορετικότητας του άλλου και αποδοχή του άλλου, εφόσον και αυτός έχει την ίδια διάθεση αποδοχής απέναντί μου. Αγάπη με στόχο την κοινή συνύπαρξη, για να μπορέσουμε να βαδίσουμε μαζί μπροστά ως ανθρωπότητα.

*Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου


Η «Μισαλλοδοξία» παρουσιάζεται στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών μέχρι τις 31 Ιανουαρίου 2016