Με ημερομηνία εξόδου την 5η Δεκεμβρίου, πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013 η δημοσιογραφική προβολή της νέας ταινίας του Παντελή Βούλγαρη, «Μικρά Αγγλία».

Μετά την προβολή ακολούθησε συνέντευξη τύπου, όπου σκηνοθέτης (Παντελής Βούλγαρης) και σεναριογράφος (Ιωάννα Καρυστιάνη) μίλησαν για την ταινία. Η ζεστασιά, η αγάπη και ο ενθουσιασμός που συνόδευε την κάθε τους λέξη ήταν καθρέφτης του τρόπου με τον οποίο αφιερώθηκαν και υπηρέτησαν την «Μικρά Αγγλία», μια από τις καλύτερες ελληνικές παραγωγές του 2013.

Το culturenow.gr ήταν εκεί και σας μεταφέρει τις δηλώσεις τους.

Επίμελεια: Ελένη Φιλίππου

Από το βιβλίο στην Μεγάλη Οθόνη

Ιωάννα Καρυστιάνη: Όταν μας έγινε η πρόταση, βρισκόμασταν στην Άνδρο και πίναμε ρακιά σε μια παρέα. Εκεί ο Παντελής μου λέει, γράψε εσύ το σενάριο. Έτσι λοιπόν, διάβασα ξανά το βιβλίο και το κλείδωσα στο συρτάρι. Πλέον γνωρίζω ότι άλλο πράγμα είναι η πεζογραφία, άλλο το σενάριο και άλλο η ταινία. Ήθελα να δημιουργήσω τις προϋποθέσεις για μια αυτόνομη δουλειά και να δώσω την απαραίτητη ελευθερία στον Παντελή, ο οποίος και μου έδωσε ένα σήμα από την αρχή διαλέγοντας ανάποδα τα χρώματα των πρωταγωνιστριών μου: στο βιβλίο η Όρσα είναι ξανθιά και η Μόσχα μελαχρινή. Βλέποντας την ταινία θεωρώ ότι πολλά πράγματα ξεπέρασαν κατά κάποιο τρόπο τις προσδοκίες μου. Το λογοτεχνικό κείμενο, οι σελίδες του σεναρίου, είναι λόγια. Λέξεις. Η εικόνα πάλι είναι κάτι τελείως διαφορετικό. Εκεί ο Παντελής μαζί με τους στενούς του συνεργάτες (διευθυντή φωτογραφίας, ενδυματολόγο, σκηνογράφο, κλπ) και κυρίως τους ηθοποιούς καλούνται να μεταφέρουν μια ιστορία και την ατμόσφαιρά της στους θεατές. Κυρίως όμως οι ηθοποιοί, καθώς ο θεατής παρακολουθώντας την ταινία δεν βλέπει τον Βούλγαρη ή τον σεναριογράφο. Βλέπει τα πρόσωπα της ιστορίας, τα οποία προσπαθούν να τον οδηγήσουν στην πλοκή και στο πέλαγος των συναισθημάτων. Πιστεύω ότι η ταινία έχει δύναμη και ψυχή. Αυτό ήθελα. Κλειδώνοντας το βιβλίο στο συρτάρι σκέφτηκα ποια είναι η γκάμα των ανθρώπινων σχέσεων, ποια είναι η ιεραρχία και οι σχέσεις εξουσίας σε μια οικογένεια, πώς αυτή τοποθετείται μέσα σε ένα συγκεκριμένο κοινωνικό περίγυρο με αυστηρές επιταγές λόγω της ναυτικής ιδιαιτερότητας και τοιουτοτρόπως έκανα μια αρκετά ελεύθερη διασκευή της πλοκής του βιβλίου. Εύχομαι αυτό να λειτουργήσει στους θεατές που θα δουν την ταινία, καθώς στόχος μου ήταν να μην χρειάζεται ο κόσμος να ανατρέχει συνεχώς στο βιβλίο ώστε να την παρακολουθήσει. Θέλω να ξεχάσει την ύπαρξη του βιβλίου και να βυθιστεί μέσα στην ατμόσφαιρα των εικόνων.

Παντελής Βούλγαρης: Το πρόβλημα με την μεταφορά ενός βιβλίου στον κινηματογράφο, και μάλιστα αγαπημένου, είναι ότι ο πρώτος σκηνοθέτης είναι ο αναγνώστης. Αυτός έχει φανταστεί τα πρόσωπα, τους χώρους, τα συναισθήματα. Και αυτό είναι πάντα ένα πρόβλημα στις μεταφορές αγαπημένων βιβλίων: κατά πόσο το πλησιάσαμε, το ξεπεράσαμε ή μείναμε πίσω. Το βιβλίο το διάβασα όταν το δακτυλογραφούσε η Ιωάννα, και όπως και με όλα τα βιβλία της, πάντα με ξαφνιάζει με το πώς φτιάχνει την δομή, τα πρόσωπα, τους χαρακτήρες. Όταν, λοιπόν, μας έγινε η πρόταση για να κάνουμε την ταινία, τότε ξαναδιάβασα το βιβλίο και είδα ότι άξιζε τον κόπο. Ξέρετε, φυσικά, ότι πάντα ένας σκηνοθέτης έχει στη βαλίτσα του ιστορίες που ονειρεύεται να τις γυρίσει. Άλλες φορές έχει την τύχη να τις πραγματοποιεί, άλλες φορές παραμένουν απλά όνειρα. Διάβαζα πρόσφατα για τον Κιούμπρικ, ότι το αγαπήμενο του θέμα ήταν ο Ναπολέων, είχε συγκετρώσει και διαβάσει τα πάντα γύρω από την προσωπικότητά του, και όμως δεν κατάφερε ποτέ να κάνει την ταινία. Το όνειρό του έμεινε απραγματοποίητο. Όπως επίσης ο Ταρκόφσκι, ο Τσέχωφ ή ο Ντοστογιέφσκι, όλοι τους είχαν κάτι ακόμα να πουν και που δεν κατάφεραν ή δεν πρόλαβαν να κάνουν. Εγώ είμαι τυχερός που κατάφερα να κάνω την «Μικρά Αγγλία».

Η Άνδρος και η «Μικρά Αγγλία»

Ιωάννα Καρυστιάνη: Είχαμε υποσχεθεί ότι στην Άνδρο θα γίνουν οι πρώτες προβολές. Οπότε στις 29, 30 Νοεμβρίου και 1 Δεκεμβρίου ετοιμάζεται η Άνδρος να υποδεχτεί την ταινία με δωρεάν είσοδο για όλο τον κόσμο που μας βοήθησε, καθώς η ταινία είναι εξολοκλήρου παραγωγή της Άνδρου. Και είναι εξαιρετικό το γεγονός ότι η Άνδρος είναι ένα νησί που είναι δύσκολο λόγω της παράδοσης… οι άνθρωποι είναι κλειστοί και απόμακροι και όμως, ξαφνικά, πέρυσι το χειμώνα όλοι έγιναν έξω καρδιά. Μπορεί να είναι και η γενικότερη οικονομικοπολιτική κατάσταση που έχει επιβαρύνει την διάθεση και τις ζωές των ανθρώπων, αλλά είδαν την ταινία σαν μια ευκαιρία, τους έδωσε κουράγιο, ενδιαφέρον και περιέργεια για μια συλλογική περιπέτεια. Και αυτό ήταν κάτι που βοήθησε καθοριστικά την ταινία, αλλά και τους Ανδριώτες.

Τα σκηνικά

Ιωάννα Καρυστιάνη: ο Αντώνης Δαγκλίδης, ο οποίος έκανε τα σκηνικά της ταινίας, είχε μια πολύ συγκεκριμένη και πολύ ενδιαφέρουσα άποψη: όταν πάμε να κάνουμε μια ταινία εποχής σε ένα συγκεκριμένο χώρο δεν νοικιάζουμε έπιπλα από αποθήκες και φροντιστήρια και απλά τα μεταφέρουμε. Για την πιστότητα της ατμόσφαιρας, αλλά και την αξιοποίηση των τοπικών δυνατοτήτων, έψαξε πρώτα στην Άνδρο. Και το καταπληκτικό είναι ότι βρήκε τα πάντα εκεί, θυμίζοντας στους Ανδριώτες την αξία που έχουν τα διάφορα κειμήλια και έπιπλα που είναι παρατημένα στις αποθήκες. Επίσης ο Δαγκλίδης έφτιαξε προσόψεις και κάποια εσωτερικά για 80 καταστήματα. Η γραμμή όμως πάνω στην οποία είχαν συμφωνήσει μαζί με τον Παντελή ήταν να μην αναλωθεί η ταινία και η κάμερα σε μια επίδειξη ντεκόρ, να μην καταπίνει το γύρω γυρώ τα πρόσωπα. Αυτό που θέλαμε ήταν να πλαισιώνει ο διάκοσμος τους ήρωες διακριτικά, σχεδόν αέρινα.

Το κάστινγκ των ηθοποιών

Παντελής Βούλγαρης: Το κάστινγκ είναι ένα πολύ βασικό στοιχείο της ταινίας και το ψάχνω πάντα πάρα πολύ. Εδώ όμως συνέβη το εξής περίεργο. Την Πηνελόπη Τσίλικα που παίζει την Όρσα την είδα σε μια ταινία της Κωνσταντίνας. Μας είχε καλέσει η Κωνσταντίνα για κομπάρσους σε μια σκηνή στο δικαστήριο. Εκεί είχε μαζί και νέους, «αναρχικούς» και εκεί την είδα. Παρατήρησα το πώς αντιδρούσε με την φωνή της, την ενέργειά της δηλαδή στην πράξη. Και από ένστικτο πίστευα από εκείνη την στιγμή ότι είναι αυτή που κάνει για τον ρόλο. Είδα στην συνέχεια πολλά άλλα πρόσωπα, αλλά στο μυαλό μου διατηρούσα την εικόνα της Πηνελόπης. Το κάστινγκ είναι μια περίεργη διαδικασία. Διαφωνώ με τους συναδέλφους που βάζουν έναν βοηθό να παίρνει ένα δακτυλογραφημένο βιογραφικό και δύο φωτογραφίες. Για τις «Νύφες», π.χ., είδα 2.400 κοπέλες για τους δύο βασικούς ρόλους. Και η επιλογή έγινε μέσα από μια πολιτισμένη διαδικασία, όπου υπάρχει ο κατάλληλος χρόνος για να δεις τον άνθρωπο που έρχεται να σε συναντήσει. Έτσι ανακαλύπτω πράγματα που τα βιογραφικά δεν τα γράφουν, ότι π.χ. παίζουν φυσαρμόνικα ή ότι τους αρέσει ο Καραγκιόζης. Και από εκεί μάλιστα παίρνω πολλές φορές ιδέες για το σενάριο. Επίσης, την Ανέζα Παπαδοπούλου, περίφημη ηθοποιός, την φλέρταρα από το «Ακροπόλ» για να συνεργαστούμε. Τον Χρήστο Καλαβρούζο τον ήξερα από τις αρχαίες τραγωδίες που είχε κάνει, από την πορεία του τόσα χρόνια στο Εθνικό. Στους μικρότερους ρόλους δούλεψα και με τους δύο ερασιτεχνικούς θιάσους της Άνδρου. Αυτό είναι κάτι που πλέον το ξέρω καλά: Το ερασιτεχνικό θέατρο στην περιφέρεια είναι πολύ προχωρημένο με καταπληκτικές παράστασεις. Το ίδιο είχα κάνει και στην «Ψυχή Βαθειά». Προσπαθώ πάντα να δω μέσα από το πρόσωπο το ήθος της εποχής, όπως το βλέμμα, τα χαρακτηριστικά, κλπ. Μου αρέσει πολύ η διαδικασία του κάστινγκ και το να ψάχνω για χώρους. Μπορώ να πω ότι η προεργασία μιας ταινίας είναι πιο σημαντική από το γύρισμα. Γιατί εκεί πλάθεται η ταινία.

Για το μοντάζ

Τάκης Γιαννόπουλος: Αρχίσαμε το μοντάζ 8 Μαρτίου και τελειώσαμε 8 Νοεμβρίου. Από την δεύτερη μέρα γυρίσματος είχαμε το πρώτο υλικό. Ήταν 3 σκηνές. Αμέσως πήρα τον Παντελή τηλέφωνο και του είπα ότι το υλικό είναι πάρα πολύ καλό. Θεωρώ ότι είναι η πιο ώριμη ταινία που έχει κάνει μέχρι τώρα. Και φάνηκε από τα πρώτα κιόλας πλάνα που είδαμε στο μοντάζ. Από εκεί και πέρα ξεκίνησε μια αρκετά μεγάλη διαδικασία. Το πρώτο μοντάζ ήταν 4 ώρες και 20 λεπτά και το φτάσαμε στην τελική μορφή του που είναι 2 ώρες και 20 λεπτά.

Για την προτίμηση σε ταινίες εποχής έναντι του τώρα

Παντελής Βούλγαρης: Το πρόβλημα είναι ότι οι ταινίες μου που αφορούσαν πιο άμεσα πολιτικά προβλήματα ή θέματα της πρόσφατης ιστορίας, έπρεπε να περάσει χρόνος ώστε να μπορείς να τα προσεγγίσεις ψύχραιμα, με έρευνα και μελέτη. Ενώ έκανα τις «Νύφες», είχα πάει στην Καστοριά για να βρώ χώρους για την ταινία. Από μακριά μου έδειξαν τον Γράμμο και το Βίτσι. Η γεωγραφική αίσθηση της περιοχής με έκανε να επιστρέψω στην Αθήνα και να ανασύρω βιβλία που είχα συγκεντρώσει και που αφορούσαν τον εμφύλιο. Προσπαθούσα με αυτόν τον τρόπο να καταλάβω, καθώς η έρευνα γύρω από τον εμφύλιο είναι δύσκολη, με πολλά ερωτηματικά και σφραγισμένα αρχεία. Έτσι, λοιπόν, γύριζα τις «Νύφες» και ταυτόχρονα διάβαζα για τον εμφύλιο. Όταν ολοκλήρωσα την έρευνα, μετά από 3-4 χρόνια, ένιωσα ότι έπρεπε να κάνω μια ταινία για αυτό. Θέλω να πω με αυτό ότι τα «Πέτρινα Χρόνια», το «Happy Day», το «Ψυχή Βαθειά» γίνανε μετά από χρόνο. Φυσικά και με ενδιαφέρει το παρόν, αλλά σκεφτόμενος το βασικό μου πρόσωπο πού να καταλήξω; Σε έναν βουλευτή του Πασόκ; Σε έναν που χάνει την δουλειά του και γυρίζει σπίτι του; Στον Ράιχενμπαχ; Ποιό από όλα αυτά τα πρόσωπα;

Ιωάννα Καρυστιάνη: Κανένας καλλιτέχνης δεν καταπιάνεται με κάτι που είναι τόσο δαπανηρό και χρονοβόρο, εάν δεν τον καίει κάτι μέσα του. Ζούμε σε μια εποχή που είναι πραγματικά δύσκολη και δραματική. Αλλά πιστεύω ότι αυτό που συνιστά την ανθρώπινη ύπαρξη και που βοηθάει τους ανθρώπους να συγκροτήσουν μια πλήρη προσωπικότητα έχει πολύ μεγαλύτερες απαιτήσεις από τα να είναι μόνο με το μπλοκάκι για τα χρέη ή να κάνουν ταινίες, βιβλία, παραστάσεις που να είναι μονοθεματικά για το τώρα. Πιστεύω ότι η ανθρώπινη περιπέτεια, το πώς αντιμετωπίζονται οι σχέσεις των ανθρώπων διαχρονικά είναι και αυτό που έχει σημασία. Η «Μικρά Αγγλία», για παράδειγμα, είναι μια καδένα από τα πρόσωπα της ιστορίας των μελών μιας οικογένειας που εκεί παίζονται πάρα πολλά. Είναι σχέσεις εξουσίας και ιεραρχίας. Είναι υποταγή σε συνθήκες ενός κοινωνικού περιβάλλοντος, όπου οι άνθρωποι δεν αντέχουν πια και ξεπερνούν τα όριά τους. Πιστεύω ότι αυτό που έχει σημασία σε κάθε εποχή είναι να αντιμετωπίζεις με σοβαρότητα το θέμα των ανθρωπίνων σχέσεων. Η ταινία μας λέει εντέλει ότι τα σωθικά της ανθρώπινης ύπαρξης είναι τα συναισθήματα. Και αυτό είναι πολύτιμο. Γιατί ο άνθρωπος έχει ανάγκη το πάθος, τον έρωτα, την φιλία, τις σχέσεις, την αλληλεγγύη, τον σεβασμό στο πένθος και την δυνατότητα επιλογών. Ο άνθρωπος που έχει κάτι να αγαπά είναι πλήρης προσωπικότητα και έτοιμος να αγωνιστεί για την ίδια την ζωή. Αισθάνομαι ότι στην εποχή μας πιέζονται οι καλλιτέχνες να δώσουν τραβηγμένες εξηγήσεις για να ταυτίσουν την δουλειά τους με την κρίση. Θα μπορούσε και ο Παντελής να βρει μια αλληγορία και να πει ότι η Μίνα συμβολίζει την Μέρκελ ή ότι η οικογένεια υποφέρει από τα δεινά της Τρόικας. Δεν έχουμε καμία πρόθεση να εξαπατήσουμε και να πούμε ότι η ταινία τα περιέχει όλα. Αλλά πιστεύουμε ακράδαντα όλοι όσοι δουλέψαμε στην ταινία, ότι αυτό που έχει ουσιαστική, έντιμη και ειλικρινή ματιά πάνω στις ανθρώπινες αντοχές βοηθάει τους ανθρώπους σε οποιαδήποτε εποχή.