Η Weird Wave παρουσιάζει στους κινηματογράφους από τις 2 Ιουνίου 2016 την ταινία Η Αποικία (Colonia), σε σκηνοθεσία του Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ, με την Έμα Γουάτσον.

Ο βραβευμένος με Όσκαρ Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ σκηνοθετεί την άγνωστη, συγκλονιστική ιστορία της Colonia Dignidad, μιας θρησκευτικής σέκτας στη Χιλή του Πινοτσέτ, δημιούργημα ενός πρώην αξιωματικού των Ναζί και μετέπειτα ιεροκήρυκα. Πρωταγωνιστούν οι Έμα Γουάτσον («Χάρι Πότερ», «Νώε»), Ντάνιελ Μπριλ («Rush», «Άδωξοι Μπάσταρδη») και Μίκαελ Νίκβιστ (τριλογία «Το Κορίτσι με το Τατουάζ»), σε μια αγωνιώδη ταινία που ακολουθεί την μεγάλη παράδοση των πολιτικών θρίλερ των ‘70s.

Χιλή 1973. Στρατιωτικό πραξικόπημα. Τα πλήθη βγαίνουν στους δρόμους και διαμαρτύρονται ενάντια στον Στρατηγό Πινοτσέτ. Ανάμεσά τους η Λένα (Έμα Γουάτσον) και ο Ντάνιελ (Ντάνιελ Μπριλ), ένα νεαρό ζευγάρι που, όπως πολλοί άλλοι, συλλαμβάνονται από τη μυστική αστυνομία. Πολύ σύντομα ο Ντάνιελ μεταφέρεται σε μια κρυφή στρατιωτική εγκατάσταση όπου γίνονται ανακρίσεις και βασανιστήρια, χτισμένη κάτω από την γερμανική κοινότητα Colonia Dignidad («Αποικία Αξιοπρέπεια») την οποία χρησιμοποιεί ως κάλυψη. Κάτω από τις εντολές του αρχηγού της, του ιεροκήρυκα Πολ Σέιφερ, η Colonia παρουσιάζεται σαν μια φιλανθρωπική οργάνωση, στην πραγματικότητα όμως πρόκειται για μια θρησκευτική και στρατιωτική σέκτα, από την οποία δεν έχει αποδράσει ποτέ κανείς. Μέσα στην απελπισία της, η Λένα αποφασίζει να γίνει μέλος της μυστηριώδους αίρεσης, ελπίζοντας ότι θα βρει τον Ντάνιελ και θα τον βοηθήσει να αποδράσει.

Σκηνοθεσία: Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ

Σενάριο: Τόρστεν Βέντσελ, Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ

Παραγωγή: Μπέντζαμιν Χέρμαν, Νίκολας Στάιλ

Διεύθυνση φωτογραφίας: Κόλια Μπραντ

Μοντάζ: Χάνσγιοργκ Βάισμπριτς

Μουσική: Αντρέ Ντζιέζουκ, Φερνάντο Βελάθκεθ

Πρωταγωνιστούν: Έμα Γουάτσον, Ντάνιελ Μπριλ, Μίκαελ Νίκβιστ, Ριτσέντα Κάρεϊ

Διάρκεια: 110’

2015 – Γερμανία, Λουξεμβούργο, Γαλλία

Βασισμένη σε αληθινά γεγονότα, η ταινία αφηγείται μια ερωτική ιστορία και ένα πολιτικό θρίλερ, που εξελίσσονται στη διάρκεια ενός από τα σκοτεινότερα κεφάλαια του Ψυχρού Πολέμου.

“Όλοι οι φαν των κλασικών ταινιών αγαπούν τα σπουδαία θρίλερ της δεκαετίας του ’70”, εξηγεί ο παραγωγός Μπέντζαμιν Χέρμαν. “Οι «Τρεις Μέρες του Κόνδορα» και «Όλοι οι Άνθρωποι του Προέδρου» υπήρξαν δύο από αυτές, καθώς παραδίδουν ένα σημαντικό μήνυμα μέσα από την ψυχαγωγία και το σασπένς. Σαράντα χρόνια αργότερα, ο συνδυασμός της αγωνίας και του μηνύματος εμφανίστηκαν και πάλι στα φιλμ «Επιχείρηση: Argo» και «Το Παιχνίδι της Μίμησης», δύο εξαιρετικά παραδείγματα μοντέρνου θρίλερ, που ελκύουν το κοινό και ταυτόχρονα το παίρνουν πολύ σοβαρά – και αυτός είναι ο στόχος της ταινίας «Η Αποικία». Δεν θέλαμε να κάνουμε μια ταινία μόνο για τα γεγονότα, τους μηχανισμούς της CIA, τη γερμανική κυβέρνηση και το καθεστώς Πινοτσέτ. Θέλαμε να επικεντρωθούμε στην «Αποικία Αξιοπρέπεια» αυτός το κράτος εν κράτει, καθώς αυτό προσδίδει ακόμα μεγαλύτερη ένταση στην ιστορία των κεντρικών μας χαρακτήρων”.

Η «Αποικία Αξιοπρέπεια» δημιουργήθηκε το 1961 από τον Γερμανό ιεροκήρυκα Πολ Σέιφερ και τους οπαδούς του. Επρόκειτο για μια ερμητικά απομονωμένη κατασκήνωση 350 χλμ. νότια από το Σαντιάγο της Χιλής, την οποία διοικούσε ο Σέιφερ για περίπου 40 χρόνια, ενώ όλοι οι κάτοικοί της ήταν αιχμάλωτοι στο δικτατορικό του κράτος εν κράτει, ζώντας σύμφωνα με τους αυταρχικούς του κανόνες. Η Colonia Dignidad είχε χτιστεί αρχικά ως «πρότυπο γερμανικό χωριό» και με την πρόφαση της φιλανθρωπικής οργάνωσης προς όφελος των αγροτικών πληθυσμών της περιοχής, κατάφερε να γίνει μια από τις μεγαλύτερες φάρμες στη Χιλή. Στη διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών, ελάχιστοι άνθρωποι κατάφεραν να αποδράσουν από την Αποικία, καθώς οι περισσότεροι από τους έγκλειστους που προσπάθησαν να διαφύγουν αναγκάζονταν να επιστρέψουν, με την συνδρομή της Γερμανικής Πρεσβείας που συνεργαζόταν στενά με τον Σέιφερ.

Όταν ο Πινοτσέτ ανέλαβε την εξουσία με πραξικόπημα το 1973,  ξεκίνησε ένα ακόμα σκοτεινότερο κεφάλαιο. Λόγω των στενών δεσμών του με τη μυστική υπηρεσία DINA (Dirección de Inteligencia Nacional), ο Σέιφερ επέτρεψε στο καθεστώς να χρησιμοποιήσει την Colonia ως χώρο βασανιστηρίων των πολιτικών κρατουμένων. Επίσης παρήγαγε και εμπορευόταν όπλα και δηλητηριώδη αέρια για την στρατιωτική κυβέρνηση, ενώ προσπάθησε ακόμα και να εμπλουτίσει ουράνιο. Οι πρώτες αναφορές των ΜΜΕ στα τέλη της δεκαετίας του ’70 σοκάρισαν τον κόσμο, χωρίς όμως να υπάρξει καμία απολύτως συνέπεια στη Χιλή. Μόνο όταν ο Πινοτσέτ παραιτήθηκε το 1990 προχώρησαν οι νομικές υπηρεσίες σε επίσημες κατηγορίες κατά του Σέιφερ, ο οποίος απέδρασε στην Αργεντινή. Συνελήφθη το 2004 και καταδικάστηκε από τη δικαιοσύνη της Χιλής σε 33 χρόνια φυλάκισης, για χιλιάδες περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης παιδιών και άλλα εγκλήματα. Ο Σέιφερ πέθανε στη φυλακή, στο Σαντιάγο, το 2010, ενώ τα πρώην μέλη της Αποικίας παρέμειναν στον χώρο και ανέλαβαν την ιδιοκτησία, μετονομάζοντάς την σε Villa Baviera.

Ο Γκάλενμπεργκερ έγραψε τον πρωταγωνιστικό αντρικό ρόλο για τον Μπριλ καθώς είχαν συνεργαστεί στο παρελθόν, και είναι πλέον εδώ και χρόνια καλοί φίλοι. Η ομάδα χρειαζόταν όμως και μια ισχυρή γυναίκα ηρωίδα, και το ενδιαφέρον της Γουάτσον για τον ρόλο την έκανε ιδανική. “Χρειαζόμουν μια ηθοποιό με φωτεινή αύρα και λαμπερή παρουσία, και η Έμα είναι ακριβώς έτσι. Νομίζω ότι ο βασικός λόγος που η Έμα μπήκε στην ομάδα μας είναι το ενδιαφέρον της για την πολιτική, και από την αρχή αφοσιώθηκε στο να μάθει όσο το δυνατόν περισσότερα για την «Αποικία Αξιοπρέπεια». Επίσης, ήταν σημαντικό για εκείνη να ερμηνεύσει μια γυναίκα που παίρνει την κατάσταση στα χέρια της και δεν φοβάται τις προκλήσεις. Ο χαρακτήρας της ρισκάρει τα πάντα για να καταφέρει αυτό που θεωρεί σημαντικό, όπως άλλωστε είναι και η Έμα στην πραγματική ζωή της”. Και ο παραγωγός προσθέτει: “Όταν η Έμα και ο Ντάνιελ συναντήθηκαν πρώτη φορά στο Λονδίνο, νιώσαμε αμέσως την καλή χημεία μεταξύ τους και ξέραμε ότι είχαμε βρει το πρωταγωνιστικό μας ζευγάρι“.

Το δυσκολότερο κομμάτι του casting ήταν ίσως να βρεθεί ο ηθοποιός για τον τρίτο πρωταγωνιστικό ρόλο, αυτόν του Πολ Σέιφερ. “Πολλοί ηθοποιοί ήταν διστακτικοί στο να αναλάβουν αυτόν το ρόλο. Ο Σουηδός Μίκαελ Νίκβιστ, που έγινε γνωστός από την ερμηνεία του στην τριλογία Millenium, ήταν από την αρχή πρώτη επιλογή, αλλά είχε δεσμευτεί σε άλλα project. Ήταν τόσο σημαντική η συμμετοχή του όμως για τη δυναμική της ταινίας, που επανασχεδιάσαμε τις μέρες γυρισμάτων, ώστε να μπορέσει να παίξει τον ρόλο. Το ότι τελικά τα καταφέραμε, για μας ήταν ένα δώρο!” εξηγεί ο Χέρμαν, ενώ ο σκηνοθέτης αναφέρει: “Δεν ήταν καθόλου εύκολο να ξεκινήσεις τα γυρίσματα της ταινίας, χωρίς να έχεις δει καθόλου από κοντά τον ανταγωνιστή της ιστορίας. Όταν όμως ο Μίκαελ εμφανίστηκε στο σετ, όλα ξαφνικά ξεκαθάρισαν. Η απίστευτη φυσική του παρουσία μετατράπηκε σε πραγματικά δυσοίωνη με τη βοήθεια του μακιγιέρ, που τον μεταμόρφωσε σε σωσία του Πολ Σέιφερ – ήταν συναρπαστικό. Ο Μίκαελ δεν φοβήθηκε να παίξει έναν χαρακτήρα καταπιεστικό και αποκρουστικό, και μας εντυπωσίασε πολύ με την ερμηνεία του”. Πράγματι, η ταινία παρουσιάζει έναν Πολ Σέιφερ τρομακτικό, αλλά επίσης έναν άντρα που πιστεύει σε αυτά που κάνει. Και ο Νίκβιστ θεωρεί πως “Πρέπει να κοιτάξεις βαθιά μέσα στη δική σου άβυσσο, αν θέλεις να ερμηνεύσεις έναν κακό“.

Η ταινία πραγματοποιήθηκε σε 3 διαφορετικές χώρες. Επειδή στην πραγματική «Αποικία Αξιοπρέπεια» δεν επιτρέπονταν τα γυρίσματα για ανθρωπιστικούς λόγους, δημιουργήθηκε ένα σετ, ακριβές αντίγραφο, σε ένα ορυχείο σχιστόλιθου έξω από το Λουξεμβούργο. Για τις υπόγειες σκηνές χρησιμοποίησαν τα τούνελ της παλιάς πόλης στο Λουξεμβούργο, για το πλημμυρισμένο τούνελ μια κλειστή πισίνα στο Βερολίνο, ενώ όλες οι εσωτερικές σκηνές της «Αποικίας» έγιναν στο Μόναχο. Τέλος, τα εξωτερικά σημαντικά γυρίσματα, όπως των οδομαχιών, έγιναν στο Μπουένος Άιρες.

Επίσημη Συμμετοχή στο Φεστιβάλ του Τορόντο

Σημείωμα του σκηνοθέτη

“Ήμουν ακόμη μαθητής στο δημοτικό, όταν άκουσα γι’ αυτό το μέρος στη Χιλή απ’ όπου οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να ξεφύγουν, ζώντας σαν φυλακισμένοι, και πραγματικά σοκαρίστηκα”, λέει ο Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ, που διάβασε την αυτοβιογραφία ενός πρώην «αποίκου», ενώ ταυτόχρονα δεχόταν την πρόταση του συν-σεναριογράφου Τόρστεν Βέντσελ βασισμένη στην ίδια ιδέα: η σύμπτωση αυτή, ήταν και η αρχή της δημιουργίας της ταινίας.

Ο σκηνοθέτης ταξίδεψε πολλές φορές στη Χιλή για να ερευνήσει την ιστορία της «Αποικίας Αξιοπρέπεια»: “Όσο περισσότερο μελετούσα τα ιστορικά γεγονότα και άκουγα τις ιστορίες των ανθρώπων, τόσο περισσότερα ήθελα να μάθω για τον μικρόκοσμο του Σέιφερ”, προσθέτει. “Ήθελα να διηγηθώ την ιστορία ενός ζευγαριού που γίνεται μέλος αυτής της κοινότητας τυχαία, και που προσπαθεί να αποδράσει”. Ο Γκάλενμπεργκερ συναντήθηκε με πολλούς πρώην «κατοίκους» μέχρι που κέρδισε την εμπιστοσύνη τους και του ανοίχτηκαν γύρω από τη ζωή τους μέσα στην κοινότητα, δίνοντάς του πολύτιμες πληροφορίες για την οργάνωση της σέκτας. “Παρόλο που οι δύο κεντρικοί μας χαρακτήρες είναι φανταστικοί, κάθε λεπτομέρεια της ταινίας είναι ιστορικά αποδεδειγμένη, και αρκετοί από τους διαλόγους με τον Σέιφερ είναι αυθεντικοί”.

Λίγα λόγια για τον σκηνοθέτη

Ο Φλόριαν Γκάλενμπεργκερ, σεναριογράφος, σκηνοθέτης και παραγωγός, γεννήθηκε στο Μόναχο το 1972, όπου και σπούδασε κινηματογράφο και τηλεόραση. Το 1997 συν-σκηνοθέτησε την μικρού μήκους «Tango Berlin», στην οποία πρωταγωνιστεί ο Βιμ Βέντερς και προβλήθηκε στο Φεστιβάλ Βενετίας, ενώ το «Quiero Ser», γυρισμένο στο Μεξικό, κέρδισε το 2000 το Όσκαρ ταινίας μικρού μήκους. Η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους, «Shadows of time», γυρίστηκε στην Ινδία και τιμήθηκε με το βραβείο σκηνοθεσίας στα Bavarian Film Awards το 2004, ενώ η επόμενη, «John Rabe» (2009) με τους Ντάνιελ Μπριλ, Στιβ Μπουσέμι και Ούλριχ Τουκούρ, έλαβε πολλές διακρίσεις σε φεστιβάλ.