Η Tanweer παρουσιάζει στους κινηματογράφους την ταινία Καυτή Καταδίωξη (Hot Rursuit) με τις Ρις Γουίδερσπουν και Σοφία Βεργκάρα.

Σύνοψη

Στην καλοκαιρινή κωμωδία «Καυτή Καταδίωξη» μια αγχωμένη και σχολαστική αστυνομικός (Ρις Γουίδερσπουν) προσπαθεί να προστατεύσει την σέξι και πληθωρική χήρα ενός βαρόνου ναρκωτικών (Σοφία Βεργκάρα), καθώς διασχίζουν το Τέξας, καταδιωκόμενες από διεφθαρμένους μπάτσους και επικίνδυνους εγκληματίες.

Η «Καυτή Καταδίωξη» ενώνει στη μεγάλη οθόνη την βραβευμένη με Όσκαρ, Ρις Γουίδερσπουν («Walk the Line», «Wild») και την Σοφία Βεργκάρα («Chef», «Modern Family»¨) στο πρώτο φετινό καλοκαιρινό χιτ. Η σκηνοθεσία είναι της Αν Φλέτσερ («The Proposal»), σε σενάριο των Ντέιβιντ Φίνεϊ («New Girl») & Τζον Κουέιντανς («Ben & Kate»).

Πρωταγωνιστούν:

Σοφία Βεργκάρα, Ρις Γουίδερσπουν, Ρόμπερτ Καζίνσκι, Μάικλ Μόσλεϊ, Τζον Κάρολ Λιντς, Μάθιου Ντελ Νέγκρο, Ρίτσαρντ Τ. Τζόουνς, Μπένι Νιβς, Μάικλ Ρέι Εσκαμί

Σκηνοθεσία:  Αν Φλέτσερ

Σενάριο: Ντέιβιντ Φίνεϊ, Τζον Κουέντανς

Παραγωγή: Ντέινα Φοξ, Μπρούνα Παναντρέα, Ρις Γουίδερσπουν, Σοφία Βεργκάρα

Φωτογραφία: Όλιβερ Στέιπλετον

Καλλιτεχνική Διεύθυνση Νέλσον Κόουτς, Τζέιμς Χίνκλ

Μοντάζ: Πρισίλα Νεντ-Φρέντλι

Μουσική: Κρίστοφ Μπεκ

Κοστούμια: Κάθριν Μαρί-Τόμας

Διάρκεια: 87’

Διανομή: Tanweer

Πληροφορίες για την Ταινία

Η αστυνομικός – πρότυπο Κούπερ είναι ενθουσιασμένη και κολακευμένη εξαιτίας της νέας, φαινομενικά απλής, αποστολής της. Της έχει ανατεθεί να συνοδεύσει την Ντανιέλα Ρίβα,  σύζυγο ενός μαφιόζου από το Σαν Αντόνιο του Ντάλας, προκειμένου να καταθέσει εναντίον ενός βαρόνου ναρκωτικών. Αν και πρόκειται για μία έκτακτη αποστολή, η μικροκαμωμένη αστυνομικίνα έχει βάλει στόχο να τη φέρει επιτυχώς εις πέρας και να μην απογοητεύσει τον προϊστάμενό της.

Ωστόσο, με το που συναντιέται με την «προστατευόμενη» της, τη δυναμική κα Ντανιέλα Ρίβα, μία πεισματάρα κολομβιανή καλλονή, είναι φανερό ότι η αποστολή της δεν θα είναι «περίπατος». Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, πριν καλά- καλά προλάβει ν’ αποφασίσει ποιο ζευγάρι ψηλοτάκουνα θα πάρει μαζί της η Ντανιέλα, ο άντρας της πέφτει σε ενέδρα, η ίδια μένει χήρα,  ενώ η Κούπερ πρέπει υπό τις νέες συνθήκες να τη μεταφέρει σώα και αβλαβή στον προορισμό της!

Η Ρις Γούιδερσπουν και η Σοφία Βεργκάρα εκτός από πρωταγωνίστριες στην ταινία, είναι και υπεύθυνες  παραγωγής. Η ιστορία ενθουσίασε και τις δύο, κυρίως για τις δυνατότητες που τους έδινε να συνεργαστούν σε μία κωμωδία, παρόλο που δεν είχαν συναντηθεί ποτέ στο παρελθόν. Η Γούιδερσπουν αναφέρει χαρακτηριστικά, «Έχει ενδιαφέρον να παρατηρείς τη Σοφία. Έχει εξαιρετική αίσθηση του χιούμορ και της οργάνωσης. Σωματικά είμαστε εκ διαμέτρου αντίθετες. Μου ήταν ωστόσο ξεκάθαρο από την πρώτη στιγμή που συναντηθήκαμε ότι κάναμε ένα καλό κωμικό ζευγάρι, όχι  μόνο επειδή υπάρχει μεταξύ μας αμοιβαία συμπάθεια, αλλά επειδή ακριβώς εκείνη είναι ψηλή και συγκροτημένη και εγώ δίπλα της δείχνω κοντή και αστεία.»

Δύο χρόνια πριν από την παραγωγή, η Γουίδερσπουν και η παραγωγός Μπρούνα Παπαντρέα δημιούργησαν την εταιρεία Pacific Standard με μοναδικό σκοπό να δημιουργήσουν ταινίες – και κωμωδίες – στις οποίες να κυριαρχούν οι γυναικείοι χαρακτήρες. Την ίδια περίοδο, η Ντέινα Φοξ, συγγραφέας, παραγωγός και φίλη της Γουίδερσπουν είχε στο μυαλό της ένα έργο που ταίριαζε γάντι στην περίπτωση. Και όταν έγινε γνωστό ότι η Ρις Γουίδερσπουν ήθελε να συνεργαστεί με την Σοφία Βεργκάρα, όλα «κούμπωσαν», καθώς πλέον όλοι ήξεραν για ποιες ηθοποιούς προοριζόταν το σενάριο. Μόλις ολοκληρώθηκε το σενάριο, η παραγωγή στράφηκε στην Αν Φλέτσερ για τη σκηνοθεσία. Η ίδια, καθότι χορεύτρια και χορογράφος, αγαπά τη σωματική κωμωδία, οπότε αυτή η ταινία πληρούσε ιδανικά τα κριτήριά της.

Πριν ακόμα βάλουν το κλειδί στη μίζα του αυτοκινήτου και ξεκινήσει το ταξίδι τους, είναι ηλίου φαεινότερο ότι οι δύο γυναίκες  δε θα κάνουν εύκολα χωριό μεταξύ τους. Παρά τις αρχικές καλές προθέσεις της Κούπερ να εκτελέσει πιστά τις διαταγές της, η υπεροψία κα ο στόμφος της κας Ρίβα φέρνουν τις δύο γυναίκες συνεχώς σε κόντρα. Η Ντανιέλα αρνείται να δεχτεί οποιαδήποτε βοήθεια από την Κούπερ, την οποία θεωρεί πολύ «μικροσκοπική» και «λίγη», για να την προστατεύσει από τους μαφιόζους που τις περιτριγυρίζουν και τις καταδιώκουν.

Στην αρχή της ταινίας, η Κούπερ μας παρουσιάζεται ως μια νεαρή κοπέλα που έχει εξιδανικεύσει το πρότυπο του πατέρα της, επίσης αστυνομικού, τόσο προσωπικά όσο και επαγγελματικά. Τώρα, ως αστυνομικός και εκείνη, ξέρει απέξω κι ανακατωτά το εγχειρίδιο επιβολής του νόμου στο Τέξας, όπως ένας καλός ιεροκήρυκας γνωρίζει τη Βίβλο, κεφάλαιο προς κεφάλαιο, στίχο προς στίχο. Όταν την πρωτοβλέπουμε ως ενήλικα στην ταινία, η Κούπερ αν και δε φορά στολή, δίνει την εντύπωση – εξαιτίας της συμπεριφοράς της – ότι δουλεύει ως μυστική πράκτορας κυνηγώντας ένα δράστη στους δρόμους του Σαν Αντόνιο. «Δεν είναι έτσι», εξηγεί γελώντας η Γουίδερσπουν, «Στην πραγματικότητα, ψάχνει για τον έρωτα, αλλά είναι προφανές ότι δεν ξέρει πώς να συμπεριφερθεί σε ένα ραντεβού!» Γίνεται δύσκολη και επιθετική ακόμα και αν δεν το εννοεί. Και στη συνέχεια, καταλαβαίνουμε ότι δεν τα πάει καλά ούτε με τους συναδέρφους της. Εξαιτίας κάποιων κακών επαγγελματικών χειρισμών, την έχουν στον «πάγκο». Αυτή ωστόσο, δεν το βάζει κάτω και εξακολουθεί να παίρνει σοβαρά τη δουλειά της.

Φανταστείτε, λοιπόν, την αποφασιστικότητά της να φέρει σε πέρας τη νέα της αποστολή, ειδικά όταν αυτό που της ανατίθεται φαίνεται να είναι κάτι σοβαρό. Θέλοντας να ακολουθήσει τους κανόνες και το πρωτόκολλο, η Κούπερ προσπαθεί να μεταφέρει με ασφάλεια το «φορτίο» της. Δυστυχώς γι’ αυτήν όμως, η Ντανιέλα έχει συνηθίσει να κάνει τα πράγματα με το δικό της τρόπο και στο δικό της χρόνο. Αυτό, θα αλλάξει ωστόσο, όταν όλα πάνε εντελώς στραβά και η επιβίωσή της αρχίζει να εξαρτάται από την Κούπερ.

«Η Σοφία κατανοεί και ελέγχει απόλυτα την κωμική της πλευρά», λέει η Φλέτσερ. «Ερμηνεύει με τέτοια μαεστρία αυτό το ισχυρό, κυρίαρχο θηλυκό, ενώ ήταν τόσο ξεκαρδιστική όταν μιλούσε στα ισπανικά και στα αγγλικά, ώστε συχνά την κινηματογραφούσαμε να λέει το ίδιο πράγμα και στις δύο γλώσσες!»

Αν η λογική του να χρησιμοποιείς τα γυναικεία σου προσόντα είναι καθημερινότητα για την Ντανιέλα, αυτό δεν έχει περάσει ούτε κατά διάνοια  από το μυαλό της Κούπερ. Απέχει πολύ από το να είναι σε επαφή με τη θηλυκή πλευρά της. Από τη μία αυτό είναι αποτέλεσμα της ανατροφής της – «ενηλικιώθηκε» στο πίσω κάθισμα ενός αστυνομικού οχήματος – ενώ  ταυτόχρονα εργάζεται σ΄ έναν ανδροκρατούμενο χώρο. Ένα από τα πιο χαρακτηριστικά αστεία της ταινίας ήταν η πρεμούρα της Ντανιέλα να σέρνει συνεχώς πίσω της, ακόμα και όταν έπρεπε να τρέξει για να σωθεί, την τεράστια βαλίτσα της, γεμάτη με ψηλοτάκουνες γόβες.

Όταν η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχό στην έπαυλη των Ρίβα, οι δύο τους θα πρέπει ν’ αποφύγουν τους διώκτες τους, οι οποίοι ανήκουν και στις δύο πλευρές του νόμου: από τη μία οι ντετέκτιβ Ντίξον και Χάουζερ, που ενσαρκώνουν οι Μάικλ Μόζλεϊ και Μάθιου Ντελ Νέγκρο, οι οποίοι συνεργάζονται με την Κούπερ και από την άλλη οι μαφιόζοι  Μπένι Νιβς και Μάικλ Ρέι Εσκαμίλα, ο «Ιησούς» και ο «Άγγελος», όπως είναι τα παρατσούκλια τους.

Ένας χαρακτήρας που δέχεται να βοηθήσει τις δύο φυγάδες είναι ο Ράντι, τον οποίο παίζει ο Ρόμπερτ Καζίνσκι. Ο Ράντι δεν είναι αυτό που θα λέγαμε «νόμιμος», καθώς βρίσκεται σε καθεστώς επιτήρησης.  Οι δύο γυναίκες πέφτουν πάνω του, όταν κλέβουν το φορτηγό του, χωρίς να συνειδητοποιήσουν ότι εκείνος βρίσκεται λιπόθυμος μέσα σε αυτό, στο πίσω μέρος. Έτσι, εκείνος τις έχει δει, ξέρει ποιες είναι, ενώ ταυτόχρονα κάθε κίνηση που κάνουν μπορεί να εντοπιστεί από τις Αρχές, εξαιτίας του βραχιολιού επιτήρησης που φορά ο Ράντι. Και αυτό το «εμπόδιο» μπορεί να ξεπεραστεί μόνο με τη βοήθεια της Κούπερ… Από την άλλη, ο Ράντι αποφασίζει να τις βοηθήσει, γιατί, πρώτα απ’ όλα, βρίσκει την Κούπερ εξαιρετικά ελκυστική και από την άλλη, αυτές είναι καταζητούμενες, αυτός είναι υπό επιτήρηση και όπως λένε, «ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου»!

Αν και η ΚΑΥΤΗ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗ υποτίθεται ότι εκτυλίσσεται στη διαδρομή μεταξύ Σαν Αντόνιο και Ντάλας, γυρίστηκε εξ’ ολοκλήρου στη Νέα Ορλεάνη. Ο υπεύθυνος σχεδιασμούς παραγωγής Νέλσον Κόουτς γνώριζε ότι οι διαφορές στη γεωγραφία του εδάφους μεταξύ του Τέξας και της Λουιζιάνα θα ήταν μια πρόκληση. «Όλη η ταινία λαμβάνει χώρα στο Τέξας και εκεί έζησα ένα μεγάλο μέρος της παιδικής ηλικίας μου. Γι΄ αυτό και το σενάριο μου τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον,» λέει. «Βρήκαμε απίστευτα μέρη στη βόρεια πλευρά της λίμνης Pontchartrain, με πεδιάδες ιδανικές για ιππασία και ανοιχτό ορίζοντα που πραγματικά μου θύμισαν το Ανατολικό Τέξας.»

           

Για να χαρτογραφήσει κάθε σημείο της διαδρομής, ο Κόουτς εντόπισε τα επιμέρους σημεία σε έναν πραγματικό χάρτη του Τέξας. «Αποφάσισα ότι οι χαρακτήρες θα έπρεπε να πάρουν ένα συγκεκριμένο δρόμο, φτάνοντας σε συγκεκριμένα σημεία της διαδρομής. Μετά «δανειζόμουν» τα χαρακτηριστικά αυτών των σημείων (π.χ. ταμπέλες στο δρόμο) και έτσι δημιούργησα μια ψευδαίσθηση των πραγματικών σημείων που θα βρίσκονταν αν η ταινία γυριζόταν στο Τέξας.»

Μπορεί η  κινηματογράφηση ενός road movie να βγάζει από μόνη της αυθεντικότητα, παρουσιάζει  όμως και μία σειρά από προκλήσεις για την ομάδα παραγωγής. Ο Κόουτς αναφέρει, «Όταν κινείσαι από το ένα μέρος στο άλλο, πρέπει να συνδέεις ετερόκλητα μεταξύ τους στοιχεία, ώστε να υπάρχει μία θεματική συνάφεια. Εμείς χρησιμοποιήσαμε το χρώμα και το σχέδιο για να «δέσουμε» αυτά τα στοιχεία. Έτσι, όπως και οι κεντρικοί χαρακτήρες, το road trip βασίζεται σ’ έναν ενιαίο οπτικό άξονα. Στην αρχή, για παράδειγμα, βλέπουμε την αστυνόμο Κούπερ στο αστυνομικό τμήμα του Σαν Αντόνιο. Ήθελα η πόλη να φαίνεται μοντέρνα, να βγάζει μία σύγχρονη αίσθηση ώστε η Κούπερ να φαίνεται ότι είναι απλά ένα μικρό γρανάζι αυτής της μεγάλης μηχανής.»

Όταν η Κούπερ αναλαμβάνει να φέρει εις πέρας την πρώτη πραγματική αποστολή της και συναντιέται για πρώτη φορά με τον μαφιόζο Ρίβα και τη σύζυγό του στην έπαυλή τους, ο Κόουτς αναφέρει, «Ήθελα να δείξω τη μεγάλη αντίθεση μεταξύ τους και να διασφαλίσω ότι το σκηνικό θα θύμιζε Τέξας. Ήμασταν αρκετά τυχεροί και βρήκαμε ένα σπίτι με ευγενικούς ιδιοκτήτες, οι οποίοι μας επέτρεψαν να το βάψουμε εξωτερικά και να αλλάξουμε τη διακόσμηση, ώστε να θυμίζει μία πραγματική χασιέντα του Τέξας, με κάκτους κτλ.» Μόλις ξεκινά ο «αγώνας δρόμου» της Κούπερ και της Ντανιέλα, ο Κόουτς επινόησε μια παλέτα χρωμάτων που θα εξελίσσονται παράλληλα με τους χαρακτήρες, περνώντας από το άγονο τοπίο της ερήμου, σε περισσότερο εύφορους λόφους, όσο οι δύο γυναίκες πλησίαζαν στον προορισμό τους, στο Ντάλας.

Η ενδυματολόγος Κάθριν Μέρι Τόμας ήταν επίσης επιφορτισμένη με την ενδυματολογική «μετάλλαξη» των πρωταγωνιστριών, καθώς οι χαρακτήρες τους υιοθετούν διαφορετικές προσωπικότητες κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Αγαπημένο κοστούμι της Τόμας είναι εκείνο που φορά η Βεργκάρα, στην πρώτη σκηνή που εμφανίζεται. Η Τόμας αποκαλύπτει ότι χωρίς να έχουν καν μιλήσει γι’ αυτό, η Αν Φλέτσερ και εκείνη είχαν ακριβώς το ίδιο όραμα για τη Σοφία, να είναι ντυμένη στα λευκά.  Ήταν μία πολύ καθαρή, μοντέρνα και απρόσμενη σιλουέτα που δημιούργησε ένα ωραίο αντίβαρο δίπλα στο αγοροκόριτσο – αστυνομικό Ρις. Αυτό ήταν πραγματικά το σημείο εκκίνησης, σε ενδυματολογικό επίπεδο, και ένα τρόπος για να καθοριστούν οι  χαρακτήρες, έτσι ώστε όταν αλλάζουν ρούχα αργότερα, να φαίνεται ότι κατά κάποιο τρόπο αλλάζουν και θέσεις.

Για τις σκηνές όπου συμμετείχαν κασκαντέρ, τόσο για τις πιο  παραδοσιακές, όσο και τις πιο κωμικές σκηνές, ο σκηνοθέτης απευθύνθηκε στον  Ε. Τζ. Φέρστερ. «Αυτή ήταν η πρώτη μου πραγματική ταινία δράσης και η πρώτη με τόσο πιστολίδι,» παραδέχεται ο Φέρστερ. Και προσθέτει, «Επειδή το σύνολο της δράσης έχει κωμικά στοιχεία και είναι βασισμένο στους χαρακτήρες, ένα από τα πράγματα που θέλαμε να κάνουμε ήταν να επιτρέψουμε στην Ρις και την Σόφια να φέρουν στην επιφάνεια κομμάτια του εαυτού τους. Έτσι στην πρόβα, τους παρουσιάσαμε τη βασική δομή των σκηνών, βάζοντάς τους στην ατμόσφαιρα, και στη συνέχεια τις αφήσαμε να αυτοσχεδιάσουν, δημιουργώντας τις σκηνές βήμα- βήμα μαζί τους ώστε να τις κάνουμε ακόμα πιο αστείες.»

Η ιστορία συμπληρώνεται με τη μουσική του Κρίστοφερ Μπεκ και κυρίως από ένα τραγούδι, που γράφτηκε ειδικά για την ταινία από τη βραβευμένη με Grammy τραγουδίστρια της κάντρι Μιράντα Λαμπέρ. Το “Two of a Crime” που τραγουδά η Μιράντα Λαμπέρ μιλά για τη φιλία, για την υποστήριξη σε δύσκολους καιρούς. Εκτός από τις εκ διαμέτρου διαφορετικές τους προσωπικότητες, οι πρωταγωνίστριες της ΚΑΥΤΗΣ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗΣ φέρουν στην επιφάνεια και τις πολιτιστικές τους διαφορές, οπότε είχε νόημα το τραγούδι να διαπνέεται από ευαισθησία και λατινοαμερικάνικο ταμπεραμέντο.

Η Ντέινα Φοξ καταλήγει, «Η Ρις έχει ένα από τα πιο αξιοζήλευτα χαρακτηριστικά που μπορείτε να βρείτε σε μία κωμικό: αγαπά να κάνει πλάκα με τον εαυτό της! Αυτή και η Σοφία είναι εκ διαμέτρου αντίθετες, τόσο σωματικά όσο και σε επίπεδο χαρακτήρων. Οπότε το να τις παρακολουθείς να οδηγούν σαν τις τρελές στη μεγάλη οθόνη, είναι από μόνο του αστείο. Βλέποντας τες μαζί, τόσο μπροστά, όσο και πίσω από τις κάμερες, έχεις την αίσθηση ότι πίσω από την κόντρα τους, αγαπιούνται βαθιά.  Κάνουν όπως ένα ζευγάρι που είναι παντρεμένο για χρόνια. Ξέρουν να πατούν η μία τα κουμπιά της άλλης και αυτό είναι κάτι που το κοινό θα λατρέψει, όπως λάτρεψα και εγώ!»