Η Ελένη Μυλωνά είναι από τις πιο γνωστές Ελληνίδες εικαστικούς διεθνώς. Ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη, αλλά ποτέ δεν ξεχνά να παρουσιάζει τη δουλειά της στον τόπο που γεννήθηκε. Με αφορμή λοιπόν την έκθεση της που φιλοξενείται στο Μουσείο Μπενάκη, με τίτλο «Το καταραμένο φίδι», η Ελένη Μυλωνά μιλάει στο Culturenow.gr για τον συγκεκριμένο κύκλο δουλειάς της, για την αρχή και τη διαδρομή της στην Τέχνη, αλλά και τη ζωή και τη δημιουργία εκτός Ελλάδας.

Συνέντευξη Μαριάννα Παπάκη

CultureNow: Το γεγονός ότι έχετε σπουδάσει δημοσιογραφία, νομίζω πως μου δίνει μεγαλύτερη άνεση για την έναρξη της «κουβέντας» μας. Αλήθεια, πώς προέκυψε η αγάπη για τη δημοσιογραφία και πώς αποφασίσατε τελικά να ακολουθήσετε το δρόμο των εικαστικών;

Ελένη Μυλωνά: Είχα μεγάλη τύχη που πήγα σε αυτό το θαυμάσιο σχολείο του Πανεπιστημίου Columbia και που είχα τους εξαιρετικούς καθηγητές που είχα. Ως τότε δεν ήμουν σε θέση να πολυξέρω τι ήταν η δημοσιογραφία εκτός του ότι είχε να κάνει με τα καθημερινά γεγονότα, ότι ο δημοσιογράφος ήταν συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο τι συμβαίνει σε όλα τα επίπεδα και στο κοινό. Δεν διαφέρει και τόσο πολύ από την τέχνη εκτός ότι στην τέχνη δίνουμε αναφορά για πιο εσωτερικά γεγονότα τα οποία αφορούν το κοινό μ’ έναν άλλο τρόπο. Πάντως η έρευνα και η αναφορά υπάρχουν και στα δύο.

C. N.: Ζείτε και εργάζεστε στη Νέα Υόρκη αλλά υπάρχει η επαφή με την Ελλάδα όπου παρουσιάζετε συχνά δουλειές σας. Πώς βιώνετε την αντίθεση του τρόπου δουλειάς μεταξύ Νέας Υόρκης και Ελλάδας και ποια στοιχεία σας εμπνέουν σε κάθε τόπο;

Ε. Μ.: Ανοίξατε το κουτί της πανδώρας. Ο τρόπος δουλειάς στην Ελλάδα και στη Νέα Υόρκη, εκτός βέβαια από εξαιρέσεις, είναι διαμετρικά αντίθετος. Ο τρόπος ύπαρξης είναι διαμετρικά αντίθετος. Ας παραμείνουμε μόνο με τις έννοιες του σεβασμού, της αξιοκρατίας και της αλληλεγγύης. Ας πούμε ότι στην Ελλάδα παίρνω τροφή από το ανεπανάληπτο και ανεξάντλητο φυσικό περιβάλλον, και πονάει η ψυχή μου από την άγνοια του δώρου που μας δόθηκε και την έλλειψη σεβασμού προς αυτό. Στην Νέα Υόρκη ξέρω που βρίσκομαι και πώς να πορευτώ. Ό,τι βήματα κάνω και σε ό,τι επενδύσω το χρόνο ή την ενέργεια μου, προσεγγίζει το ζητούμενο αποτέλεσμα. Στην Ελλάδα πας να λύσεις ένα πρόβλημα και γυρνάς σπίτι σου με άλλα τρία. Η αυθαιρεσία και η ανευθυνότητα δημιουργούν ανασφάλεια και άγχος.

C. N.: Μιας και αναφερθήκαμε στην αρχή της συνέντευξής μας στη δημοσιογραφία, θα ήθελα να μας πείτε λίγα λόγια για την έκθεση «Το Καταραμένο Φίδι» η οποία θα παρουσιάζετε μέχρι τις 25 Μαΐου στο Μουσείο Μπενάκη και κατά μία έννοια έχει κάποια δημοσιογραφικά στοιχεία. Πώς γεννήθηκε η ιδέα και πώς προχώρησε η διαδικασία της δημιουργίας;

Ε. Μ.: Η δουλειά αυτή πηγάζει από φωτογραφίες ανταποκριτών κατά τη διάρκεια των γεγονότων στο Κάιρο το 2011. Μου έκανε εντύπωση η δημιουργικότητα των απλών ανθρώπων να φτιάξουν αυτοσχέδια προστατευτικά κράνη. Κοιτώντας τις εικόνες αυτές, βρισκόμουν σ’ επαφή και με τους αποικονιζόμενους διαδηλωτές αλλά και με τους φωτογράφους ανταποκριτές που μας έφεραν αυτές τις εικόνες. Τις προάλλες σκοτώθηκε στο Αφγανιστάν η Γερμανίδα φωτογράφος Anja Niedringhaus. Δεν την γνώριζα προσωπικά αλλά βρέθηκα κοντά της μέσα από τις εικόνες της. Πέρασα ώρες μαζι της μεταφέροντας μια εικόνα της από τη Λιβύη με λάδι σε καμβά. Η επαφή είναι πολλαπλή: από το φωτογράφο σε μένα και πίσω στο θέμα και στο χώρο. Εϊναι ο τρόπος μου να συμμετέχω.

C. N.: Ιδιαίτερα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ο συνδυασμός πολλών και διαφορετικών – συγγενικών με κάποιο τρόπο όμως – ερεθισμάτων στην έκθεσή σας: Η Αραβική άνοιξη και η μουσική του Χατζιδάκι. Πείτε μας λίγα λόγια για τον τίτλο της έκθεσης και το μήνυμα που θέλετε να μεταδώσετε με αυτή την επιλογή.  

Ε. Μ.: Το καταραμένο φίδι και ο Ντελάλης προϋπήρχαν του Χατζιδάκι που τα δανείστηκε από τον Σπαθάρη. Αναφέρομαι λοιπόν στον Καραγκιόζη που είναι ο έξυπνος καταφερτζής λαϊκός Έλληνας που δεν τον βάζεις κάτω με τίποτα και πάντα διατηρεί το χιούμορ του.

C. N.: Η έκθεσή σας αποτελείται από: ζωγραφικούς πίνακες, βίντεο, μία εγκατάσταση και φωτογραφίες. Ποιες δυνατότητες σας δίνει η επιλογή παραδοσιακών καλλιτεχνικών μέσων σε συνδυασμό με νέα μέσα;

Ε. Μ.: Αυτό είναι αναπόφευκτο. Το κάθε μέσο δεν είναι τίποτα άλλο από ένα εργαλείο έκφρασης. Όλα ισχύουν και το καθένα έχει άλλη διάσταση. Η αμεσότητα της φωτογραφίας, ο χρόνος που έχει επενδυθεί σε έναν πίνακα, ο ήχος και η κίνηση σε ένα video, η χειρονακτική εργασία στη γλυπτική, κ.ο.κ.

C. N.: Στις φωτογραφίες εμφανίζεστε εσείς με καπέλα των διαδηλωτών από αντικείμενα οικιακής χρήσης και σκουπίδια. Απολαμβάνετε τη διαδικασία της συμμετοχής σας στην έκθεση; Θα θέλατε να «πείτε» κάτι μέσω της δικής σας παρουσίας στις φωτογραφίες;

Ε. Μ.: Αυτή η δουλειά ειναι πολύ προσωπική και ιδιωτική και όταν βρίσκομαι στη διαδικασία δεν προσπαθώ να πω τίποτα το συγκεκριμένο. Ψάχνω κάτι και κάποια στιγμή όταν νομίζω ότι το άγγιξα προχωράω παρακάτω. Αυτό που περνάει απέναντι στον θεατή μου ειναι άγνωστο και δεν με απασχολεί τότε. Έρχεται πολύ αργότερα όταν η δουλειά βγαίνει προς τα έξω. Εσείς θα μου πείτε τι ζουμί βγάζετε από αυτές τις εικόνες.

C. N.: Το μήνυμα της έκθεσης είναι αισιόδοξο. Είστε γενικά αισιόδοξη σαν άνθρωπος; Πιστεύετε πως υπάρχουν περιθώρια αισιοδοξίας εν μέσω οικονομικής και κατά συνέπεια και προσωπικής κρίσης;

Ε. Μ.: Την απάντηση θα την βρέιτε στον Καραγκιόζη. Η αισιοδοξία και το χιούμορ είναι απαραίτητα ιδίως σε περιόδους κρίσης. Αν τα βάψουμε όλα μαύρα, κλάφ’ τα Χαράλαμπε!

Η έκθεση της Ελένης Μυλωνά, με τίτλο Το Καταραμένο φίδι, παρουσιάζεται στο Μουσείο Μπενάκη, από τις 10 Απριλίου 2014. Περισσότερες πληροφορίες