Ο κόσμος του Φάλκονερ είναι η απόλυτη απεικόνιση μίας κοινωνίας σε σήψη, σε παρακμή και σε αποσύνθεση, σε μία Αμερική που χωλαίνει έτσι ακριβώς όπως την αποτύπωσε τόσο ο Στάινμπεκ όσο και ο Φώκνερ.

Σώματα ξένα, αδύνατα μυαλά γιατί το σύστημα το επιβάλλει. Αποδυναμωμένες προσωπικότητες που απογυμνώθηκαν από την ισχύ τους για να είναι ευάλωτες στην χειραγώγηση. Θλιβερή πραγματικότητα η ουτοπία και το μάταιο του αμερικανικού ονείρου που ποτέ δεν υπήρξε και χάθηκε στις θάλασσες της ανάμνησης και του κρυφού πόθου. Ο Τσίβερ με δεξιοτεχνία, με αλήθεια και με σαρκασμό περιγράφει μία εποχή που μαστιγώνει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και την νουθετεί για να την ελέγξει σε κάθε της βήμα. Πόσο επίκαιρο είναι να σε βαφτίζουν ανίκανο και να σε καταδικάζουν σε εξευτελισμό ενώ εσύ πασχίζεις να υψώσεις ανάστημα και να αποδείξεις ότι όλα αυτά είναι ένα λάθος και μία αυταπάτη; Αυτή είναι η οδυνηρή πραγματικότητα του πρωταγωνιστή Φάραγκατ, ενός ανθρώπου που καθίσταται υποχείριο και υπόδουλος ενός ολόκληρου καθεστώτος χωρίς καμία προστατευτική μεμβράνη να τον καλύπτει.

Η φυλακή του Φάλκονερ, είναι κρανίου τόπος και αυτός ο σκουριασμένος και αφιλόξενος τόπος που μυρίζει σαπίλα και υπόνομο είναι κατά τας γραφάς και κατά τον νόμο εκεί όπου ο “εγκληματίας” Φάραγκατ που καταδικάστηκε για τον φόνο του αδερφού του, οφείλει να συνετιστεί και να δεχτεί τον χρόνο παραμονής του ως ένα μάθημα σωφρονισμού. Πως όμως να συμβεί αυτό όταν όλα μέσα στην φυλακή φροντίζουν για το ακριβώς αντίθετο και όταν ο έξω κόσμος μοιάζει πιο αγγελικός από εκείνο το άντρο διαφθοράς και απανθρωπιάς για έναν άνθρωπο που κάθε μέρα που περνάει γίνεται δέκτης επιθετικών και ατιμασμένων συμπεριφορών από τους πανίσχυρους άρχοντες που ονομάζονται σωφρονιστικοί υπάλληλοι; Είναι αυτή η διάθεση και ο σκοπός του Τσίβερ, να εγείρει ερωτήματα, να μιλήσει την γλώσσα της Αμερικής του τότε όπως και του τώρα άλλωστε όταν κάθε προσπάθεια για σεβασμό και αλληλεγγύη αποσιωπάται. Ο Φάραγκατ μέσα σε αυτό το άγριο τοπίο εκδηλώνει το αίσθημα επιβίωσης και καλείται να βρει τρόπους διαφυγής μακριά από το σαράκι της απομόνωσης. Η γυναίκα του δεν τον πιστεύει, τον έχει εγκαταλείψει και τον γελοιοποιεί σε κάθε επίσκεψή της, του έχει απαγορεύσει να δει το παιδί του και εκείνος όλο και βυθίζεται στις ενδόμυχες σκέψεις του για να αντιμετωπίσει με υπομονή και νηφαλιότητα την σκληρότητα που του επιφύλασσε η ζωή.

Στην φυλακή γίνεται παρατηρητής διαφόρων μορφών και τύπων ανθρώπων, προσαρμόζεται στα τερτίπια τους, ένα μωσαϊκό της αμερικανικής  κοινωνίας που κρύβεται από τον κινηματογραφικό φακό όπου όλα τα θέλει μαγικά και ονειρικά. Ο Φάραγκατ είναι ένας άνθρωπος της καθημερινότητας που υπέκυψε στον πειρασμό των ναρκωτικών για να μπορέσει να φέρει εις πέρας την δύσκολη αποστολή της επιβίωσης όταν όλα μοιάζουν χαμένα και αλλοιωμένα. Καθηγητής και επιστήμονας που διήγε μία φυσιολογική συζυγική ζωή βρίσκεται δέσμιος σε μία ζούγκλα όπου τα θηρία θέλουν να τον κατασπαράξουν και να του αφαιμάξουν κάθε ικμάδα ελευθερίας και ανεξαρτησίας. Σε αυτήν την βουή και την μανία όμως για να χρησιμοποιήσω τον Φώκνερ, εκείνος θα διατηρήσει το υψηλό του φρόνημα, θα αποπειραθεί μέσω του γραπτού λόγου και άλλων δραστηριοτήτων να μην ναρκώσει τον εγκέφαλό του για να γίνει βορά στις ορέξεις των φυλάκων που είναι αδυσώπητοι και ανήλεοι. Γράφει ο Τσίβερ: “Οι νεκροί έχουν τουλάχιστον στη διάθεσή τους ένα πανόραμα από αναμνήσεις και τύψεις, ενώ εκείνος, ο έγκλειστος, έβλεπε τις αναμνήσεις του από τον λαμπερό έξω κόσμο τσακισμένες, κατακερματισμένες και εξαρτημένες από τυχαίες μυρωδιές – γρασίδι, δέρμα παπουτσιού, η οσμή του νερού από τις σωληνώσεις των ντους. Οι δικές του αναμνήσεις ήταν επισκιασμένες, θολωμένες.”

Ο Τσίβερ με ματιά βαθιά στα γεγονότα έτσι όπως και ο ίδιος δραματικά τα βίωσε αποκαλύπτει σε αυτό το μεγάλης σημασίας μυθιστόρημα το διάστημα παραμονής του και τις άθλιες συνθήκες που έζησε στο κέντρο αποτοξίνωσης στο οποίο μπήκε το 1975 για να αποτοξινωθεί. Ο πόνος και τα βάσανα γεννάνε μικρά θαύματα και η γέννηση τέτοιων βιβλίων δείχνει πως η λογοτεχνία μόνο βγαλμένη από τη ζωή μπορεί να είναι. Γιατί ο Τσίβερ όπως και ο Φάραγκατ είναι δύο πρόσωπα ταυτόσημα αν αναλογισθεί κανείς όπως γράφει και η Ιλαέιρα Διονυσοπούλου στην πολύ εύστοχη εισαγωγή της πως το θέμα της ομοφυλοφιλίας ήταν κάτι που απασχολούσε και τους δύο σε σημείο τέτοιο που ο Φάραγκατ όπως και ο Τσίβερ βρήκαν εκεί ένα κάποιο καταφύγιο και μία διέξοδο στις σκοτούρες και στις συννεφιές που είχαν σκοτεινιάσει την ζωή τους. Παρ’ ολαυτά διαφαίνεται μέσα στον πυρετό της ασυδοσίας και της καταχνιάς μία ακτίνα φωτός και μία ελπίδα όταν ο πρωταγωνιστής βρίσκει φιλίες δυνατές που αντέχουν στις επάλξεις. Το μήνυμα είναι πως ότι δεν σε σκοτώνει σε κάνει πιο δυνατό για να θυμηθούμε τα λόγια του γερμανού φιλόσοφου.

“Καλύτερα να φυλάς το ζήλο σου για ανθρώπους και αντικείμενα ικανά να χρησιμοποιηθούν.

Το βιβλίο του Τζον Τσίβερ με τίτλο Φάλκονερ κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.