Μετά τον Επιβάτη είμαστε ενώπιον του δεύτερου μέρους όπου συναντούμε την αδερφή του Ρόμπερτ Γούεστερν, του πρωταγωνιστή του πρώτου μέρους. Πρόκειται για μια φυσιογνωμία εξαιρετικά εκκεντρική, μια δύσκολη περίπτωση, ένα κορίτσι όμως που μέσα από τον λόγο της και την σκέψη της μας αναγκάζει να της υποκλιθούμε για το κουράγιο της και την ευφυΐα της. Είναι ένα κορίτσι με μοναδική έφεση στην επιστήμη των μαθηματικών και ο αναγνώστης σε κάποιο βαθμό εξοικειώνεται με τον συλλογισμό της καθώς ξεδιπλώνει τις γνώσεις της. Αν και ευρισκόμενη σε μια ψυχιατρική κλινική γιατί έχει αυτοκτονικές τάσεις και την κυνηγούν δαίμονες, έχει την ικανότητα να συζητά πολύ φυσικά με τον ψυχίατρο που την παρακολουθεί και τα θέματα συζήτησής τους ποικίλουν. Η γραφή του Κόρμακ Μακάρθι, που επιστρέφει δριμύτερος και εξίσου αινιγματικός με αυτό το λογοτεχνικό δίπτυχο, καταδεικνύει πως το παλιό κρασί έχει ωριμάσει και είναι καλύτερο από ποτέ.

Ένας γητευτής του λόγου που μπορεί και συναρπάζει με την λογοτεχνική του ευστροφία

Η πρωταγωνίστρια λοιπόν ακροβατεί ανάμεσα στην λογική και την τρέλα, μια τρέλα όμως εντελώς διαφορετική και δυσνόητη γιατί το να θες να θυσιάσεις τη ζωή σου μάλλον είναι μια τρελή σκέψη, η οποία όμως δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί χωρίς την εις βάθος έρευνα στον νου του ατόμου που ζει το δράμα αυτό. Ο ψυχίατρος με τον τρόπο του και με συνεχή συζήτηση προσπαθεί να αντλήσει συμπεράσματα για όλα αυτά που της συνέβησαν στη ζωή της και στην σχέση της με τον αδερφό της, τον Ρόμπερτ, μια σχέση μάλλον αρρωστημένη. Η επικοινωνία τους είναι τέτοια που γρήγορα πετάνε από το ένα θέμα στο άλλο, ξεφεύγοντας από τα τετριμμένα και αναλύουν έννοιες μαθηματικές, πρόσωπα και πράγματα της επιστήμης αλλά επεκτείνονται οι συνομιλίες τους και σε άλλα πεδία εξίσου ενδιαφέροντα, όπως η μουσική, η φιλοσοφία.

Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους είναι φαντάσματα του ίδιου τους του εαυτού, είναι σκιές της ύπαρξής τους, είναι ανδρείκελα σε αποσύνθεση, είδωλα μέσα από τα οποία ο καθένας και η καθεμία βλέπει την δική του κατάσταση, είναι φύλλα που κινούνται ανάμεσα στην φθορά και την αφθαρσία, το στέρεο και το ασταθές, είναι άνθρωποι σε παραλήρημα που πολλές φορές το θέτουν σε εφαρμογή ακούσια για να σωθούν από τις παλινδρομήσεις της ανισορροπίας που τους διακατέχουν. Συμπεριφέρονται αλλόκοτα γιατί είναι εκτός πραγματικής πραγματικότητας, είναι κάποιοι άλλοι απόρροια και της χρήσης φαρμάκων που τους χορηγούνται για να τους ηρεμήσουν. Φοβούνται για τη ζωή τους αλλά πιο πολύ φοβούνται για τις ζωές των άλλων, τρομάζουν μπροστά στην ιδέα της παρουσίας των γύρω τους, είναι φαντάσματα που εκλιπαρούν για σωτηρία που κανένας όμως δεν μπορεί να τους την προσφέρει.

Είναι γεγονός πως η τρέλα και τα παραλειπόμενά της έχουν γίνει ουκ ολίγες φορές αντικείμενο και θέμα για διάφορους συγγραφείς ξεκινώντας από τον Τσέχωφ, τον Γκάρσιν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Αρτώ, την Γουλφ, τον Πόε ακόμα και τον Λαβκραφτ στα δικά του Βουνά της τρέλας, είναι μια μάστιγα πια της κοινωνίας και όλο και περισσότεροι θα ασχολούνται γιατί ο ανθρωπισμός το επιτάσσει. Είναι συγγραφείς που αγγίζουν το θέμα εις βάθος και αναδεικνύουν την πραγματικότητα όσο σκληρή και αν είναι. Βασιζόμενοι πολλοί συγγραφείς στη δική τους τρέλα και στην προσπάθεια φυγής τους από το γήινο και μάταιο προς κάτι εντελώς διαφορετικό καταπιάνονται με το θέμα αυτό για να το αναλύσουν περαιτέρω. Ο Μακάρθι είναι δεξιοτέχνης στον τρόπο γραφής και γνωρίζει πως να γοητεύσει τον αναγνώστη του, να τον αιχμαλωτίσει καθώς ρίχνει φως σε δύο αδέρφια που θα μπορούσαν να είναι της διπλανής πόρτας.

“Οι γιατροί δεν λαμβάνουν υπόψη τη φροντίδα με την οποία είναι συναρμολογημένος ο κόσμος των τρελών. Ένας κόσμος που εκείνοι νομίζουν ότι τον αμφισβητούν, αλλά βέβαια δεν κάνουν τίποτα τέτοιο. Ο ψυχίατρος τριγυρνά στις παρυφές της τρέλας, όπως ο ιερέας στις παρυφές της αμαρτίας. Άναυδος στο κατώφλι της πόρτας που έχει ανοίξει ο ίδιος. Μελετώντας με σφιγμένα χείλη μια πραγματικότητα που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει”. Ο ρόλος του ψυχιάτρου τόσο στον Τσέχωφ όσο και στον Γκάρσιν είναι μια εναλλαγή της λογικής με την τρέλα καθώς ο ψυχίατρος ακουμπά συνεχώς τα σύνορα επηρεαζόμενος εμμέσως πλην σαφώς από την συνεχόμενη επαφή με τον ασθενή σε τέτοιο βαθμό που κινδυνεύει ο ίδιος ο ψυχίατρος να μετατραπεί ο ίδιος σε ασθενή. Ο Μακάρθι κινείται σε αυτά τα νήματα και ο δικός του ειδικός ακροβατεί σε ένα καλά τεντωμένο σχοινί με κινήσεις λεπτότητας.

Οι επιρροές του Μακάρθι από τη μεγάλη και εμβληματική γενιά των Αμερικανών λογοτεχνών όπως ο Φώκνερ, ο Χέμινγουεϊ και ο Στάινμπεκ είναι σαφής και τα όσα καταθέτει ο συγγραφέας στα νέα του ατά βιβλία θυμίζουν τόσο τα δικά του παλαιότερα όσο και εκείνα των ονομάτων που μόλις αναφέρθηκαν. Σκληρή πραγματικότητα και ωμές αλήθειες, ανθρώπινα δράματα και απώλειες, συνεχείς αγωνίες και ενοχές ενώ η ζωή θέτει τα δικά της αδυσώπητα ερωτήματα και αναζητά τις δικές της απαντήσεις με τέτοιο επιτακτικό τρόπο που δεν αφήνει την πολυτέλεια του χρόνου να βασιλέψει. Και η τρέλα βέβαια, δηλαδή ο ψυχισμός των ανθρώπων που πρωταγωνιστούν βρίσκεται και αυτός στα όριά του. Στο βασίλειο της ζωής, οι αποφάσεις είναι η ίδια η διαδρομή της και ο Μακάρθι εκεί τοποθετεί τον Γουέστερν και την αδερφή του με ανοιχτό το ερώτημα για το μέλλον τους που εν μέρει μοιάζει απροσδιόριστο και μετέωρο.

Αποσπάσματα από το βιβλίο

“Οι τοποθεσίες που έχουν φιλοξενήσει μεγάλη οδύνη κάποια στιγμή είτε θα καούν ολοσχερώς είτε θα μετατραπούν σε ναούς”

“Υπάρχουν στον κόσμο δεδομένα διαθέσιμα μόνο σε όσους έχουν φτάσει κάποιο συγκεκριμένο επίπεδο αθλιότητας. Δεν ξέρεις τι υπάρχει εκεί κάτω αν δεν έχεις κατέβει εκεί κάτω. Η χαρά, από την άλλη, διδάσκει την ευγνωμοσύνη”

Διαβάστε επίσης:

Stella Maris: Το βιβλίο του Κόρμακ Μακάρθι για συζητήσεις εντός μίας ψυχιατρικής κλινικής