Πολύ πρόσφατα το συγκεκριμένο βιβλίο «Τη μέρα που πάγωσε ο ποταμός»  του Σταύρου Χριστοδούλου βραβεύτηκε με το Βραβείο Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ενώ πέρσι είχε τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού της Κυπριακής Δημοκρατίας για το 2018 αποδεικνύοντας πως μια απλή ιστορία μπορεί να κρύβει μια πολυεπίπεδη θέαση των πραγμάτων και να καταγράφει με ακρίβεια την ανθρωπογεωγραφία μιας κοινωνίας.

Ο φόνος ενός ομοφυλόφιλου ζωγράφου είναι το πρόσχημα για να αρχίσει η αφήγηση να ξεδιπλώνει τις προσωπικές αναζητήσεις και τις απόψεις του συγγραφέα σε ό,τι αφορά κοινωνικά θέματα της εποχής που μεταλλάσσουν συνεχώς τον τρόπο ζωής της κοινωνίας.

Η Ομόνοια ως κέντρο διαφθοράς. Ο υπαρκτός σοσιαλισμός όπως εξελίχθηκε, η Βουδαπέστη των ανίερων καπιταλιστικών συμφωνιών, η Αθήνα της οικονομικής παρακμής, οι σεξουαλικές προτιμήσεις και η ομοφοβία. Ο ενδόμυχος φόβος για τους μετανάστες. Ο τρόπος που όλα αυτά χαρακτηρίζουν την εποχή και ορίζουν τις αποφάσεις μας, οι ταξικές διαφορές που στιγματίζουν το έγκλημα, η κρίση στην Ελλάδα, η απώλεια ενός ζωντανού γονιού και οι επιπτώσεις της. Και η άρνηση της αποδοχής της ομοφυλοφιλίας στις ενδοοικογενειακές σχέσεις, καθώς οι προσδοκίες δε συναντούν την πραγματικότητα. Ο τρόπος που θύτες και θύματα αλληλοσπαράζονται και αναδημιουργούνται.

Όλα αυτά συλλειτουργούν στην αφήγηση δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα συνύπαρξης σύγχρονων προβληματισμών σε νουάρ ύφος. Αυτό που κυριαρχεί όμως είναι ότι ο συγγραφέας δεν αναλώνεται σε περιγραφές πράξεων, δράσης και πλοκής που έτσι κι αλλιώς υπάρχουν και δημιουργούν απροσδόκητες ανατροπές αλλά ψυχογραφεί ενδελεχώς τις προσωπικότητες των ηρώων του.

Βυθιζόμενος στην ψυχοσύνθεσή τους ανασύρει από την παγωμένη επιφάνεια της ψυχής τους τα στοιχεία εκείνα που θα κάνουν θεατά στον αναγνώστη τα αίτια και τα αιτιατά όλων των πράξεών τους φωτίζοντας τις πιο μύχιες ενοχές τους. Ο ταξικός τους προσδιορισμός διαφαίνεται απόλυτα στον τρόπο με τον οποίο οι ήρωες προσεγγίζουν τα δεδομένα. Ο αναγνώστης αφουγκράζεται την οδύνη των φόβων και βλέπει ξεκάθαρα μπροστά του να παρουσιάζεται το παρελθόν των ηρώων ώστε να κατανοήσει πλήρως τις αντενεργήσεις τους, την αποδοχή των καταστάσεων εκ μέρους τους και τις αιτίες που τους οδηγούν σε μια θέαση της ζωής που περιορίζει τις αντιδράσεις τους.

Ο πατέρας που αποφασίζει να εγκαταλείψει τον γιο του έχει με τη σειρά του εγκαταλειφθεί πριν από χρόνια από τον δικό του πατέρα. Και όταν θα κληθεί να εξιχνιάσει τον φόνο θα προσπαθήσει να κλείσει την υπόθεση βρίσκοντας στο πρόσωπο ενός μετανάστη τον ένοχο, αρνούμενος να δει την πραγματικότητα καθώς αυτή του θυμίζει την προσωπική του ανεπάρκειά του να αποδεχτεί τις σεξουαλικές προτιμήσεις του ίδιου του του γιου.

Ένας δημοσιογράφος θα ανακινήσει την υπόθεση αναζητώντας τον πραγματικό ένοχο ανάμεσα σε ανθρώπους που κινούνται στο περιθώριο και σε ανθρώπους καλύτερων οικονομικών και κοινωνικών τάξεων για να ανακαλύψει ότι η εξιλέωση δεν είναι πάντα εφικτή καθώς τελικά όλοι μπορεί να είναι θύτες και θύματα, αφού «κανείς δεν είναι αθώος».

Μέσα από περιγραφές της γειτονιάς του αθηναϊκού αστικού κορμού, των μαγαζιών και των υποβαθμισμένων σημείων όπου συναθροίζονται μετανάστες και πωλούνται ναρκωτικά ο συγγραφέας επιχειρεί την ανασύνθεση μιας τοιχογραφίας της εποχής και παρουσιάζει με σαφήνεια και πιστότητα τις κοινωνικές διαστρωματώσεις του περιθωρίου αναλύοντας τις συμπεριφορές των χαρακτήρων και δημιουργώντας έναν προβληματισμό γύρω από τις παγιωμένες αντιλήψεις και τα κοινωνικά στερεότυπα που κυριαρχούν.

Γραμμένο με μια σύγχρονη γλώσσα το βιβλίο αυτό δεν είναι απλώς μια αστυνομική ιστορία αλλά ένα πολιτικό, κοινωνικό και υπαρξιακό μανιφέστο για τους πρωταγωνιστές της ζωής που καταλήγουν γρανάζια στις μηχανές του κόσμου σε μια προδιαγεγραμμένη πορεία ζωής από τα γεννοφάσκια τους ακόμα.


Διαβάστε επίσης:

Σταύρος Χριστοδούλου – Τη μέρα που πάγωσε ο ποταμός