Το έργο «Σωτηρία με λένε», της Σοφίας Αδαμίδου, παρουσιάζεται στην Κεντρική Σκηνή, στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, μετά τη μεγάλη επιτυχία στο Κρατικό θέατρο Βορείου Ελλάδος.

Σκηνοθεσία – δραματουργική επεξεργασία – μουσική επιμέλεια Χριστίνα Χατζηβασιλείου. Στο ρόλο της Σωτηρίας Μπέλλου η χειμαρρώδης Έφη Σταμούλη. Μαζί της η πειστική Έλλη Χατζεϊπίδου στο ρόλο της νοσοκόμας.

Η ιστορία της ερμηνεύτριας με τη συγκλονιστική φωνή, αφορά στην τελευταία μέρα στο νοσοκομείο πριν την εγχείρηση που αναπόφευκτα θα της στερήσει ό,τι πολυτιμότερο είχε. Κάτι που την τρομάζει ανεπανόρθωτα για το μέλλον της φωνής της και η μακρόσυρτη αναμονή την εξουθενώνει. Η Μπέλλου ζούσε για να τραγουδάει και όχι να μείνει στη θανατερή σιωπή. Το τραγούδι ήταν όλη της η ζωή, η απόλυτη επικοινωνία με τον εαυτό της και το κοινό που τη λάτρεψε.

Η πολυτάραχη ζωή της, σαν κινηματογραφική ταινία, αναδύεται μέσα από αναμνήσεις για την παιδικότητα, τη νεότητα και τα μετέπειτα χρόνια με τις σχέσεις και την μουσική της πορεία. Οι φυλακίσεις της σε διαφορετικό χρόνο, τα βασανιστήρια, η γνωριμία με τον Τσιτσάνη και οι συνεργασίες της με τους πιο σπουδαίους συνθέτες της εποχής, συμπληρώνουν συνολικά το εύρος της ζωής της.

Μέσα στην αγωνία της για το αμετάκλητο που την περιμένει, μπερδεύει το παρελθόν με το παρόν, αναμιγνύει την ψυχική της λεπτότητα με την αγριότητα και την αγάπη με το μίσος. Η για ενάμιση χρόνο παραμονή της στο νοσοκομείο «Σωτηρία», την εξάντλησε ψυχολογικά, νιώθοντας σαν ένα φυλακισμένο άγριο θηρίο που αλλότριες δυνάμεις κακοποίησαν την φύση του. Η εξάρτησή της από το αλκοόλ και τον τζόγο, η αντισυμβατικότητά της, η ανάγκη της να νιώθει τελείως ελεύθερη και ο δύσκολος χαρακτήρας της, περιγράφονται με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο.

Η σκηνοθέτιδα Χριστίνα Χατζηβασιλείου κινήθηκε επιδέξια, διαμορφώνοντας με ταπεραμέντο, ένα τέτοιο σκηνικό επίπεδο «πράξης» που τον ρεαλισμό τον πάντρεψε εύστοχα με τον πλούσιο συναισθηματικό κόσμο της Σωτηρίας. Η αναλυτική της διείσδυση στην ιδιόμορφη αυτή περσόνα με τις αντιφάσεις και το ρηξικέλευθο του χαρακτήρα της, οδηγεί τη θεατρική δουλειά σε δραματικό προσανατολισμό με αρκετές δόσεις γλαφυρότητας που όμως δεν τον παραποιούν.

Αναδεικνύεται σαφώς η ανάγκη να αγαπηθεί και η αυθεντικότητά της που άγγίζει τα όρια ενός σκληροπυρηνικού ιδεαλισμού. Ένας ιδεαλισμός παράφορος / αδιαπραγμάτευτος, ο οποίος την ενδυναμώνει και την ενθαρρύνει, αλλά παράλληλα γεννάει ατυχίες, λάθη και αδιέξοδα. Από το πορτραίτο της εκρηκτικής Σωτήρας, όπως την αποκαλούσαν οι φίλοι, δεν λείπουν ούτε το χιούμορ ούτε και η σφοδρή της επιθυμία να ζήσει και να ξανατραγουδήσει.

Η αφήγηση εκτυλίσσεται ρωμαλέα, συγκινητική, εξομολογητική, καθόλου απολογητική και σκιαγραφεί σε βάθος και έκταση, ό,τι προσδιόριζε την καλλιτεχνική, αλλά και την πολιτική της διαδρομή.

Η Έφη Σταμούλη ως Σωτηρία Μπέλλου, εξαιρετική, μέσα ολοκληρωτικά στο ρόλο, συναρπάζει με την έκφραση, τη φωνή, την κίνηση και το πάθος. Ζωγραφίζει τη μεγάλη ερμηνεύτρια και αποκαλύπτει σθεναρά στο θεατή το ήθος μιας ανυπότακτης στο «σύστημα» ύπαρξης, καθώς θυμάται και αξιολογεί τα περασμένα. Όλη η ψυχική τομογραφία της παραπέμπει σε συμπεριφορά συναισθηματικά πληγωμένη και πολιτικά αντιστασιακή.

Όλο αυτό παράγει τη “knife” φωνή, κοφτερή σαν διαμάντι, καθάρια, πηγαία, λεβέντικη, χωρίς ψεύτικα στολίδια και εφέ. Απλή, γνήσια, ακομπλεξάριστη, ταλαντούχα, χαρισματική, λακωνική παρουσία, ένα χρυσό λαρύγγι με τεράστια ερμηνευτική εμβέλεια. Αυτή ήταν η Σωτηρία Μπέλλου. Δεν είχαν άδικο οι Γάλλοι, όταν την χαρακτήρισαν Εντίθ Πιάφ της Ελλάδας. Υπογραμμίζεται η περίφημη αντίδρασή της σε όποια προσλαμβανόμενα μηνύματα συγκρούονταν με την φλογερή τάση της ανεξαρτησίας που τη συντρόφευε μέχρι το τέλος. Ένα τέλος που σίγουρα δεν της άξιζε, φτωχή, προδομένη από τους έρωτές της και σχεδόν ξεχασμένη από όλους εκτός από τα ανήψια της.

Η Έφη Σταμούλη κοντράρεται με αυτό το δύσκολο ρόλο, αλλά καταφέρνει να υποδυθεί την αγωνίστρια με όλες τις ψυχικές μεταπτώσεις και ιδιαίτερα να «βγάλει» το θυμό της. Ένα θυμό απέναντι στο ψέμα, το δήθεν, την υποκρισία, τη θρασυδειλία και την εκμετάλλευση. Ο αντικομφορμισμός στο απόγειό του.

Το κοινό ακολουθεί με προσοχή, την περιπέτεια, την άνοδο και πτώση της κορυφαίας λυρικής ερμηνεύτριας του ρεμπέτικου και λαϊκού τραγουδιού και νιώθει την τραγικότητα της ζωής της.

Πολύ καλή, άμεση και καίρια η Έλλη Χατζεϊπίδου συμβάλλει στην εξέλιξη του θεατρικού δρώμενου, αφού η χημεία που την ενώνει με την πρωταγωνίστρια ανεβάζει τη δραματική ένταση.

Τα λιτό σκηνικό, ενδεικτικό ενός νοσοκομειακού θαλάμου, της Όλγας Χατζηιακώβου, η οποία επιμελήθηκε και τα κοστούμια και οι φωτισμοί της Μαρίας Λαζαρίδου αποτελώντας μέρος της δραματουργίας, συμβάλλουν αποφασιστικά στο έργο. Την εγκατάσταση του σκηνικού προσάρμοσε η Μαρία Καραδελόγλου και τον ήχο φροντίζει ο Γιάννης Πειραλής. Οι μουσικές επιλογές που κάνει η Χριστίνα Χατζηβασιλείου, γεμίζουν αισθαντικά την αίθουσα με τα τραγούδια της Σωτηρίας, φανερώνοντας την αξία και την κοινωνικοπολιτική ποιότητά τους.

Συγκίνηση, τρυφερός ενθουσιασμός και δέος σκορπίζονται στην ατμόσφαιρα, καθώς η διαχρονική φωνή με την ελληνική κλασική διάσταση αποπνέει έναν αέρα αδούλωτης ψυχής μέσα σε ένα αδηφάγο μουσικό και κοινωνικό στερέωμα.

Το «Σωτηρία με λένε», είναι μία «δριμεία» διαμαρτυρία και σφιχτοδεμένη δουλειά, με υπέροχο κείμενο, ικανοποιητική δραματουργική επεξεργασία, γειωμένη σκηνοθετική γραμμή και αξιοπρόσεκτες ερμηνείες.


Διαβάστε επίσης:

Έφη Σταμούλη: Ερμηνεύοντας την Σωτηρία Μπέλλου

Σωτηρία με λένε, της Σοφίας Αδαμίδου στο Θέατρο του Νέου Κόσμου