Κάποιες γυναίκες τρέφουν τόσο πολύ σεβασμό για τους εραστές τους, που δεν τους μένει καθόλου για τον εαυτό τους, την ίδια στιγμή που ορισμένοι άνδρες επιδίδονται σε ένα ντόμινο απιστιών προκειμένου να απαντήσουν στην αιώνια απορία «εφόσον δεν έχουμε έναν και μοναδικό φίλο, γιατί να έχουμε μία και μοναδική γυναίκα;».

Τότε είναι που η αγάπη γίνεται ο χειρότερος τοκογλύφος, μια και χρεώνει πολύ μεγάλο τόκο για τις ελάχιστες χαρές που προσφέρει. Τότε είναι που η ισορροπία του ενός γίνεται η συναισθηματική σχοινοβασία του άλλου. Τότε είναι που ο διάβολος σε πιάνει από μια και μόνο τρίχα και έτσι γίνεσαι δικός του για πάντα. Τότε, αγαπητέ μου, είναι που πρέπει να βρεις τη δύναμη, να περισυλλέξεις τα κομμάτια σου και να συνειδητοποιήσεις πως το σημαντικότερο στο παιχνίδι του έρωτα, δεν είναι ποιος το αρχίζει αλλά ποιός το τελειώνει.

Όταν, στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η εικοσιενάχρονη Φρανσουάζ Ζιλό γνώρισε τον κατά σαράντα χρόνια μεγαλύτερό της και ήδη παντρεμένο, Πάμπλο Πικάσο, τα πάντα πάνω της κραύγαζαν πως παρά το νεαρό της ηλικίας της, ήξερε ότι μια ωραία γυναίκα σαν και την ίδια, όχι μόνο επιβάλλει αυτό που θέλει χωρίς εξουσία, αλλά και πείθει χωρίς καν να μιλάει. Ήξερε πολύ καλά ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο σκληρό από το βράχο και τίποτα πιο μαλακό από το νερό, και παρόλα αυτά το νερό δημιουργεί κοιλότητες στους βράχους.

Ήξερε με άλλα λόγια, ότι δεν πρέπει ποτέ να παρακαλάς για κάτι που έχεις τη δύναμη να κερδίσεις, ότι είναι η γυναίκα που διαλέγει τον άνδρα που θα την διαλέξει, και ότι υπάρχουν φορές που οι επαγγελματίες στην αγάπη βρίσκουν το μάστορά τους στους ερασιτέχνες της.

Αυτό έπαθε κι ο σπουδαίος Ισπανός ζωγράφος, γνωστός αντιφασίστας κι ακόμα γνωστότερος ερωτύλος, Πικάσο, μαζί της. Η μοιραία Ζιλό που φιλοδοξούσε να εξελιχθεί και εκείνη σε διεθνούς φήμης αναγνωρισμένη ζωγράφο, του χάρισε δύο παιδιά παρόλο που δεν έγινε ποτέ νόμιμη σύζυγός του, αλλά δεν ένιωσε ούτε στιγμή διατεθειμένη να χαραμίσει τη ζωή της για χάρη του. Η Ζιλό έπαιξε και κέρδισε την παρτίδα. Τον παράτησε την κατάλληλη στιγμή, τότε δηλαδή ακριβώς που ο διασημότερος ζωγράφος του 20ου αιώνα, εθίστηκε τόσο στην παρουσία της που ήταν αδύνατο πια να ζήσει και να εμπνευστεί μακριά της.

Ο κομμουνιστής δημιουργός της Γκερνίκα, είχε συνηθίσει να παρατάει ο ίδιος τις γυναίκες, και όχι να συμβαίνει το αντίστροφο, και όταν η Ζιλό τού έκαψε ολοσχερώς την τόσο βολική του πεπατημένη, τρελάθηκε. Εκείνη έφυγε για το άγνωστο αναζητώντας τη δική της τύχη στη ζωγραφική και μιαν αυθεντική ευκαιρία στην ευτυχία, κι ο Πικάσο που τον έζωσε το πάθος του να την εκδικηθεί, ορκίστηκε να την καταστρέψει. Τη διαπόμπευε και τη μήνυε με κάθε ευκαιρία, λοιδορούσε το έργο της με όλους τους τρόπους, την απειλούσε και ουκ ολίγα σενάρια συνωμοσίας τον θέλουν να σκέφτηκε να βάλει πληρωμένο δολοφόνο για να απαλλάξει από την ανάσα της τούτον τον κόσμο.

Η Ζιλό δε φοβήθηκε ούτε στιγμή, και δεν έστρεψε το βλέμμα ξανά στα παλιά. Έφτιαξε την ζωή της το 1970 στις Ηνωμένες Πολιτείες με κάποιον άλλον άνδρα, διέγραψε μιαν αξιοπρεπή εικαστική πορεία, και μέχρι και σήμερα έχει να το λέει ότι ένας άνδρας πρέπει να είναι ο Μακάρθυ ή ο Πικάσο ώστε να τον αποκαλέσουν «αδίστακτο», ενώ μια γυναίκα κερδίζει το χαρακτηρισμό απλώς και μόνο όταν παρατά έναν άνδρα στα κρύα του λουτρού.

Όταν τα χρόνια πέρασαν κι ο Πικάσο ανασυντάχθηκε έχοντας στο πλευρό του μια καινούργια γυναίκα που όμως αυτή τη φορά ήταν απολύτως βέβαιος πως μπορούσε να χειριστεί, έκανε ένα ψύχραιμο τηλεφώνημα στη Ζιλό. «Είσαι σκληρό καρύδι τελικά, και αν θες να ξέρεις, σου βγάζω το καπέλο, Φρανσουάζ. Με νίκησες κι αυτό δε μου έχει ξανασυμβεί. Σε ευχαριστώ για όσα μου έμαθες βασανίζοντάς με», της είπε, κι αυτή που έχει γράψει βιβλία για τη θυελλώδη σχέση τους, χαμογέλασε και του απάντησε: «Εμένα μου έμαθες ότι δεν είναι αμαρτία να ξεγελάς πού και πού το διάβολο, ότι πρέπει να βάζεις σφραγίδα στα λόγια με την σιωπή, και στη σιωπή να βάζεις σφραγίδα την κατάλληλη στιγμή, ότι ποτέ δεν είναι αργά για να γίνεις αυτό που ονειρεύεσαι κι ότι σχετικά με την ευτυχία, τα πράγματα είναι όπως με ένα ρολόι, αφού όσο πιο απλός είναι ο μηχανισμός, τόσο πιο σπάνια χαλάει».

Ως παρατηρητές πάντως αυτής της εκρηκτικής σχέσης των δύο, μπορούμε κι εμείς να πάρουμε μερικά σημαντικά μαθήματα ώστε να αποφύγουμε μελλοντικά παθήματα. Ποιά είναι αυτά; Μα φυσικά το ότι ένας ερωτευμένος άνθρωπος μπορεί άλλες φορές να γίνει η δόξα και άλλες η ντροπή του σύμπαντος, το ότι για να κάνεις τον εραστή σου να υποφέρει, πρέπει να ξέρεις πρώτα τι τον ευχαριστεί, το ότι μπορεί να συγχωρήσουμε μια επιτυχία αλλά ποτέ μια ευτυχία που δε μας περιλαμβάνει κι ότι συχνά, όπως θα έλεγε κι ο Φιτζέραλντ, εμείς νομίζουμε ότι είμαστε ερωτευμένοι, μα στην πραγματικότητα αισθανόμαστε μόνο ένα είδος τρυφερής περιέργειας.

Τέλος, το συγκεκριμένο ειδύλλιο μας πείθει ότι δεν ξέρεις πραγματικά έναν άνθρωπο μέχρι να χωρίσεις από αυτόν και να διαπιστώσεις τα όριά του, και ότι κανένας δεν αγάπησε ποτέ κανέναν όπως θα ήθελε να τον αγαπούν.